Ναι! Σαν σήμερα πριν από 60 ακριβώς χρόνια, την Πέμπτη, 24/05 του 1956 πραγματοποιήθηκε στο Λουγκάνο (Lugano) της Ελβετίας και συγκεκριμένα στο Teatro Kursaal (το σημερινό Casinò Lugano) η πρώτη Γιουροβίζιον. Μετά τη φρίκη του πολέμου, η Ευρώπη χρειαζόταν ένα λαμπερό σώου, παρά την κρίση στο Σουέζ και την Κύπρο. Η Γιουροβίζιον ήταν ακόμα ένα πείραμα στο οποίο δεν ήξεραν πως θα αντιδρούσε το κοινό. Δεν υπήρχαν πολλές κάμερες και υπήρχε έντονα ο φόβος μήπως συμβούν βλάβες. Η ορχήστρα -πάντως- χαρακτηρίστηκε άψογη τόσο από τον Τύπο, όσο και από καλλιτέχνες που πήραν μέρος.
Την εναρκτήρια χρονιά για τον διαγωνισμό, μόλις το 40% των νοικοκυριών της Ευρώπης διέθετε τηλεόραση, ωστόσο υπήρχε ομαδική τηλεθέαση χάρη στα εστιατόρια και τις παμπ που συνήθως ήταν εξοπλισμένες με το νέο μέσο.
Επελέγη το Lugano για τον πρώτο διαγωνισμό, διότι το ραδιόφωνό του είχε μόνιμη ορχήστρα (τη Radiosa), ενώ δεν υπήρχε εκεί τηλεοπτικός σταθμός. Γι’ αυτόν τον λόγο, έφεραν συνεργείο από τη Ζυρίχη, προκειμένου να κάνει την κάλυψη, επομένως αυτό που ακούγεται ότι δήθεν η πρώτη Γιουροβίζιον ήταν ραδιοφωνική ΔΕΝ ισχύει, μάλιστα βρήκαμε σχετικό ντοκουμέντο που το αποδεικνύει και το οποίο θα δημοσιεύσουμε σύντομα! Επίσης δεν ήθελαν ξένους διευθυντές ορχήστρας, αν και επέτρεψαν τελικά να πάει όποιος το επιθυμούσε. Αν μια χώρα δεν έστελνε διευθυντή, θα αναπληρωνόταν από αυτόν του Ελβετικού ιταλόφωνου ραδιοφώνου. Υπήρχε αρχικά η πρόταση να ακούγονται δύο φορές τα τραγούδια (τη δεύτερη φορά μόνο με πιάνο), αλλά απορρίφθηκε αυτό ως χρονοβόρο. Απορρίφθηκε, επίσης, η ψηφοφορία από το εξωτερικό, διότι το Lugano δεν είχε αρκετές τηλεφωνικές γραμμές.
Κάθε χώρα μπορούσε να στείλει έως δύο τραγούδια αλλά υπό την αιγίδα ενός μόνο τηλεοπτικού σταθμού. Η διάρκειά τους έπρεπε να είναι 3-3, 5 λεπτά, ενώ δεν υπήρχε περιορισμός για τον αριθμό των ατόμων επί σκηνής (άλλη πηγή αναφέρει ότι υπήρχε όριο επτά ατόμων), αλλά ούτε και για τη γλώσσα. Μολαταύτα, όλες οι χώρες προτίμησαν τις εθνικές τους γλώσσες, με τα μισά τραγούδια (7/14) να είναι γραμμένα στα γαλλικά. Είναι η μόνη χρονιά στην ιστορία, μαζί με το 1958, όπου δεν υπήρχε κανένα τραγούδι στα αγγλικά. Ο βασικός καλλιτέχνης έπρεπε να είναι σόλο, ενώ απαγορεύονταν αυστηρά οι χορογραφίες. Έγινε τεράστια διαφήμιση στον Τύπο και το ραδιόφωνο. Πρότειναν τη δημιουργία εθνικών επιλογών, για να υπάρξει περισσότερο ενδιαφέρον από το κοινό. Τα δε singles (δισκάκια) θα έπρεπε να γράφουν υποχρεωτικά: «Grand Prix Eurovision de la chanson». Αυτό ήταν και το logo του διαγωνισμού, αποτυπωμένο με καλλιτεχνικούς χαρακτήρες. Τη βραδιά εκείνη πουλήθηκαν όλα τα εισιτήρια, λόγω των stars που συμμετείχαν (σύμφωνα με άλλη πηγή, δεν υπήρχε πολύς κόσμος, διότι το γεγονός δεν ήταν ακόμα ευρέως γνωστό). Το ασπρόμαυρο ντεκόρ είχε μια κουρτίνα για φόντο και ένα παρτέρι επί σκηνής γεμάτο λουλούδια, εμπνεύσεως του διακοσμητή Marazzi. Η ορχήστρα ήταν τοποθετημένη στα αριστερά και οι καλλιτέχνες στα δεξιά.
Οι επτά χώρες που συμμετείχαν ήταν οι: Ολλανδία, Ελβετία, Βέλγιο, Δυτική Γερμανία, Γαλλία, Λουξεμβούργο και Ιταλία). Είχαν τότε δηλώσει ακόμα η Αυστρία, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Δανία, αλλά εκπρόθεσμα. Την πρώτη Γιουροβίζιον μετέδωσαν 10 τηλεοπτικοί σταθμοί μεταξύ 21.00 και 22.30 CET (στις χώρες που προαναφέραμε), καθώς και επτά ραδιοφωνικοί σταθμοί, ενώ άλλες 13 τηλεοράσεις το έδειξαν σε μαγνητοσκόπηση.
Κάθε χώρα επέλεγε μόνη της ποιο τραγούδι θα ήταν πρώτο και ποιο δεύτερο ως προς τη σειρά εμφάνισής του. Σε περίπτωση ισοψηφίας, θα κέρδιζαν όσα τραγούδια είχαν βρεθεί στην πρώτη θέση.
Η βραδιά καλύφθηκε από τρεις κάμερες. Ήδη καθιερώθηκε η σειρά εμφάνισης των χωρών να γίνεται με κλήρο. Οι καλλιτέχνες και οι δημιουργοί των τραγουδιών πήγαν αποκλειστικά με δικά τους έξοδα, ενώ η διοργάνωση επιβάρυνε εξ ολοκλήρου την ελβετική τηλεόραση (δεν βοήθησαν ούτε χορηγοί, ούτε καν η EBU). Όλες οι χώρες έστειλαν σχολιαστή, ακόμα και οι τρεις που δεν πρόλαβαν την προθεσμία.
Η μετάδοση ξεκίνησε με ένα μουσικό θέμα, ερμηνευμένο από την ορχήστρα. Στην εισαγωγή (ιταλιστί), ο παρουσιαστής Lohengrin Filipello τονίζει ότι είναι η πρώτη φορά στην ιστορία που γίνεται αυτός ο διαγωνισμός και πως τον μετέδιδαν 10 τηλεοπτικοί και 20 ραδιοφωνικοί σταθμοί. Η τηλεθέαση έχει υπολογιστεί σε περίπου τέσσερα εκατομμύρια τηλεθεατές. Τονίζει πως η κλήρωση για τη σειρά εμφάνισης είχε γίνει στο Gardone, το Σάββατο πριν από την τελική βραδιά, σε συνεδρίαση της EBU. Κάθε φορά εκφωνεί κάποια λόγια για το θέμα του τραγουδιού, αφού πρώτα έχει ανακοινώσει όλους τους συντελεστές. Ακούγονται έντονα τα βήματα όσων ανεβαίνουν ή αποχωρούν από τη σκηνή. Η μόνη που χρησιμοποίησε τότε φωνητικά ήταν η Lys Assia: είχε και στις δύο συμμετοχές της ένα φωνητικό κουιντέτο, τις Radiosa (ομώνυμες με την ορχήστρα), οι οποίες δούλευαν στο Radio Lugano.
Ο Lohengrin Filipello με το βαγκνερικό όνομα (1918-1993) παραμένει ως σήμερα ο μόνος σόλο άνδρας παρουσιαστής του διαγωνισμού, ο οποίος διεκπεραίωσε τη βραδιά στα ιταλικά, καθώς οι περισσότεροι σχολιαστές ήταν παρόντες και μετέδιδαν ζωντανά. Επιπλέον, είναι γενικότερα ο μόνος άνδρας παρουσιαστής μέχρι την εμφάνιση του Léon Zitrone το 1978.
Μουσικός διευθυντής (αρχιμαέστρος) ανέλαβε ο Fernando Paggi, ο οποίος ήταν τότε μαέστρος της Radio Monte Ceneri Orchestra. Διηύθυνε έξι από τα δεκατέσσερα τραγούδια της βραδιάς, καθώς, πέρα από τις Ελβετικές συμμετοχές, διεκπεραίωσε τις Ολλανδικές και Γερμανικές, απουσία δικού τους μαέστρου.
Η επιτροπή αποτελείτο από δύο μέλη από κάθε τηλεοπτικό σταθμό, τα οποία βρίσκονταν σε ένα μικρό δωμάτιο και παρακολουθούσαν από μόνιτορ. Δεν υπήρχαν spokespersons, δηλαδή εκφωνητές βαθμών, κάτι που εισήχθη το 1957. Σήμερα, δεν υπάρχει πουθενά η λίστα με τα ονόματα αυτών των κριτών. Ο καθένας έδινε 10, 9, 8 κλπ. Το Λουξεμβούργο δεν είχε στείλει κριτές· αντ’ αυτών ψήφισαν δύο Ελβετοί. Οι κριτές μπορούσαν να ψηφίσουν και τα τραγούδια της χώρας τους. Με μυστική ψηφοφορία, εξελέγησαν ανάμεσα στα μέλη της επιτροπής ένας πρόεδρος και δύο srutineers, για να μαζέψουν τις ψήφους. Σύμφωνα με μια πηγή, ψήφισαν όλα τα τραγούδια από το 1 έως το 10 (δεν έδωσαν δηλαδή τη δεκάδα τους).
Γραμματέας ήταν ο Rolf Liebermann: ανηψιός του γνωστού Γερμανού ζωγράφου Max Liebermann. Το γεγονός ότι –επίσημα- δεν έχει επιβεβαιωθεί η βαθμολογία της χρονιάς αυτής οδηγεί στο συμπέρασμα ότι τα αρχεία της ψηφοφορίας κατεστράφησαν αμέσως μετά το διαγωνισμό. Υπάρχει ως φήμη ότι δεύτερη ήρθε η Δυτική Γερμανία, καθότι την επόμενη χρονιά ο διαγωνισμός έγινε στην Φρανκφούρτη. Για κάποια άλλα αποτελέσματα έχουν γίνει προσπάθειες ανασύνθεσης μετά από αρχειακή έρευνα, δίχως όμως τα αποτελέσματα να είναι ασφαλή. Το 1956 ήταν ακόμα η μόνη χρονιά, κατά την οποία δεν δόθηκε κανένα βραβείο στον νικητή, παρά μόνο ο τίτλος του «Grand Prix». Η Lys Assia είναι η μόνη Ελβετή που έχει κερδίσει τη Γιουροβίζιον (η Céline Dion του 1988 είναι Καναδή). Κανόνας που ισχύει τότε είναι η Γιουροβίζιον να ξεκινά στις 19.00 ώρα Greenwich.
Η χρονιά, η οποία κράτησε 1 ώρα και 40 λεπτά, δεν σώζεται οπτικά, εκτός από μια σκηνή με τη reprise της νικήτριας από το πρακτορείο Newsreel. Τα περισσότερα τραγούδια κινούνται σε ρετρό και νοσταλγικό ύφος, το οποίο ξενίζει κάπως σήμερα, τότε όμως ήταν αυτό που ακουγόταν κατά κόρον στην Ευρώπη, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν υπήρχαν και πιο μοντέρνα ακούσματα.