Οι καλλιτέχνες της χρονιάς
Azúcar Moreno (SPA 90): είναι οι αδελφές Encarnación “Encarna” και Antonia “Toñi” Salazar (1961 και 1963 αντίστοιχα), γεννημένες στο Badajoz. Άρχισαν το 1982 κάνοντας φωνητικά στο συγκρότημα των αδελφών τους, Los Chunguitos. Το 1984 βγήκε το 1ο τους άλμπουμ «Con la miel en los labios». Το Bandido έγινε τεράστιο χιτ και τα επόμενα τους CD πλατινένια. Είναι γνωστές και στο εξωτερικό, έχοντας πουλήσει συνολικά 12 εκατομμύρια δίσκους. Το μπάχαλο συνέβη, διότι ο ηχολήπτης ξέχασε να ανεβάσει τον ήχο του play-back στη σκηνή. Όταν εμφανίστηκαν οι καλλιτέχνιδες, το τραγούδι είχε ήδη αρχίσει. Έτσι έφυγαν και ξαναγύρισαν πάλι. Το τραγούδι σημείωσε τεράστια επιτυχία σε Ισπανία, Λατινική Αμερική, Γιουγκοσλαβία και Τουρκία. Το 2000 ήρθαν 5ες στον εθνικό τελικό οι Alazán. Πρόκειται για τη Sara, αδελφή των Azúcar Moreno και δύο ξαδέλφες τους. Είχαν καλέσει (αλλά δεν πήγαν τελικά) για φωνητικά τους τους Locomia, οι οποίοι είχαν στείλει σε πολλές κλειστές επιλογές, αλλά και την ανοικτή του 2001 (17οι με το Musica, musica). Το 2006 είχαν υποβάλει τραγούδι, αλλά προτιμήθηκαν οι Las Ketchup. To 2007 η Toñi Salazár ανακοίνωσε ότι αποσύρονται από τη μουσική σκηνή, διότι η Encarna διαγνώστηκε με καρκίνο στο στήθος και θα ξεκινούσε χημειοθεραπεία. Έναν χρόνο μετά θεραπεύτηκε, ωστόσο η πολυαναμενόμενη επιστροφή τους πραγματοποιήθηκε το 2013 λόγω διαφωνιών ανάμεσά τους. Το 2021 τις είδαμε ξανά υποψήφιες.
Χρήστος Κάλλοου & Wave (GRE 90): Γεννήθηκε το 1955. Σπούδασε μουσική στο Εθνικό Ωδείο και Θέατρο στη σχολή Πέλου Κατσέλη. Όπως αφηγείται ο ίδιος: «Μέχρι δυόμισι χρονών έζησα στη Μάλτα, όπου υπηρετούσε ο πατέρας μου, ο οποίος ήταν Άγγλος αξιωματικός του βρετανικού ναυτικού. Μετά μετακομίσαμε στο Νορθάμπτον, έξω από το Λονδίνο, όπου έζησα μέχρι τα πέντε μου. Η μητέρα μου, που είναι Ελληνίδα, διαπίστωσε ότι ο πατέρας μου είχε εξωσυζυγικές σχέσεις, πληγώθηκε και θεώρησε σωστό να βουτήξει το παιδί της και να γυρίσει στην Ελλάδα. Οι συνθήκες εδώ ήταν τραγικές, γιατί δεν υπήρχαν συγγενείς και η ίδια, που, πριν παντρευτεί, ήταν δημόσια υπάλληλος στα Ελληνικά Ταχυδρομεία, είχε χάσει τη δουλειά της. Ανεβήκαμε μεγάλο Γολγοθά! Μέναμε σε ένα σπίτι που μας είχε παραχωρήσει ο Δήμος Αθηναίων, που έμπαζε από παντού… Τρώγαμε στα συσσίτια της Εκκλησίας. Όταν έγινα πεντέμισι χρονών, η μητέρα μου με έβαλε με μέσο στο Ζάννειο Ορφανοτροφείο της Εκάλης». Στα 12 του ήταν σολίστας σε χορωδία Το 1979 πήρε μέρος στο «Jesus Christ Superstar». Έχει παίξει σε πολλά μιούζικαλ, ταινίες, βιντεοταινίες και σήριαλ. Πήγε και στις επιλογές του 1987 (3ος με τους Λία Βισσυ, Κατερίνα Αδαμαντίδου και Στέλιο Γουλιέλμο και το τραγούδι Λες το τέλος να’χει έρθει) και του 1988 (με το Ηρεμηστικό-άγνωστη η θέση που πήρε). Στα φωνητικά του ήταν η καθηγήτρια του Εθνικού Ωδείου, Φωτεινή Σαββατιανού (εξαιρετική, παρά το ότι της είχαν χαμηλώσει το μικρόφωνο), ο έγχρωμος Manuel Phoenix, ο οποίος τραγουδούσε με έντονη προφορά, καθώς και το συγκρότημα Wave, δηλαδή ο Νίκος Αναδιώτης (κιθάρα), ο Μιχάλης Κουμιώτης (ντραμς) και ο Δημήτρης Αναστασόπουλος (keyboards). Υπήρχε ακόμα ένα μέλος, ο Λευτέρης Λυγερός, ο οποίος όμως δεν βρέθηκε στη σκηνή της Γιουροβίζιον. Όπως έχει πει σε συνέντευξη έμεναν σε ένα ξενοδοχείο τρίτης διαλογής, ενώ όλοι οι υπόλοιποι είχαν τοποθετηθεί στο Intercontinental. Η δισκογραφική του εταιρεία τους εγκατέλειψε, όπως και η ΕΡΤ και πλήρωνε ο ίδιος το φαγητό των παιδιών της ορχήστρας. Έχει στείλει άλλες τρεις φορές τραγούδι σε κλειστές επιλογές, ενώ έχει κάνει και τη διασκευή του Gente di mare (ΙΤΑ 87), σε ντουέτο με τη Φωτεινή Σαββατιανού, ως Παράλληλοι Δρόμοι. Παιζόταν στα στοιχήματα 12ο με 15ο. 1η παιζόταν η Ιρλανδία και η Αγγλία και 3η η Ολλανδία (η Ιταλία 7η-10η). Τελευταία στιγμή έφτιαξαν ένα χώρο για την ΕΡΑ 2. Η ελληνική αποστολή μοίρασε ούζο στις υπόλοιπες. Δεν έκανε καριέρα στο εξωτερικό, μολονότι εργάστηκε στο Εθνικό Θέατρο της Αγγλίας και έπαιξε σε βρετανική ταινία, διότι έπρεπε να φροντίσει τη μητέρα του που υπέστη εγκεφαλικό, κάτι που έμελλε να περάσει και ο ίδιος, προκαλώντας του παράλυση και αναγκάζοντάς τον να μείνει για 11 χρόνια άνεργος: «Το εγκεφαλικό, ήταν μια πολύ δύσκολη στιγμή στη ζωή μου και μου έχει αφήσει ένα κινητικό πρόβλημα […] Όταν ήμουν στον πέμπτο όροφο του νοσοκομείου «Γεννηματάς», σκέφθηκα να ρίξω μια βουτιά στο κενό και να τελειώνω», ωστόσο, όπως ο ίδιος είπε, τον κράτησαν στη ζωή τα παιδιά του. Κάπως έτσι κατέφυγε στην Αγγλία, για να βρει δουλειά. Το 1989, οπότε είχε συμμετάσχει στα προκριματικά και δεν βγήκε, τα είχε κάνει μπάχαλο, λέγοντας δημόσια σε εκπομπή της ΕΡΤ: «Εγώ δεν είμαι αρσενική πουτ@ν@»…«Ναι, και αυτό ήταν το τέλος της καριέρας μου στο τραγούδι. Όμως εξωθήθηκα στο να μιλήσω έτσι από τη συμπεριφορά ενός… σκυφτοκεφαλάκη τραγουδιστή που τότε βολευόταν από τα φεστιβάλ της ΚΝΕ και τα έβαλε μαζί μου. Με τη φράση αυτή ήθελα να πω ότι εγώ δεν είμαι γλείφτης, δεν είμαι στα κυκλώματα. Τόλμησα να τα βάλω με ένα κατεστημένο συνθετών, στιχουργών και άλλων εμπλεκομένων με το φεστιβάλ της Eurovision. Πάντως, θέλω να πω στα νέα παιδιά που πρόκειται να ασχοληθούν με τα καλλιτεχνικά πως στην Ελλάδα το μόνο που δεν χρειάζεται για να κάνουν καριέρα είναι το ταλέντο. Για να προωθηθούν πρέπει να χρησιμοποιήσουν τη γνωστή μέθοδο του… κρεβατιού ή την κομματική μπαγκέτα. Αξίζει να σημειωθεί πως την ίδια χρονιά αυτοπροτάθηκε για τη Γιουροβίζιον ο Γιώργος Ζαμπέτας! Για περισσότερα παρασκήνια μπορείτε να ανατρέξετε εδώ.
Philippe Lafontaine (BEL 90): Γεννήθηκε το 1955 στην κωμόπολη Gosselies και είχε δικό του καφέ-θέατρο, το «Quai aux bardes». Εγκατέλειψε τις σπουδές του σε Ιησουιτικό κολλέγιο και σε εργαστήρι πλαστικών τεχνών, για να γίνει μουσικός. Επί 15 χρόνια έκανε διάφορες δουλειές, για να ζήσει (σκηνογράφος, σκιτσογράφος κόμιξ, οικοδόμος, συνθέτης διαφημιστικών jingles). Πρώτo άλμπουμ το 1978, αλλά πρώτη επιτυχία το 1981, με το Bronze bronze. Τη δεκαετία του ’80 έκανε περιοδεία στη Ρωσία και τη Σενεγάλη με το μιούζικαλ Brel en mille temps. Το Macédomienne προτωβγήκε σε δίσκο το 1994, γιατί δεν ήθελε να βγάλει χρήματα από ένα τραγούδι για τη γυναίκα του. Μάλιστα ο μόνος όρος που έβαλε, για να πάει στον διαγωνισμό, ήταν το τραγούδι να βγει σε ένα μόνο αντίτυπο (έβγαλε τελικά 500 υπογεγραμμένα αντίτυπα). Τα δικαιώματα τα προσέφερε στις «causes communes», υπέρ των προσφύγων στη Γιουγκοσλαβία. Ο τίτλος είναι ένα λογοπαίγνιο ανάμεσα στο «Μακεδονίτισσα» και «Μακεδονίτισσά μου» (η σύζυγός του είναι από τη σημερινή Βόρεια Μακεδονία). Στην ελληνική επιτροπή έγινε διακριτική επισήμανση ότι, αν το ψήφιζαν, οι εφημερίδες θα έκαναν μεγάλο σκάνδαλο. 35 ετών τότε, είχε κάνει τουρ σε όλο τον κόσμο. Είχε ήδη 3 LP και 10 singles, εκ των οποίων το Coeur de loup πήγε στο #3 στη Γαλλία για δύο μήνες και το Alexis m’attend στο #15 το 1990, έγιναν δε επιτυχία στις γαλλόφωνες χώρες, παρόλο που το δεύτερο κατηγορήθηκε ότι είναι αντιγραφή ρωσικού τραγουδιού του Alexei Maximov. Από το 1992 τραγουδά χωρίς επιτυχία λάτιν, ενώ έγραφε για την συμπατριώτισσά του, γνωστή περισσότερο στη Γαλλία, Maurane. Το 1994 μετείχε σε ένα βοσνιακό άλμπουμ για φιλανθρωπικούς σκοπούς. Το 2001 βρέθηκε για δεύτερη φορά σε μιούζικαλ, το Celia Fee. Είναι γνωστός για τα υπονοούμενα που κρύβουν οι στίχοι του. Έχει να δισκογραφήσει από το 2003. Παντρεύτηκε στα 22 του και απέκτησε 3 παιδιά, ενώ είναι πλέον παππούς. Χάρη στις πωλήσεις του Coeur de loup αγόρασε το σπίτι των ονείρων του σε προάστιο των Βρευξελλών. Το 2001 προσβλήθηκε από ελονοσία που τον έριξε για οκτώ μέρες σε κώμα.
Kayahan (TUR 90-Kayahan Açar): γεννήθηκε το 1949 στη Σμύρνη, αλλά έζησε τα παιδικά του χρόνια στην Άγκυρα, πριν μετακομίσει στην Πόλη και τελικά σε ένα χωριό, το Inta Sevgi, οι δρόμοι του οποίου έχουν πάρει το όνομά τους από διάφορα τραγούδια του. Ήταν ενεργός από την εποχή της κασέτας, με καριέρα τριών δεκαετιών. Οκτώ από τα άλμπουμ του έγιναν μεγάλες επιτυχίες. Το 1978 είχε υποβάλει τραγούδι, αλλά δεν πέρασε στα 5 του τελικού. Ήταν υποψήφιος το 1981 (6ος), 1984 (χωρίς κατάταξη), 1987 (χωρίς κατάταξη), 1988 (ντουέτο με τη Nilüfer χωρίς κατάταξη) και 1989 (2ος). Ήρθε στο Μεσογειακό φεστιβάλ το 1986. Το Esmer Günler ψηφίστηκε σύνθεση της χρονιάς από την τούρκικη τηλεόραση. Έγραφε τραγούδια για παιδικές εκπομπές του καναλιού TRT. Από τον πρώτο του γάμο με τη Nur Hanım (1973), ο οποίος κράτησε 18 χρόνια απέκτησε την Beste, αναπληρωματική Μις Τουρκία το 1995. Το 1992 έκανε δεύτερο γάμο, με την Lale Yılmaz (με μάρτυρα τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Turgut Özal), όμως χώρισαν έναν χρόνο μετά. Το 1999 νυμφεύτηκε τη νεαρή İpek Tüter, της οποίας λάνασαρε την καριέρα, που του χάρισε μία ακόμα κόρη. Το 1990 διαγνώστηκε με καρκίνο των μαλακών μορίων, ο οπίος επανήλθε το 2005 και το 2014. Πέθανε τον Απρίλιο 2015, στα 66 του, από σύνδρομο δυσλειτουργίας πολλαπλών οργάνων σε κλινική της Κωνσταντινούπολης. Δύο μήνες πριν, σε συναυλία με τη Nilüfer (TUR 78), για την οποία έχει γράψει σημαντικές επιτυχίες, αποχαιρέτησε τους θαυμαστές του. Τον τελευταίο ενάμισυ χρόνο πάλευε και με τον καρκίνο του πνεύμονα. Είχε δώσει πολλές συναυλίες και στο εξωτερικό.
Maywood (NL 90-Aaltje “Alie” & Doetje “Edith” de Vries): γεννήθηκαν στο χωριό Uitwellingerga. Το ψευδώνυμο προκύπτει από τα καλλιτεχνικά τους ονόματα Alice May και Karen Wood. Παλαιότερα ονομάζονταν The Lady Pop’s. Ξεκίνησαν από γκρουπάκια. Κυκλοφόρησαν δίσκους σε 52 χώρες, τραγούδησαν σε διεθνή φεστιβάλ και έκαναν περιοδείες σε Βουλγαρία, Σουηδία, Φινλανδία, Ε.Σ.Σ.Δ. και Ινδονησία. Υπήρχαν από το 1970, αλλά πρωτογνώρισαν την επιτυχία το 1979 με το You treated me wrong. Έκαναν και άλλες επιτυχίες, όπως το Late at night (#1 στη χώρα τους και χιτ ακόμα και στη Νότια Αφρική) κ.α. Το 1987 πήραν μέρος στο Ιntervision Song Contest. Μοίραζαν την εβδομάδα του διαγωνισμού μπρελόκ και μαρκαδόρους. Είχαν ήδη προσπαθήσει το 1988 για το Λουξεμβούργο (παραλίγο να πάνε) και το 1989 για την Ολλανδία. Το τραγούδι πήγε στο #36 της Ολλανδίας. Στο live δεν ακούστηκε η χαρακτηριστική μπάσο τρομπέτα, διότι το μικρόφωνο του μουσικού δεν ήταν ανοιχτό. Τραγούδια τους έχει διασκευάσει στα ελληνικά η Άννα Βίσση, γι’ αυτό και η Ολλανδία την τίμησε με τις ψήφους της (8 το 1980, 12 το 1982, 5 το 2006). Χώρισαν το 1995 και ξεκίνησαν ανεπιτυχείς σόλο καριέρες. H Alice (η τραγουδίστρια) έσυρε στα δικαστήρια την Caren (την πιανίστα) το 1996 και -σε δέυτερο βαθμό- το 1999, προκειμένου να πάψει να χρησιμοποιεί το όνομα ‘Maywood’ και το πέτυχε, καθότι εκείνη ήταν η δημιουργός των περισσότερων τραγουδιών τους. Όποτε τυχόν χρησιμοποιούσε ξανά το όνομα, θα έπρεπε να πληρώσει πρόστιμο. Το 2006 η Alice μαζί με την -άγνωστη πριν και μετά- Rose Louwers επρόκειτο να αναβιώσει τις “Maywood”, αλλά δεν συμφωνούσαν οι χαρακτήρες τους. Αυτό έγινε τελικά το 2010 με άλλη αοιδό, την Inge Peters. Οι αδελφές επανενώθηκαν το 2013 για ελάχιστες συναυλίες του Gerard Joling για ένα medley, με ένα τραγούδι τους σε αυτό, το “Mother, How Are You Today”, να γίνεται χιτ στην Ινδονησία, ωστόσο σύντομα τσακώθηκαν ξανά, με τους καυγάδες τους να γίνονται πρωτοσέλιδα στα tabloids…
Céline Carzo (LUX 90): Γεννήθηκε την Πρωτοχρονιά του 1972 στη Νίκαια. Ιταλοϊσπανικής καταγωγής, παράτησε στα 17 της το σχολείο, για να σπουδάσει στο Ωδείο της Νίκαιας, όπου έμαθε και χορό. Το RTL ζήτησε από τον παραγωγό Orlando, αδελφό της Dalida, αν έχει κάτι να προτείνει και εκείνος τους έδωσε το demo της. Εξαφανίστηκε λίγο μετά από τον διαγωνισμό. Ηχογράφησε μόνο το single Quand Je Te Rêve / Looking for love. Στο σήμερα είναι παντρεμένη και έχει μία κόρη.
Emma (UK 90-Εmma Louise Booth): Γεννήθηκε το 1974 στο Bridgend. Η 15χρονη Ουαλλή είναι η νεότερη που εκπροσώπησε ποτέ το Ηνωμένο Βασίλειο. Νίκησε στην επιλογή με το 50% των ψήφων. Ανακαλύφθηκε από το συνθέτη Paul Curtis. Θεωρούσε το τραγούδι της διαφορετικό από τα «Boom Bang Bang songs». Άφησε το σχολείο της κι έκανε ιδιαίτερα, αφού έπρεπε να ασχοληθεί με το τραγούδι. Το εν λόγω πήγε στο #33 της Αγγλίας και το #83 του Eurochart Hot 100. Μία από τις χορωδούς της, η Miriam Stockley, ήταν πίσω και από την Catrina (UK 97). Αρνήθηκε τότε σε έναν Ισραηλινό ρεπόρτερ να τη φωτογραφήσει και προκλήθηκε σάλος. Το τραγούδι της είχε προταθεί το 1986 για τον παιδικό διαγωνισμό της Unicef. Κυκλοφόρησε ένα ακόμη single το 1991, το Danse all night, το οποιο απέτυχε να μπει στα charts. Έκτοτε εγκατέλειψε το τραγούδι. Μένει πλέον στο Seattle με τον σύζυγο και τα παιδιά της. Οι αδελφές της έχουν διάσημη σχολή χορού, ενώ ο πατέρας της, John Booth, είναι γνωστός ηθοποιός.
Stjórnin (ISL 90): O Grétar Örvarsson γεννήθηκε το 1959 και η Sigga (Sigríður Beinteinsdóttirή Sigga Beinteins-ISL 92, 94, φωνητικά 06) το 1962. Έχουν κοινό πάθος για τη μουσική, τα άλογα, τους νέους ανθρώπους και τα ταξίδια. Αμφότεροι μετείχαν και το 1992, ως μέλη των Heart 2 Heart. Εκείνος ξεκίνησε να παίζει πιάνο από παιδί και δημιούργησε το πρώτο του γκρουπ στα 14. Σήμερα είναι ο τραγουδιστής των Stymarin. Το 2008 επέστρεψε ως χορωδός. Οι μουσικοί του γκρουπ είναι ο Eidur Arnarsson, ο Einar Bragi Bragason, ο Thorsteinn Gunnarson και ο Jón Elvar Hafsteinsson. Με το όνομα αυτό κυκλοφόρησαν επτά άλμπουμ μεταξύ 1990 και 1999. Η Sigga ξεκίνησε σόλο καριέρα το 1990, κερδίζοντας με το Eg fell i stafi το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενης καλλιτέχνιδας στον εθνικό διαγωνισμό Landslagid. Για πέντε συνεχείς χρονιές ψηφιζόταν καλύτερη τραγουδίστρια της Ισλανδίας. Έχει βγάλει επτά άλμπουμ. Στην επιλογή του 1990 είχε ακόμα δύο τραγούδια στον ημιτελικό. Το 1991 διαγωνίστηκε με το Lengi lifi lifid (ντουέτο με τον Johannes Eidsson), αλλά ήταν μάλλον απογοητευτική. Πήγε και το 1992 με το Einfalt mal. Είναι παντρεμένη με τον Birgi Jóhann Birgisson και μεγάλη θαυμάστρια του Prince.
Για τον Ketil Stokkan (NOR 86, 90), βλ. 1986.
Rita (ISR 90-Rita Yahan-Farouz, πρώην Kleinstein): γεννήθηκε στο Ιράν και συγκεκριμένα στην Τεχεράνη. Στα οκτώ της μετανάστευσαν οικογενειακώς στο Ισραήλ. Ξεκίνησε να τραγουδά από το 1980 σε στρατιωτικό γκρουπ. Το 1986 ήρθε 4η στο Kdam με το Shvil habricha, που έγινε το πιο επιτυχημένο τραγούδι εκείνης της χρονιάς από την επιλογή. Έχει κάνει πολλά χιτ. Το 1990 ψηφίστηκε γυναίκα της χρονιάς και επελέγη για τη Γιουροβίζιον χωρίς διαγωνισμό. Ο συνθέτης Rami Kleinstein είναι ο πρώην σύζυγός της (χώρισαν το 2007), Δεν δέχθηκε να το διευθύνει και το έδωσε στον Rami Levin. Η Rita ήθελε να κάνει μια εκτέλεση που θα τη θυμόταν ο κόσμος για καιρό. Στην επιλογή εκείνης της χρονιάς συμμετείχε ο Gabi Cohana, σωφέρ του διευθυντή του καναλιού IBA, Arye Mekel, γεγονός που προκάλεσε σκάνδαλο. Εξαφανίστηκε μετά, για να ασχοληθεί με τις κόρες της, οι οποιες είναι σήμερα τραγουδίστριες και ηθοποιοί. Το 1994 έκανε comeback, με κάθε τραγούδι του δίσκου της να γίνεται επιτυχία. Τραγουδά και στα Περσικά, εξάλλου κάνει καριέρα και στις δύο χώρες. Έχει παίξει σε πολλά θεατρικά μιούζικαλ και ταινίες. Αγαπά την Αλεξίου και τον Νταλάρα. Τραγούδησε, εξάλλου, τότε στα Ελληνικά το Μη μου θυμώνεις μάτια μου. Έχει εκδώσει δύο βιβλία. Παραμένει ενεργή. Για δύο χρόνια (2009-2010) ήταν σε σχέση με τον δημοσιογράφο Ronan Bergman. Από το 2017 μέχρι το 2022 είχε σχέση με τον δικηγόρο και ηθοποιό Charlie Bozagio, αλλά χώρισαν. Το 2016 βρέθηκε στην εντατική, σε καραντίνα, λόγω απροσδιόριστης μόλυνσης.
Lonnie Devantier (DEN 90-Lonnie Høgh Devantier Askou Kjer): ο πατέρας της Egon Kjer είναι μέλος του γνωστού γκρουπ Keld og The Donkeys. Η ίδια σπούδασε ρυθμικό τραγούδι. Η επιλογή εκείνη ήταν η πρώτη στη Δανία με τηλεφωνικές ψήφους. Από την υπερφόρτωση του δικτύου, όλα τα επείγοντα τηλέφωνα της χώρας βγήκαν εκτός λειτουργίας. Την επιλογή παρουσίασαν ο Dario Campeotto (DEN 61) και η Birthe Kjaer (DEN 89), οι οποίοι προσπάθησαν να αναπαραστήσουν την πρώτη συμμετοχή της χώρας (1957). Ο συνθέτης του, John Hatting, είναι σύζυγος και συνθέτης της Lisa Haavik (DEN 86). 17 ετών τότε, είχε κερδίσει ήδη σε ένα διαγωνισμό ταλέντων. Αμέσως μετά βγήκε το πρώτο της άλμπουμ. Όνειρό της τότε ήταν να γίνει δημοσιογράφος. Τελικά έγινε τραγουδίστρια και συνθέτης (γράφει – μεταξύ άλλων – για την Sanne Salomonsen), διατηρώντας χαμηλό προφίλ. Από το 2009 είναι, μαζί με τον Stefan Mørk, μέλος του ντουέτου Dark & Dear, το οποίο πλέον μετεξελίχθηκε σε μπάντα. Το 2006 ήταν υποψήφια ως συνθέτης με το Grib mig που ερμήνευσαν οι Trine Jepsen & Christian Bach. Ζει μόνιμα στο Amager, έχει δύο παιδιά και χρησιμοποιεί πλέον το όνομα Lonnie Kjer. Παράλληλα, μαζί με τον Liv Beck διευθύνει την εταιρεία Beck & Kjer.
Egon Egemann (SWI 90-Egon Lackner): είναι Αυστριακός, γεννημένος στο Graz το 1955 ή το 1963, σύμφωνα με άλλη πηγή. Σπούδασε στο Ωδείο του Graz βιολί και τζαζ και συνεργάστηκε με αρκετές μπάντες, όπως η εξειδικευμένη σε σώου και θεάματα Die Paldauer, για την οποία έγραψε αναρίθμητα τραγούδια, πριν κάνει σόλο καριέρα από το 1989 και δίσκους ως βιολιστής και τραγουδιστής. Σπούδασε στο Berklee της Βοστώνης, πριν επιστρέψει το 1978 και μοιράσει τη ζωή του ανάμεσα στην Αυστρία και την Ελβετία. Εργαζόταν παλαιότερα και στην Schweizer Rundfunkorchester. Στην επιλογή το τραγούδι του ήρθε 1ο από το κοινό, 3ο από τον Τύπο και προτελευταίο από τους ειδικούς. Το 1995 το τραγούδι του s’Rösi ήταν στον τελικό του φεστιβάλ φολκλορικής μουσικής (Grand Prix der Volksmusik). Το 1998 έπαιξε βιολί πίσω από τη Gunvor, της οποίας το τραγούδι είχαν συνθέσει μαζί.Το 1999 δημιούργησε μαζί με τους δύο γιους του, επίσης βιολονίστες, το κελτικό ροκ γκρουπ Two Generations (κάτι σαν ελβετικό Riverdance). Μαζί διαγωνιστηκαν στο διεθνές χορευτικό σώου Skydance. Το 2004 μαζί με τον Ρομά κιθαρίστα Robin Nolan έπλασε τους Mad Manoush, οι οποίοι εμφανίζονται σε διεθνή φεστιβάλ. Αξίζει να σημειωθεί πως τις δύο φορές που βρέθηκε στη σκηνή της Γιουροβίζιον, η Ελλάδα πήρε τη χειρότερη θέση της μέχρι τότε!
Chris Kempers & Daniel Kovač (GER 90-Christiane Kempers): εκείνη γεννήθηκε το 1965 σε ένα προάστιο του Μονάχου και ασχολήθηκε από την αρχή με τοπικά συγκροτήματα, πριν γίνει επαγγελματίας χορωδός σε στούντιο, αλλά και σε καλλιτέχνες, όπως ο Howard Carpendale, ο Roy Black και ο Bernhard Brink. Ήταν υποψήφια το 1988 ως μέλος των Rendezvous (10οι). Την επέλεξε ο Ralph Siegel για τη Γιουροβίζιον, μετά από την επιτυχία που είχε σε ένα τηλεοπτικό σώου, μιμούμενη την Jennifer Rush. Εκείνος είναι Σλοβένος, γεννημένος στην Črna na Koroškem της πρώην Γιουγκοσλαβίας το 1956. Από το 1968 μένει στη Γερμανία και ίδρυσε το πρώτο του ροκ γκρουπ το 1971. Από το 1979 εργαζόταν κάνοντας φωνητικά σε δίσκους άλλων καλλιτεχνών. Στις αρχές της δεκαετίας του ’80 ίδρυσε το αρκετά πετυχημένο γκρουπ Call me bei. Σήμερα είναι τηλεπαρουσιαστής (κάτι που έκανε από παλιά σε τοπικό κανάλι του Μονάχου, το Musicbox) και συνεργάζεται με το μουσικό κανάλι VH-1. Κατά καιρούς κάνει ραδιοφωνικές εκπομπές στη Bayerischer Rundfunk, τον Energy Hamburg και το Radio Xanadu. Παράλληλα, έχει τη δική του μπάντα (Daniel Kovac Band), με την οποία έχει κυκλοφορήσει δύο άλμπουμ. Παραδόξως οι δύο χώρες (Γερμανία, Γιουγκοσλαβία) δεν αλληλοψηφίστηκαν καθόλου. Υπάρχει και σερβοκροατική βερσιόν, Sretni dani. Στη Γερμανία, το εν λόγω βρέθηκε στο #51 του Τοπ. Το τραγούδι μιλά για τις πολιτικές αλλαγές στη χώρα, έτσι κέρδισε μεν την εθνική επιλογή, αλλά δεν συγκίνησε την Ευρώπη. Σε αυτό συνέβαλε και η εμφανής αδυναμία των δύο τραγουδιστών να «πιάσουν» τις σωστές νότες. Αμέσως μετά η καλλιτεχνική τους συνεργασία τελείωσε και η Chris εξαφανίστηκε κάπως από το μουσικό στερέωμα, με μοναδική εξαίρεση τη συμμετοχή της μεταξύ 1991-2 στο ροκ γκρουπ Palatinate και την εμφάνισή της το 1993 σε ένα υπαίθριο θέατρο του Ρήνου, στο ρόλο της Loreley και αυτή του 1998 στο μιούζικαλ «Gambler». Η αναπάντεχη νίκη τους στον εθνικό τελικό αμφισβητήθηκε, καθότι το ραδιοφωνικό κοινό είχε ψηφίσει την Isabel Varell. Μία άλλη υποψήφια προσέλαβε δικηγόρο, διότι αμφισβήτησε ευθέως την εγκυρότητα των αποτελεσμάτων, υποψιαζόμενη νοθεία.
Joëlle Ursull (FRA 90): με καταγωγή από τη Γουαδελούπη, όπου γεννήθηκε το 1960, είναι η πρώτη καλλιτέχνιδα από τις Αντίλλες που έκανε χρυσό δίσκο στη Γαλλία. Μάχεται υπέρ των δικαιωμάτων των γυναικών. Το 1979 εξελέγη “Μις Γουαδελούπη”. Υπήρξε μοντέλο και τηλεοπτική ηθοποιός. Πριν ξεκινήσει τη σόλο της καριέρα το 1988 (με τρία άλμπουμ μέχρι σήμερα), ήταν μέλος των περίφημων Zouk Machine, εξάλου το τραγούδι ανήκει μουσικά στο αφρικάνικο στυλ ζουκ. Εμφανίζεται και δισκογραφεί πλέον σποραδικά. Έχει δύο κόρες, για το μεγάλωμα των οποίων αποσύρθηκε επί 10 χρόνια. Στη Γουαδελούπη τής έκαναν ενθουσιώδη υποδοχή στο αεροδρόμιο, όπου συνέρευσαν πάνω από 3000 άτομα, μαζί με τον δήμαρχο του Morne-à-l’eau. Οι στίχοι γράφτηκαν από τον εμβληματικό Serge Gainsbourg (βλ. LUX 65, MON 67, όπου ήταν και ο συνθέτης), λίγο πριν τον θάνατό του. Δεν γνωρίζουμε, αν επιβεβαιώνεται το κοινό μυστικό ότι όλες όσες προώθησε ο Serge υπήρξαν ερωμένες του. Το τραγούδι ανέβηκε στο #2 του Γαλλικού τοπ, ενώ μπήκε στα charts 5 ακόμα χωρών (#9 στο European hot 100). Οι πωλήσεις της (1 εκατομμύριο singles και 100.000 LP) είναι οι μεγαλύτερες μέχρι το 2000 για γαλλόφωνο τραγούδι της Eurovision, μετά από αυτές της Marie Myriam (5 εκατομμύρια singles). Για μερικές χρονιές (από το 1990 ως το 1997) το γαλλικό τραγούδι επέλεγε η «σιδηρά κυρία» Marie-France Brière, υπεύθυνη μουσικών προγραμμάτων του Antenne 2 (μετέπειτα France 2). Σκοπός της ήταν να εντυπωσιάσει η Γαλλία την Ευρώπη, με τις περίεργες συμμετοχές της. Το 1990 υπέβαλε ένσταση για περίεργη βαθμολογία από την Ιταλία (η επιτροπή συστήθηκε ως ‘Jury espagnol’, δεν έδωσαν πόντους στις δύο βασικές αντιπάλους, Ιρλανδία και Γαλλία, χάρισαν το maximum στα outsiders) στην EBU και ζήτησε τις αποδείξεις της ψηφοφορίας, εγείροντας ολόκληρο σκάνδαλο στις εφημερίδες Figaro και France-Soir.
Tajči (YUG 90-Tatjana Matejaš): γεννήθηκε το 1970 στο Ζάγκρεμπ και υπήρξε μεγάλο είδωλο των εφήβων, παραπέμποντας στη Marilyn Monroe, με πολλούς πλατινένιους δίσκους. Ο πατέρας της είναι κιθαρίστας και τραγουδιστής. Μετείχε στο παιδικό φεστιβάλ Djeca Pjevaju από το 1974 ως το 1976. Το 1987 πήρε το βραβείο καλύτερης πρωτοεμφανιζόμενης στο Zagrebfest με το Noc od kristala. Τότε ηχογράφησε το πρώτο της mega hit Sedamnaest mi je godina, σε ντουέτο με τους Hari Mata Hari. Ηθοποιός με το Zagreb Youth Theater, πήγε και στο Ωδείο για σπουδές. Από το 1990 συνδέθηκε με τον συνθέτη Zrinko Tutić και βρέθηκε στο διαγωνισμό. Έγινε τότε μεγάλη διαφήμιση, με αφίσες σε μαγαζιά, μπαρ και μέσα μεταφοράς, τηλεοπτικές εμφανίσεις, καταχωρήσεις σε εφημερίδες και περιοδικά, ενώ την έκαναν μέχρι και κούκλα (το παιχνίδι που έχει πουλήσει περισσότερο από κάθε άλλο). Την παραμονή έκλαιγε, μόνη στο ξενοδοχείο και της έλειπαν οι δικοί της. Ήθελε αρχικά να βάλει ένα πορτοκαλί φόρεμα. Ο συνθέτης δεν πίστευε ιδιαίτερα σε αυτήν και το θεωρούσε ρίσκο να ασχοληθεί μαζί της. Επί σκηνής οι Alan & Kristijan Vukelić, Goran Grgurač, Branko Kužnar, Milana Bebić. Την ίδια χρονιά ήρθε 3η στο Cesme και έκανε τουρ σε όλη τη χώρα. Όταν έφθασε στο απόγειο, η Kροατία δεν την χωρούσε πια. Δεν ήθελε λεφτά ή φήμη. Από το 1992 λοιπόν ζει στην Αμερική, όπου έκανε μουσικές σπουδές, παντρεμένη και για πολλά χρόνια υπέρβαρη, προσπαθώντας να αποτινάξει την εικόνα της bimbo. Στη Νέα Υόρκη πήγε στο Broadway’s American Musical and Dramatic Academy και εμφανίστηκε σε θέατρα, καμπαρέ, φεστιβάλ, φιλανθρωπικά gala και σόλο κοντσέρτα στο Madison Square Garden και το Carnegie Hall. Ήθελε να κάνει κάτι ανώνυμη και με τη βοήθεια του Θεού. Δούλεψε ακόμα και ως καθαρίστρια, για να ζήσει. Το 1994 γυρίζει στη χώρα της, για να παίξει στο Rijeka Theater. Tραγουδά σε χριστιανικές συγκεντρώσεις, παίζει δε πιάνο, κιθάρα ακορντεόν και εκκλησιαστικό όργανο (!), ενώ μιλά Αγγλικά, Ρωσικά και Ιταλικά. Σύζυγός της υπήρξε ο αμερικανός παραγωγός Matthew Cameron (τον έχασε το 2017 από καρκίνο στον πνεύμονα), με τον οποίο γνωρίστηκαν αντάλλασσοντας ερωτικά E-mail. Παντρεύτηκαν το 1999 στην Κροατία, σε μια δίγλωσση τελετή. Κάνει πλέον καριέρα ως Tatiana Cameron και μένει στο Hollywood, έχοντας ζήσει σε διάφορες αμερικανικές πόλεις, με τους τρεις γιούς της. Η αδελφή της κάνει επίσης καριέρα στις Η.Π.Α. ως ηθοποιος, με τον όνομα Sanya Mateyas. Έβγαλε συνολικά 3 άλμπουμ στην Kροατία και 13 στην Αμερική. Δραστηριοποιείται πέρα από τραγουδίστρια, ως τηλεπαρουσιάστρια, συγγραφέας, coach ολιστικής ζωής και blogger.
Nucha (POR 90- Cristina Isabel dos Santos Baldaia Trindade): γεννήθηκε το 1966 στην Águeda και ξεκίνησε σε μπαράκια από τα 13 της. Αργότερα έγινε μέλος του γυναικείου ντουέτου Kutchie & Kutchie, κάνοντας τουρνέ σε όλη τη χώρα και ηχογραφώντας single. Το 1988 έλαβε μέρος στο φεστιβάλ του Cesme. To 1990 κέρδισε βραβείο IMOF στην Ολλανδία, το οποίο παρέλαβε στο Χόλλυγουντ, ενώ την ίδια χρονιά μετείχε στο Midnight Sun Contest στη Φινλανδία. Ήταν μέλος στην Α’βάθμια επιτροπή της Πορτογαλίας το 1995. Έκανε πολλές ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές διαφημίσεις. Το 1988 ήταν υποψήφια με το Se calhar αλλά δεν πέρασε στον τελικό. Το 2009 υπήρξε ξανά υποψήφια (9η), με το Tudo está na tua mão, με τη συμμετοχή της να προκαλεί έκπληξη. Το 1ο της album βγήκε το 1992, με τίτλο «Tu vais ver», από όπου έγινε επιτυχία το Se o dia nascesse. Έκτοτε κυκλοφόρησε ακόμα 11 δίσκους, με τελευταίο εκείνον του 2012. Το 2013 μετείχε στο Big Brother VIP. Κατά καιρούς υπήρξε τηλεπαρουσιάστρια, ενώ για ένα διάστημα ερμήνευε χριστιανικό ρεπερτόριο, πριν επιστρέψει στο ροκ και τα blues. To 1998, οπότε χώρισε από τον πρώτο της σύζυγο Paulo Trindade, έκανε δύο απόπειρες αυτοκτονίας. Μαζί είχαν αποκτήσει μία μοναχοκόρη, την Catarina, έξι ετών τότε. Όταν προσβλήθηκε από καρκίνο του στήθους το 2010, δεν δέχτηκε να φορέσει περούκα. Υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση και θεραπεύτηκε.
O Liam Reilly (Liam O’Reilly-IRL 90) γεννήθηκε το 1955 στο Dundalk. Από το 1978, οπότε ιδρύθηκαν, ήταν μέλος των Bagatelle, οι οποίοι επηρέασαν καλλιτέχνες όπως οι U2, μολονότι δεν ξεπέρασαν τα σύνορα της χώρας τους. Μεγαλύτερές τους επιτυχίες τα Summer in Dublin (#1), Leeson Street Lady και Second Violin. Το 1980 ο Gus Dangeon, manager του Elton John τού πρότεινε να κάνει σόλο καριέρα, αλλά αρνήθηκε, προτιμώντας να στηρίξει το συγκρότημα. Αυτό έγινε τελικά στα μέσα της δεκαετίας, οπότε μετακόμισε στη Savannah της Georgia. Με εξαίρεση διάφορες περιοδείες των Bagatelle (με τελευταία εκείνη του 2018), μέχρι το τέλος της ζωής του παρέμεινε στις Η.Π.Α., όπου δραστηριοποιήθηκε ως συνθέτης, παραγωγός και τραγουδιστής. Το 1988 ήρθε 2ος στον εθνικό τελικό με το τραγούδι Lifeline. Το 1990 ήρθε η ώρα του να κερδίσει με το “Somewhere in Europe”, ένα τραγούδι με κλισέ στίχους, όπου απαριθμούνται ευρωπαϊκές πόλεις και αξιοθέατα (#6 στα ιρλανδικά charts). Παρόλα αυτά, ήρθε 2ος στη Γιουροβίζιον. Στον εθνικό τελικό πήρε 130 βαθμούς, αφήνοντας 2η τη Linda Martin (IRL 84, 92). Την επόμενη χρονιά έγραψε το νικητήριο τραγούδι του εθνικού τελικού, Could it be that I’m in Love με την Kim Jackson (του έκανε φωνητικά το 1990, εξάλλου αυτός λάνσαρε την όποια καριέρα της), με το τραγούδι εκείνο να γίνεται το μόνο μέχρι τότε που δεν μπήκε καθόλου στο ιρλανδικό τοπ, από καταβολής Γιουροβίζιον.
Edin-Ådahl (SWE 90): Πρόκειται για δύο ζεύγη αδελφών (Bertil & Lasse Edin, Frank & Simon Axel Ådahl) που ανήκουν στους μορμόνους. Έχουν πάει στο #1 του αμερικανικού ραδιοφωνικού σταθμού Christian Hit Radio (CHR), με το Heaven into my soul. Οι αδελφοί Ådahl γεννήθηκαν στο Kronoby της Φινλανδίας, το 1957 ο Simon και το 1960 ο Frank. Ξεκίνησαν ως μουσικοί το 1968 και στα ΄70’ς κυκλοφόρησαν τρία άλμπουμ. Ο Frank, που προσπάθησε κι άλλες δύο φορές έκτοτε (5ος το 1995 με το Följ dina drömmar, ως μέλος του κουαρτέτου Lindbom-Bark-Ådahl-Stolt και το 2996 πάλι 5ος, με το Tårar från himlen), ήταν στα φωνητικά του Ketil Stokkan (NOR 86) και του Roger Pontare (SWE 00). Το 1998 είχε τραγούδι στη 10άδα, το Kärleken finns överallt, με τη φωνή της Helena Erikson. Επίσης υπήρξε μέλος του γερμανικού γκρουπ Moti Special και έχει κάνει συχνά φωνητικά σε νορβηγικές επιλογές. Έβγαλε τρεις σόλο δίσκους. Ήταν δε η φωνή του Simba στη σουηδική μεταγλώττιση του The Lion King. Ζει στο Bonässund με τη σύζυγο και τα τρία τους παιδιά. Το γκρουπ διαλύθηκε το 1992, μετά από 15 χρόνια κοινής καριέρας και οκτώ άλμπουμ. Η συμμετοχή τους βρέθηκε στο #15. Ανήκουν στο είδος CCM (Contemporary Christian Music). O Lasse Edin δημιούργησε τους The Outsiders το 1990. Οι αδελφοί Edin έχουν αποσυρθεί εδώ και χρόνια, ενώ οι αδελφοί Ådahl συνεχίζουν ως τραγουδιστές, μάλιστα έχουν κάνει τουρνέ ως χορωδοί της Carola. Ο Lasse πάσχει ήδη από τη δεκαετία του ’90 από νευρολογική ασθένεια. Ζει στη γενέτειρά του Gävle. Ο Bertil είναι πάστορας στο Sundbyberg. Ο αδελφός τους Pelle Edin είναι γνωστός τηλεδημοσιογράφος. O Simon στράφηκε στα θεία και έγινε αναβιωτής (revivalist) λίγο μετά το millenium, όταν ένας άγνωστος έστελνε σε εκείνον και τη γυναίκα του απειλητικά μηνύματα, κατέστρεψε το αυτοκίνητό τους, παρακολουθούσε τα παιδιά τους στο νηπιαγωγείο κι έφτασε στο σημείο να εισβάλει στο σπίτι τους.
Toto Cutugno (ITA 90-Salvatore Cutugno): γεννήθηκε το 1943 στο Fosdinovo, αλλά σύντομα μετακόμισε με τους δικούς του στη La Spezia. Στα πέντε του χρόνια είδε την 7χρονη αδελφή του Anna να πνίγεται από gnocchi. Έχει ακόμα δύο αδέλφια, τον Roberto και τη Rosanna, το πρώτο παιδί στην Ιταλία που έκανε εγχείρηση καρδιάς. Άρχισε ως τυμπανιστής και μετά ντράμερ, δημιουργώντας τα γκρουπ Toto and the Rockers, Ghigo Group, Toto e i Tati, με το οποίο γύρισε όλη την Ιταλία. Ξεκίνησε να μαθαίνει ακορντεόν, αλλά το εγκατέλειψε για οικονομικούς λόγους. Από το 1976 και μετά έχει πάρει ένα σωρό βραβεία είτε ως συνθέτης, είτε ως ερμηνευτής. Έχει γράψει τραγούδια για καλλιτέχνες όπως η Mireille Matthieu, ο Johnny Hallyday, η Ornella Vanoni, ο Domenico Modugno, ο Frank Sinatra, ο Joe Dassin (L’été indien, Et si tu n’existais pas), η Marion Rung, η Fiordaliso, ο Fausto Leali, οι Richi e Poveri, ο Adriano Celentano (τον οποίο πρωτοανέβασε στην κορυφή του ιταλικού τοπ). Πριν κάνει σόλο καριέρα, ήταν μέλος του γκρουπ Albatros (3οι το 1976 και φιναλίστ το 1977 στο Sanremo). Ιδιαίτερα επιτυχημένη είναι και η σόλο πορεία του στο Sanremo: 1ος το 80, έξι φορές 2ος, μία 3ος, δύο φορές 4ος, (και πολλές φορές στην τριάδα ως συνθέτης). Μαζί με τον Peppino di Capri, τη Milva και τον Al Bano κατέχει το ρεκόρ συμμετοχών στο Sanremo. Διαγωνίστηκε σε αρκετά ακόμα εθνικά φεστιβάλ. Έχει γράψει διεθνείς επιτυχίες όπως το L’Italiano ή το Serenata. Πήγε στη Γιουροβίζιον, όταν αρνήθηκαν να μετάσχουν οι I Pooh με το Uomini Soli. Το 1990 παρουσίαζε το γνωστό σώου «Domenica in». Το 1991 παρουσίαζε το «Piacere Rai Uno», για μικρές ιταλικές πόλεις. Του άρεσε η βόλτα με το αερόστατο στο Ζάγκρεμπ. Για την παρουσίαση το 1991 «έπαιζε» και το όνομα της Raffaella Carrà (δεν επελέγη τελικά, ίσως διότι εργαζόταν τότε στο ισπανικό κρατικό κανάλι ΤVE). Το τραγούδι του μπήκε στα charts αρκετών χωρών (#19 στο Eurochart hot 100) και παίχτηκε ακόμα και στο ΜΤV. Στα φωνητικά του είχε τους Ashes & Blood (YUG 75). Είναι παντρεμένος με την Carla Cutugno, αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε να φλερτάρει διάφορες συμμετέχουσες το 1991, εξάλλου έναν χρόνο πριν απέκτησε τον μοναχογιό του Νico από εξωσυγυζική σχέση.. Έχει πουλήσει πάνω από 100 εκατομμύρια δίσκους και η καριέρα του, με διεθνείς επιτυχίες, ξεπέρασε κατά πολύ τα ιταλικά σύνορα. Το 2007 διαγνώστηκε με καρκίνο του προστάτη, ο οποίος έκανε μετάσταση στα νεφρά, με αποτέλεσμα να αφαιρέσει τον δεξιό νεφρό. Αυτός που τον πίεσε να κάνει έγκαιρη διάγνωση και του συμπαραστάθηκε στην περιπέτεια της υγείας του ήταν ο Albano. . Αποσύρθηκε για έναν χρόνο, καθώς έπρεπε να υποβληθεί σε εγχείρηση και θεραπεία. Το 2018 εισήχθη σε βελγικό νοσοκομείο, λόγω ασθένειας που του προκάλεσε η υπερβολική ζέστη. Ένα χρόνο μετά Ουκρανοί βουλευτές επιχείρησαν να του αρνηθούν την είσοδο στη χώρα τους.
Simone (AUS 90-Simone Stelzer): γεννήθηκε το 1969 στη Βιέννη, αλλά μεγάλωσε στο Herzogenburg. Σπούδασε σε μια σχολή, με ειδίκευση στη συντήρηση έργων τέχνης. Στην επιλογή είχε κερδίσει το Das Beste με τους Duett. Η τραγουδίστρια την ώρα της μουσικής γέφυρας έπεσε. Ο άνδρας συνέχισε για άλλα 20’’ και μετά είδε τι έγινε. Μετά το τελευταίο τραγούδι της επιλογής, ξανατραγούδησαν κανονικά. Οι ειδικοί το “έθαψαν”, ενώ το κοινό το αποθέωσε. Ειπώθηκε ότι ήταν άδικο, διότι ακούστηκε δύο φορές και πως η πτώση έγινε επίτηδες. Επιπλέον, βρέθηκε ότι ήταν αντιγραφή ενός τραγουδιού από τον ημιτελικό της Γερμανίας του 1988. Έτσι πήγε η 2η Simone, μέλος του νεανικού συγκροτήματος Peter Pan (υπό τον Peter Pansky), πριν ξεκινήσει σόλο καριέρα το 1988. Η ESC εκτίναξε την καριέρα της στα ύψη, βγάζοντας τότε το πολύ πετυχημένο άλμπουμ «Feuer im Vulkan». Λίγο πριν πάει στον διαγωνισμό, ήρθαν στην επιφάνεια οι γυμνές της φωτογραφήσεις για τολμηρό περιοδικό, κάτι που προκάλεσε αντιδράσεις κυρίως από τους Βρετανούς και τους Τούρκους. Έπαιξε και σε κάποιες ταινίες. Το 1991 πήγε στον διαγωνισμό ως δημοσιογράφος, ενώ το 1992 ήταν στην επιτροπή της τελικής βραδιάς. Στην επιλογή του 1994 είπαν από ένα τραγούδι χωριστά εκείνη (4η με το Radio, στην αυστριακή διάλεκτο) αλλά και ο συνθέτης της το 1990, Wolfgang Berry. Το πιο πετυχημένο της single ήταν το Wahre Liebe του 1994. Ήταν υποψήφια και το 2008, αλλά δεν προκρίθηκε. Ένα χρόνο μετά παντρεύτηκε τον Alexander Kreissi, τον παρτεναίρ της στο Dansing Stars. Πήραν διαζύγιο το 2015. Το 2020 ήρθε 2η στο Masked Singer. Κάνει καριέρα και στη Γερμανία, όπου της γράφουν ο Ralf-René Maue (υπεύθυνος για τους London Boys) και ο Adam Schairer (των Adam & Eve). Είναι ακόμα ενεργή, ως μέλος του ντουέτου Simone & Charly Brunner. Πολλά τραγούδια της μπήκαν στα charts των γερμανόφωνων χωρών.
Anastazio (CYP 90-Charis Anastasiou): Το μουσικό θέμα του Μιλάς Πολύ (το τραγούδι απευθύνεται στον λαλίστατο Αναστάζιο, ο οποίος πίεζε τον John Vickers να του γράψει τραγούδι) προέρχεται από ένα μουσικό θέμα με οκτώ νότες του ΡΙΚ. Η ενορχήστρωση έγινε από τον Christian Leibl (συνεργάστηκε και με την Αλέξια στο άλμπουμ «Ένα, Δύο, Τρία»), ο οποίος το έκανε αγνώριστο. Καθότι είναι αντιγραφή του στυλ των Stock, Aitken & Waterman, υπήρχε αισιοδοξία ότι θα γινόταν πανευρωπαϊκή επιτυχία. 29 ετών τότε ο Αναστάζιο. Είχε κάνει σπουδές χορού στη Νέα Υόρκη και ήταν συμφοιτητής της… Madonna. Το 1987 χόρευε πίσω από την Αλέξια. Είπε 3 τραγούδια στην επιλογή του 1990 (1ος, 3ος, 8ος), ενώ το 1996 ήρθε 6ος. Τελευταίος ήταν ο γνωστός παρουσιαστής του ΡΙΚ Λουκάς Χάματσος που έχει δώσει κατά καιρούς την κυπριακή βαθμολογία. Ο Peter Yannaki (συνθέτης CYP 86, 06) τού έκανε promotion στην Αγγλία και το ανέλαβε γερμανική δισκογραφική εταιρία. Έχει δική του σχολή χορού, το Jazz Center, στη Λεμεσό. Ο Αναστάζιο είναι από τους πρώτους ανθρώπους που αρρώστησαν από κορωνοϊό στην Κύπρο, μάλιστα έπεσε σε κώμα για 21 ολόκληρες μέρες. Ενώ αποθεραπεύτηκε, συνέχισε επί μήνες να νοσηλεύεται, διότι η αρρώστια τού άφησε κινητικά προβλήματα που του προκαλούν πόνους στις αρθρώσεις, ενώ η εφ’ όρου ζωής αγωγή που του συνέστησαν οι γιατροί, αργά η γρήγορα θα του επηρεάσει τα νεφρά. Είχε περάσει πνευμονίες στο παρελθόν, αλλά και καρκίνο. Η σύντροφός του Silvia “έφυγε” το 2014 από νεφρική ανεπάρκεια. Ζούσαν παράλληλα στην Κύπρο και το εξωτερικό, όπου έκανε τις εκθέσεις της και εκείνος τις εμφανίσεις του. Για τρία χρόνια είχε κατάθλιψη, έπαιρνε φαρμακευτική αγωγή και τον παρακολουθούσαν ειδικοί. Κατά καιρούς χάρη στη Γιουροβίζιον τον καλούν για εμφανίσεις στο εξωτερικό. Περισσότερα για την κυπριακή συμμετοχή μπορείτε να δείτε εδώ. Stop the press: o Αναστάζιο επικοινώνησε μαζί μας, είναι καλά, ξεπέρασε τα προβλήματα υγείας και ξεκίνησε πάλι από τον Ιούνιο το σώου του! Ευχόμαστε να είναι πάντα γερός και δυνατός!
Beat (FIN 90): Δημιουργήθηκαν το 1979 στην πόλη καταγωγής τους, το Τούρκου (από εκεί προέκυψε η παρανόηση ότι έχουν δήθεν… τουρκική καταγωγή). Το 1980 ήρθαν 1οι σε ισοψηφία σε φεστιβάλ νεολαίας στην πόλη Kokkola. Το 1981 έβγαλαν αγγλόφωνο άλμπουμ, το A Hope for Peace. Την ίδια χρονιά πήραν μέρος στο Syksyn Sävel (2οι), όπου τραγούδησαν μαζί με τους Jonna και Timo Tervo από τους Boulevard (FIN 88). Στο ίδιο φεστιβάλ επανήλθαν το 1985. Το 1990 είναι η μόνη χρονιά με δύο σουηδόφωνα τραγούδια (τόσο στον διαγωνισμό, όσο και στη φινλανδική επιλογή), γεγονός που τίμησε η Σουηδία με ένα ωραίο μηδενικό. Ένα χρόνο μετά κυκλοφόρησαν ένα άλμπουμ, το οποίο στήριξαν με περιοδεία στη Σουηδία την Ε.Σ.Σ.Δ., την Ουγγαρία και την Τουρκία. Στο φεστιβάλ τραγουδιού της Μόσχας ήρθαν 3οι το 1991. Διαλύθηκαν το 1992. Εμφανίζονται μαζί πλέον μόνο σποραδικά. Πρόκειται για τους: Janne Engblom (1965-), Kim Engblom (1963), Tina Krause (Maria Christina Krause, γνωστή από φινλανδικές επιλογές, 1963-) και Tina Petersson (Tina Pettersson-Mäki, 1966-). Ο Kim, στέλεχος εταιρείας, είναι παντρεμένος με τη βουλευτή Janina Andersson. Κατά καιρούς γράφει μουσική και κάνει ενορχηστρώσεις. Ο αδελφός του έχει δημιουργήσει τους Janne Engblom Trio. Δεν ξέρουμε αν σχετίζεται με τον μαθηματικό και στατιστικολόγο που διδάσκει στο Πανεπιστήμιο του Τούρκου. Η Tina Krause, πρώην ντράμερ και τραγουδίστρια, είναι επίτιμη καθηγήτρια γνωστικής ψυχολογίας του πανεπιστημίου του Ελσίνκι. Ενόσω εργαζόταν ως μουσικοθεραπεύτρια, έκανε παράλληλα σπουδές στη νευροψυχολογία. Στα φωνητικά τους είχαν τον Kari Kuivalainen (FIN 86). Τους στίχους έγραψε η μητέρα των δύο αγοριών, Stina Engblom-Collander. Η Tina Petersson μετά από σύντομη σόλο καριέρα, εργάζεται πλέον ως μεταφράστρια. Κάποτε διασκεύασε το “Johnny Blue” (GER 81).
Μερικά σχόλια:
1. Κουκλάρα και τότε, κούκλα και σήμερα (ίσως και περισσότερο σήμερα) η αυστριακή Simone. Το τραγούδι της το έχω στο TOP 5 μου εκείνης της πολύ αγαπημένης μου θα έλεγα χρονιάς (και ας ήταν ολίγον μπάχαλο η διοργάνωση)
2. Ομοίως ωραία μεγαλώνει και η δανέζα Lonnie
3. Δυστυχώς ολίγον κακογερασμένες (και φωνητικά) οι τόσο όμορφες τότε Azucar Moreno
4. Υπέροχο που και η Joelle Ursul & η Rita είναι ακόμα ενεργές στις χώρες τους. Και οι 2 έγραψαν ιστορία με τον τροπο τους στη eurovision τότε (Η Γαλλία είναι το προσωπικό μου 12άρι για εκείνη τη χρονιά)
5. Μεγάλη ιστορία ο Toto Cutugno στο ιταλικό τραγούδι. Κρίμα που δεν τον είδαμε φέτος στο Τορίνο. Όσο κι αν έχει μείνει η κακή του παρουσίαση το 1991, έγραψε διεθνείς επιτυχίες και νομίζω του άξιζε μια εμφάνιση φέτος στη σκηνή του PalaOlympico και να ακούσουμε και σήμερα την ένρινη φωνή του
6. Τί κρίμα που ο Χρήστος Κάλλοου έμελλε να πάθει ο,τι ακριβώς και η μητέρα του. Μακάρι ο άνθρωπος να είναι απόλυτα καλά σήμερα και να έχει ξεπεράσει τα πάντα
Συμφωνώ με όλες τις παρατηρήσεις.
Κρίμα που δεν είδαμε τον Toto…
Προσωπικά δίνω 12 στο Ισραήλ και 10 στη Γαλλία.
O Χρήστος Κάλλοου είναι ευτυχώς καλά. Είχε έρθει σε μία εκδήλωση του INFE. Δεν καταλαβαίνεις καν ότι πέρασε εγκεφαλικό. Έχει μόνο ένα πολύ μικρό πρόβλημα στο χέρι.
Αααα…πολύ ωραία νέα για το Χρήστο. Θυμάμαι μερικά χρόνια πριν που τον είχα δει είχε και ένα ελαφρύ θεματάκι με την ομιλία/άρθρωση. Πάντως είναι φοβερό το πόσο κάποια πράγματα στην υγεία πάνε κληρονομικά (υπέρταση? ζάχαρο? συνήθως αυτά δημιουργούν εγκεφαλικά)
Το Ισραήλ το έχω και εγώ στην προσωπική μου 10αδα για το 1990. Απλά λίγο μου “τσίνισε” η κάπως υπερβολική ερμηνεία της Rita. Επιπλέον, αν και ωραίο τραγούδι, μου βγάζει μια “εσωστρέφεια” που κάπως νοιώθω “ότι δεν μου πάει”- τουλάχιστον όχι σε αυτό το βαθμό. Μια παρόμοια ακριβώς εσωστρέφεια μου είχε βγάλει θυμάμαι και το “Όνειρό μου” της Γιάννας Τερζή. Καλό αντικειμενικά τραγούδι, αλλά από την αρχή κάπως μου “κλώτσαγε”.
Αν υπάρχει μια χρονιά που οι χώρες έβαλαν τα δυνατά τους για να στείλουν πραγματικά δυνατή συμμετοχή, είναι το 1990(μαζί με το 1969). Το μόνο κομμάτι που θεωρώ κακό είναι το δικό μας, επίσης αδύναμα κατά την γνώμη μου είναι της Πορτογαλίας, της Σουηδίας και του Ισραήλ. Όλα τα άλλα θα μπορούσαν να ναι νικητές για μένα, ίσως μόνο να έχω μια παραπάνω αγάπη στο Αυστριακό κομμάτι.
Ευχαριστούμε άλλη μια φορά για αυτά τα άρθρα
Είναι όντως εξαιρετική χρονιά, με πολλά “δυνατά” τραγούδια.
Εμείς ευχαριστούμε τους εκλεκτούς αναγνώστες!