Οι καλλιτέχνες της χρονιάς
Για τον Guy Bonnet (FRA 70, 83), βλ. 1970.
Για τον Jahn Teigen (NOR 78, 82, 83), βλ. 1978. Αξίζει να σημειωθεί ότι είχε επιλέξει τη Wencke Myhre (GER 68) για τα φωνητικά, όμως εκείνη προτίμησε να διαγωνιστεί στον εθνικό τελικό της Γερμανίας μαζί με τον γιό της (5οι). Έτσι τελικά πήρε την Anita Skorgan (NOR 77, 79, 82).
Sweet Dreams (UK 83): δημιουργήθηκαν ειδικά για τον διαγωνισμό. Είναι οι Carrie Gray (Caroline Vanessa Gray-Grant, 1965-), Helen Cray, Robert “Bobby” McVay, όλοι teenager τότε. Το τραγούδι πήγε μόλις στο #21 του Ηνωμένου Βασιλείου και το #25 της Ιρλανδίας. Έβγαλαν ακόμα ένα single, το οποίο δεν ακούστηκε καθόλου κι έτσι διαλύθηκαν. Η Carrie Gray έγινε πρώτα ρεπόρτερ και εν συνεχεία τηλεπαρουσιάστρια (του “Fame Academy” και του “Pop Idol” μεταξύ πολλών άλλων), αλλά και καθηγήτρια φωνητικής. Είναι παντρεμένη με τον τραγουδιστή και ηθοποιό David Grant. Έχουν τέσσερα παιδιά που πάσχουν όλα από νευροποικιλομορφία, ενώ και η ίδια έχει διαγνωστεί από τα 18 της με τη νόσο του Crohn. O Bobby McVay ήταν υποψήφιος και το 1982 με τους Lovin’ Feeling (4οι). Εγκατέλειψε για πολλά χρόνια το τραγούδι, για να γίνει ραδιοφωνικός παραγωγός σε τοπικούς ουαλλικούς σταθμούς. Επέστρεψε το 2015 ως μέλος των The Fizz, μετεξέλιξης των Bucks Fizz, μέχρι το 2018, οπότε εγκαταστάθηκε στην Ιταλία. Η τρίτη της παρέας κάνει αθόρυβη πορεία ως χορωδός και δημιουργός τραγουδιών για άλλους καλλιτέχνες.
Carola (SWE 83, 91, 06-Carola Maria Häggvist): γεννήθηκε το 1966. Το πρώτο της άλμπουμ που κυκλοφόρησε το 1983 κατέχει το ρεκόρ μεγαλύτερων πωλήσεων στη Σουηδία. Έχει ηχογραφήσει τραγoύδια σε έξι γλώσσες και η εντυπωσιακή καριέρα της, με πολλούς δίσκους και βραβεία, εκτείνεται πέρα από τη Σκανδιναβία. Ο πρώην άνδρας της, ιεροκήρυκας Runar Søgaard, είναι Νορβηγός. Μαζί απέκτησαν έναν γιο, τον Αmadeus. Οι ομοφοβικές της απόψεις έχουν συζητηθεί πολύ. Προσπάθησε να διασκεδάσει κάπως τις εντυπώσεις, όταν τραγούδησε στο Stockholm Ρride το 2013. Ανήκει στην αίρεση Livets Ord / Word of Life (όπως και η Whitney Houston), κάτι που έχει προκαλέσει πολλές αντιδράσεις στον σουηδικό Τύπο, αφιέρωσε δε πολύ χρόνο από τη ζωή της στη μελέτη της Βίβλου. Έχει κάνει και θρησκευτικές συναυλίες. Έδωσε επίσης συναυλίες στη Κίνα ως επίσημη προσκεκλημένη. Το 1990 ήρθε 2η στον εθνικό τελικό. Τον Δεκέμβριο του 2000 μιλούσε στο κινητό αφηρημένη και συγκρούστηκε διαδοχικά με 3 αυτοκίνητα. Έχει τρακάρει άλλες δύο φορές, ενώ τρεις φορές της πήραν το δίπλωμα οδήγησης για υπερβολική ταχύτητα. Το 2016 και ενώ βρισκόταν στην Κω για να συνδράμει τους πρόσφυγες, από μία παρεξήγηση βρέθηκε στα… κρατητήρια.
Riccardo Fogli (ITA 83): γεννήθηκε το 1947 και ξεκίνησε, παιδάκι ακόμα, τραγουδώντας στις γιορτές της πατρίδας του, Pontedera. Από τα 14 εργαζόταν στο εργοστάσιο της Piaggio. Ήταν μέλος του διάσημου στην Ιταλία συγκροτήματος των I Pooh, ως μπασίστας, από το 1966 μέχρι το 1973, οπότε έφυγε μετά από ένα μεγάλο τους τσακωμό (ενώθηκαν το 2016 για μια αποχαιρετιστήρια περιοδεία). Δεν κατάφερε να ξανακάνει επιτυχία, μέχρι το 1981, οπότε επέστρεψε στα μουσικά πράγματα. Η πρώτη του –μικρότερη- επιτυχία πάντως ήταν το 1976, με το Mondo, εγκαινιάζοντας μια σειρά παρουσιών στο ιταλικό Τοπ. Κέρδισε το Σαν Ρέμο το 1982, με το Storie di tutti I giorni. Υπήρξε παντρεμένος με την τραγουδίστρια Viola Valentino, την οποία απατούσε με την Patty Pravo (ναι, τη μπάμπολα!) και αργότερα με την ηθοποιό Stefania Brassi, σύζυγο τότε του σκηνοθέτη Antonio Maria Magro, ως εκ τούτου χώρισαν. Απέκτησε έναν γιο από την Brassi και μία κόρη από την τωρινή σύντροφό του, το μανεκέν Karin Trentini. Είναι δημοφιλής σε όλη την Ευρώπη (ειδικά στην παλαιά Ε.Σ.Σ.Δ.) και την Ιαπωνία. Παραμένει ενεργός δισκογραφικά, ενώ πρόσφατα μετείχε στο The Masked Singer.
Çetin Alp (TUR 83-Çetin Küçükarslan, 1947 –2004) & The Short Waves. Γεννήθηκε στην Malatya. Παντρεύτηκε και χώρισε τρεις φορές, ενώ απέκτησε τρία παιδιά από την πρώτη του σύζυγο. Ξεκίνησε τη δεκαετία του ’70 κερδίζοντας σε ένα διαγωνισμό ταλέντων και ηχογραφώντας ένα τραογύδι στα Ελληνικά που πούλησε 500.000 αντίτυπα. Ακολούθησαν διακρίσεις σε διεθνή φεστιβάλ, ωστόσο η δισκογραφική του καριέρα είχε πληγεί. Είχε καρδιακό πρόβλημα για χρόνια (είχε τοποθετήσει stent), ενώ είχε χάσει και το ένα του νεφρό. Μία εβδομάδα πριν από τον θάνατό του, εν όψει της διοργάνωσης στην Κωνσταντινούπολη (πέθανε τρεις ημέρες μετά από τον τελικό), παραχώρησε συνέντευξη, στην οποία μίλησε ανοιχτά για το ότι η τελευταία θέση στη Γιουροβίζιον κλόνισε ανεπανόρθωτα την υγεία του. Παραδόξως, με τον ίδιο τίτλο υπήρχε τραγούδι την ίδια χρονιά στη Γιουγκοσλαβική επιλογή, με τους Silva Deloska & Kim (13ο). Οι Short Waves (Kısa dalga vocal grubu) ήταν αρχικά ένα φωνητικό τρίο, ενεργό μεταξύ 1976 και 1980, αποτελούμενο από τους Mehmet Recep Aktuğ (1954-2020), Gül Akbabagil και Bisan Yorulmaz. Την πιο μεγάλη καριέρα έκανε ο πρώτος από αυτούς, ο οποίος εργάστηκε παράλλαηλα ως ρεπόρτερ, ηθοποιός σε σήριαλ και διαφημίσεις, αλλά και διοργανωτής φεστιβάλ. Έπασχε από χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια. Μετά από τη διάλυσή τους, τους καλούσαν περιστασιακά να κάνουν φωνητικά σε διάφορους υποψήφιους των εθνικών επιλογών. Στη Γιουροβίζιον προστέθηκαν και δύο οπερατικοί τραγουδιστές.
Remedios Amaya (SPA 83-Maria Dolores Amaya Vega): γεννήθηκε το 1962 στη Σεβίλλη από μουσική τσιγγάνικη οικογένεια. Τραγουδούσε μπροστά σε κοινό από τα 11 της χρόνια. Από το 1978, οπότε ξεκίνησε να δισκογραφεί, είναι διάσημη τραγουδίστρια φλαμένγκο με διεθνές κοινό. Είναι ακόμα ενεργή, παρότι αναγκάστηκε το 2016 να διακόψει για ένα διάστημα, όταν διαγνώστηκε με καρκίνο στο στήθος.
Mariella Farré (SWI 83, 85-Gabriella Filomeno): γεννήθηκε στo Thurgau το 1963, από πατέρα Ιταλό και μητέρα Γερμανίδα. Από τα 12 της άρχισε να τραγουδά και να παίζει κιθάρα, ενώ δύο χρόνια αργότερα έγινε μέλος ενός χοροθεατρικού γκρουπ. Κέρδισε σε αρκετά φεστιβάλ, αλλά έγινε πραγματικά γνωστή, όταν επελέγη ανάμεσα σε 700 καλλιτέχνες, στα πλαίσια του σώου «Talentschuppen». Το 1984 κέρδισε στο φεστιβάλ τραγουδιού της Κορέας. Καθηγήτρια χορού, αλλά και επαγγελματίας χορεύτρια, έχει παίξει και σε έργα όπως το “West Side Story”. Είναι μέλος της διάσημης χορευτικής ομάδας Colombo Dance Factory (ειδική στη διοργάνωση σώου) και κάνει ακόμα αναρίθμητες τηλεοπτικές εμφανίσεις στη χώρα της, εξάλλου εργάζεται μόνιμα στην τηλεόραση ως χορεύτρια και χορογράφος. Είναι, επιπροσθέτως, ιδιοκτήτρια δύο σχολών χορού, στο Brugg και το Wohlen. Στην επιλογή του 1981 ήταν 6η, ενώ σε αυτή του 1985 ήρθε 7η.
Ami Aspelund (FIN 83-Anne-Marie Aspelund): γεννήθηκε το 1953 στη Vaasa. Δισκογραφεί από το 1973. Μετείχε στο φεστιβάλ Rostock το 1981 και σε εκείνο του Knokke το 1985. Μολονότι δεν έκανε ποτέ μεγάλη καριέρα, δισκογραφούσε μέχρι το 1978 στα Φινλανδικά, αλλά και τα Σουηδικά που είναι η μητρική της γλώσσα. Το 1982 ήρθε 2η στην επιλογή, με το Mitt äppelträd να γίνεται evergreen. Έχει παίξει σε πολλά μιούζικαλ και βαριετέ. Έχει κάνει πολλές εμφανίσεις και με την αδελφή της Monica (FIN 77).
Christie (GRE 83-Χρυσαυγή “Κρίστη” Στασινοπούλου): γεννήθηκε το 1956 στην Αθήνα. Το τραγούδι συνέθεσε ο γιός του Μίμη Πλέσσα, Αντώνης, γνωστός και από τη μουσική στις “Τρεις Χάριτες”. Η Κρίστη ήταν τότε στα χωρίσματα με τον σύζυγό της Μάικ Ροζάκη (διευθυντής ορχήστρας GRE 76, 90, 96, CYP 81, 83). Το τραγούδι είχε υποβληθεί με τη φωνή της Κλεοπάτρας. Αργότερα το ηχογράφησε και η Μαριάννα Ευστρατίου. Η Κρίστη, μετείχε σε ροκ συγκροτήματα. Από το 1979, ούσα απόφοιτη του Θεάτρου Τέχνης και της σχολής του Πέλου Κατσέλη, βγήκε στο θέατρο, με την παράσταση «Jesus Christ Superstar», στον ρόλο της Μαγδαληνής, ενώ το 1982 έπαιξε στην «Εβίτα». Πήρε μέρος στους Μουσικούς Αγώνες της Κέρκυρας και σε πολλά τηλεοπτικά προγράμματα. Επιτυχία της το Πτήση για Ηράκλειο. Σήμερα τραγουδά ποιοτικό έθνικ, στο πλαίσιο της συνεργασίας της με τον Στάθη Καλυβιώτη, με σημαντική επιτυχία σε Ελλάδα και εξωτερικό. Στην επιλογή του 1979 ήρθε 2η με το Δώσε μου έναν στίχο. Δήλωσε ότι πήγε μόνο και μόνο για το ταξίδι στο Μόναχο. Έχει υπάρξει επίσης ραδιοφωνική παραγωγός, ηθοποιός μεταγλωττίσεων, αλλά και συγγραφέας.
Bernadette (NL 83-Bernadette Kraakman): γεννήθηκε το 1959 στο Άμστερνταμ. Μετείχε επί έξι χρόνια στην παιδική χορωδία Damrakkertjes. Με τη Zaanse Fat Eddy Band έβγαλε κάποια single μεταξύ 1979 και 1982. Ήταν σχετικά άγνωστη, όταν έλαβε μέρος στον εθνικό τελικό και μάλιστα με δύο τραγούδια. Ακολούθησαν τρία single που δεν ακούστηκαν πολύ. Το 1986 δημιουρηγσε τις Double Trouble μαζι με την Ingrid Simons, χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία. Έκτοτε έκανε φωνητικά και αφηγήσεις σε διάφορους δίσκους άλλων καλλιτεχνών, αλλά και μεταγλωττίσεις, ενώ τραγούδησε στους τίτλους αρκετών παιδικών προγραμμάτων. Πήγε στην Αμερική, όπου ειδικεύτηκε στα αερόμπικς. Αφού εργάστηκε σε Η.Π.Α., Αγγλία και Γερμανία, άνοιξεδικό της γυμναστήριο. Το 1999 έφυγε για τον Καναδά, όπου ζει ακόμα μαζί με τον σύζυγό της στο Kamloops, ως ιδιοκτήτες εστιατορίου (το “Amsterdam Restaurant”) που φτιάχνει τηγανίτες. Από το 2014 άνοιξαν κι ένα ράντσο λίγο έξω από την ίδια πόλη.
Daniel (YUG 83- Milan Popovič): Γεννήθηκε το 1955 στο Titograd. Ο πατέρας του είναι Μαυροβούνιος και η μητέρα του Βελγίδα πιανίστα. Το εκμεταλλεύτηκε για να τραγουδήσει ως Μαυροβούνιος (όπου ήταν πολύ πιο εύκολο να μπει στην επιλογή). Έγινε σκάνδαλο στον Tύπο, διότι το τραγούδι του θεωρήθηκε αντιγραφή του Oh Julie του Shakin’ Stevens. Έκανε πάντως επιτυχία σε όλη την Ευρώπη, ιδίως στη Νορβηγία, όπου έκανε πολλές τηλεοπτικές εμφανίσεις. Βοήθησε τον τουρισμό εκείνης της χρονιάς, μιας και το τραγούδι του μιλά για μια τουρίστρια που ερωτεύεται έναν Γιουγκοσλάβο. Πούλησε 3 εκατομμύρια αντίτυπα και έγινε Mega-star σε όλη την πρώην Γιουγκοσλαβία. Το παρατσούκλι του έγινε «Daniel nacionale». Κυκλοφορούσε με μια χρυσή πόρσε και ξόδευε χιλιάδες μάρκα (ζούσε τότε στη Γερμανία) σε ακριβά κοστούμια (ο πρώτος που απέκτησε πόρσε και κινητό τηλέφωνο στη Γιουγκοσλαβία). Ξέπεσε και ήθελε να κάνει comeback το 1991. Είχε επενδύσει πολλά χρήματα σε στοιχήματα ότι θα κέρδιζε εκείνη την επιλογή (έχασε για δύο πόντους, λόγω πολιτικών παιχνιδιών, από τη Bebi Dol). Δεν κατάφερε να ανακτήσει ποτέ την παλιά του δόξα. Πριν από αυτό έγινε πολλές φορές πρωτοσέλιδο στις αστυνομικές σελίδες. Χώρισε το 1996 και πούλησε όλα τα κοστούμια του. Μια αστρολόγος τού είχε προβλέψει τα σκαμπανεβάσματα της ζωής του και ότι μετά τα 45 του θα κάνει νέα καριέρα. 1η του επιτυχία στα 17 του, η νίκη στο φεστιβάλ του Τίτογκραντ. Πέρασε από διάφορα γκρουπ, πριν κάνει σόλο καριέρα. Παντρεύτηκε και χώρισε τέσσερεις φορές, ενώ απέκτησε συνολικά τέσσερα παιδιά. Δεύτερη σύζυγός του η Sanja Bjedov, μοντέλο και ατζέντισσα μόδας. Τον έσυρε στα δικαστήρια, διότι δεν πλήρωνε διατροφή για τα δύο παιδιά τους και καταδικάστηκε. Η τέταρτη σύζυγός του, τραγουδίστρια της όπερας Sandra Bagarić τον κατηγόρησε δημόσια για κακοποίηση. Το 1987 αρνήθηκε να συνεχίσει τη γερμανική του καριέρα, γιατί δεν ήθελε να μείνει άλλο στο Μόναχο. Ήταν πολλές φορές υποψήφιος σε εθνικούς τελικούς, δύο μάλιστα ακόμα φορές είπε τραγούδια με τίτλους γυναικεία ονόματα, 4ος το 84 με το Marija, 11ος το 86 με το Peggy Sue, όπου ξέχασε τους στίχους. Κατά τον πόλεμο ήταν ανεπιθύμητος στο Ζάγκρεμπ, όπου ζούσε ήδη είκοσι χρόνια. Από το 1993 έστελνε σχεδόν κάθε χρόνο στην κροατική επιλογή και απορριπτόταν. Έχει μείνει στη φυλακή για ένα βράδυ για ένα κλεμμένο αυτοκίνητο, ενώ δεν αρνείται ότι είχε κάποτε σχέσεις και με τον υπόκοσμο. Νέο comeback έκανε το 1999, δίχως επιτυχία, ενώ το 2016 κυκλοφόρησε ο τελευταίος του δίσκος. Προσπάθησε να λάβει δημοσιοτητα με τη συμμετοχή του στην κροατική “Φάρμα”. Έχει δικό του στούντιο, στην Podgorica, όπου ζει πλέον από το 2005, στο οποίο ηχογραφούν διάφοροι καλλιτέχνες.
Stavros & Constantina (CYP 83-Σταύρος Σιδεράς και κωνσταντίνα Κωνσταντίνου): O Σταύρος Σιδεράς ή Steve Grecos ξεκίνησε ως τραγουδιστής σε ελληνική ταβέρνα στο Σικάγο (όπου εμφανιζόταν ο Δώρος Γεωργιάδης-CYP 81, συνθέτης GRE 79), μόλις αποστρατεύτηκε το 1974. Μετά υπέγραψε δισκογραφικό συμβόλαιο στη Νότια Αφρική, ενώ κάποια στιγμή επέστρεψε σε Ελλάδα και Κύπρο, όπου εργάστηκε ως τραγουδιστής για πέντε χρόνια. Αποφάσισε να εγκαταλείψει το τραγούδι, όταν ανέβηκε το 1979 στη Νότια Αφρική η πρώτη ροκ όπερα που έγραψε. Έτσι στράφηκε στο μουσικό θέατρο (μάλιστα έγραψε, μεταξύ άλλων, το λιμπρέττο στη ροκ όπερα «Δαίμονες»), αλλά και τον κινηματογράφο, ως σεναριογράφος. Έγινε ακόμα πιο διάσημος για τις συνεντεύξεις που πήρε από σημαντικά πρόσωπα, με αποκορύφωμα εκείνη από τον Ραούφ Ντενκτάς, με την οποία έκλεισε οριστικά η παραφιλολογία γύρω από τους αγνοούμενους που στην πραγματικότητα είχαν σφαγιαστεί. Έγραψε τους στίχους στην παρθενική συμμετοχή της Κύπρου το 1981. Υπήρξε υποψήφιος σε βουλευτικές εκλογές, αλλά αποφάσισε να αποσυρθεί. Η Κωνσταντίνα γεννήθηκε το 1963. Ο πατέρας της είναι ένας από 1619 αγνοούμενους, ενώ η μητέρα της πέθανε από τον καημό της. Οι Τούρκοι είχαν συλλάβει τότε τα αδέλφια της, αλλά τα άφησαν ελέυθερα. Την ανακάλυψε η Χαρούλα Αλεξίου. Υπήρξε παντρεμένη, σε δεύτερο γάμο, με τον οδοντίατρο Βασίλη Δουκάκη και έχει μία κόρη τη Χριστίνα. Κάνει σημαντική καριέρα σε Ελλάδα και Κύπρο μέχρι σήμερα με επιτυχίες που έμειναν διαχρονικές. Σταθμός ο δίσκος της με τον συνθέτη Yanni. Στο άλμπουμ «Η καρδιά μου τραγουδάει τη Μεσόγειο», το οποίο έκανε επιτυχία στο Ισραήλ και την Ιαπωνία, ερμηνεύει ένα τραγούδι της Amina (FRA 91), το Atame και ένα της Rita (ISR 89), το Sailor. Αλήστου μνήμης η εμφάνισή της σε κέντρο, καθισμένη πάνω σε άλογο, το οποίο απέσυραν, όταν κάποτε αφόδευσε πάνω στη σκηνή. Κάποια στιγμή έκανε πλαστική εγχείρηση, για να διορθώσει το σχήμα των αυτιών της. Στην επιλογή του 1982 είχε πει στα Αγγλικά το My love, my island. Το 1997 έγραψε το Μάνα μου, το οποίο ερμήνευσαν τα αδέλφια της, Άνδρος και Χαρά Κωνσταντίνου (υποψήφια το 1998 στην ελληνική επιλογή-8η).
Hoffmann & Hoffmann (GER 83): Πρόκειται για δύο αδέλφια, τον Günther και τον Michael εκ των οποίων ο πρώτος (ο μυστακοφόρος) γεννήθηκε το 51 στην Καρλσρούη και αυτοκτόνησε το 1984 στο Ρίο ντε Τζανέιρο, πηδώντας από το παράθυρο του ξενοδοχείου τους, συνεπεία ερωτικής απογοήτευσης. Είναι ο μόνος γιουροκαλλιτέχνης που δεν έζησε να δει την αμέσως επόμενη Γιουροβίζιον. Ο αδελφός του είναι έναν χρόνο μεγαλύτερος και ξεκίνησε αργότερα σόλο καριέρα, μάλιστα ήρθε 5ος στη γερμανική επιλογή του 1987, περισσότερο όμως δραστηριοποίηθηκε ως παραγωγός και συνθέτης καλλιτενών, όπως η Nicole (GER 82), η Gitte Haenning (GER 73) και η Wencke Myhre (GER 68). Πιο πρόσφατα έχει στραφεί στην spiritual μουσική και τις μελωδίες για διαλογισμό. Ήδη από τα σχολικά τους χρόνια ήσαν ενεργοί μουσικά. Πήραν μέρος σε φεστιβάλ τραγουδιού καθόλη τη διάρκεια της δεκαετίας του ’70. Η πρώτη τους επιτυχία ήταν το Himbeereis zum Frühstuck το 1977, ενώ μέχρι το 1983 κάποια τραγούδια τους μπήκαν στα charts. Μετά τον διαγωνισμό έπεσαν αμέσως στην αφάνεια, παρότι πηήγαν στο #8 της Γερμανίας και το #6 της Ελβετίας. Το τραγούδι είχε αρχικά προταθεί στη Mary Roos (GER 84), η οποία αρνήθηκε να το πει, το ηχογράφησε όμως τελικά το 1997.
Gry Johansen (DEN 83-Gry Jοhansen-Meilstrup): γεννήθηκε το 1964 στην Κοπεγχάγη. Τα –κλασικά πλέον– πηδηματάκια της στη σκηνή ονομάζονται «Shrimp skip». Τεράστιο όνομα στη Δανία, παρά την κακή θέση που πήρε, κάνει καριέρα και στη Γερμανία από το 1989, χάρη στον παραγωγό Bernie Paul, με το ψευδώνυμο Bo Andersen. Ήδη στα 15 της, το 1980 κάνει φωνητικά στον εθνικό τλεικό στον Tommy P. και κυκλοφορεί το πρώτο της single. Το 1989 ήταν 6η στην επιλογή. Πήρε μέρος και στον τελικό του 2000 (πάλι 6η). Το 1985 είχε μετάσχει σε ντίσκο ντουέτο με τη μητέρα της Vivian που ήταν και η συνθέτις (6ες). Η μητέρα διαγωνίστηκε στις επιλογές του 1964 (2η), όπου ήταν έγκυος στην Gry (!), και του 1980 (11η), ενώ ήταν μέλος της Tommy Seebach Band, στον τελικό του 1982 (2οι). Οι δυο τους βρέθηκαν πάντως αντίπαλες το 1983, όπου η μητέρα είπε το Fred (= ειρήνη) και ήρθε 8η, ενώ η κόρη πήρε το απόλυτο άριστα. Σύζυγός της είναι ο συνθέτης Per Meilstrup, έχει δε ένα γιό, τον ηθοποιό και τραγουδιστή Thomas, νικητή το 2011 του talent show “Hidden Stars”. Είχε διακόψει τη δισκογραφία της μετά το 1989, μέχρι το 2011, οπότε κυκλοφόρησε το τελευταίο της άλμπουμ.
Ofra Haza (ISR 83-Batsheva Haza): Γεννήθηκε το 1957 και πέθανε το 2000, από πνευμονία, ως επιπλοκή του ΑΙDS (κάτι που η οικογένειά της δεν παραδέχτηκε ποτέ), μετά από 13 μέρες σε κώμα. Είχε κολλήσει τον ιό, είτε από τις εξωσυζυγικές σχέσεις του συζύγου της, επιχειρηματία Doron Ashkenazi, ο οποίος έναν χρόνο μετά αυτοκτόνησε παίρνοντας υπερβολική δόση ναρκωτικών, είτε, όπως υποστήριζε ο ίδιος, από μετάγγιση αίματος που της έγινε σε τουρκικό νοσοκομείο μετά από μία αποβολή στον πέμπτο μήνα της κύησης. Εκείνος είχε μία κόρη από προηγούμενο γάμο, αλλά και έναν υιοθετημένο γιο. Η κοινή γνώμη σοκαρίστηκε από την αποκάλυψη του Τύπου περί AIDS, θεωρώντας ότι παραβίαζε την ιδιωτική της ζωή. Ήταν η μικρότερη από 9 αδέλφια. Οι γονείς της ήταν Εβραίοι μετανάστες από την Υεμένη. Ανακαλύφθηκε στα 12 της από κυνηγό ταλέντων. Το 1975 κέρδισε σε οριεντάλ διαγωνισμό. Το 1979 μια ταινία την έκανε σταρ. Για λίγο καιρό έγινε μέλος των Chocolate Menta Mastik (ISR 76). Στο Kdam του 1983 νίκησε για λίγο τη Yardena Arazi κι έκτοτε έγιναν αντίζηλες, με τα φαν κλαμπ τους να μισιούνται. Μετά τον διαγωνισμό, με το εθνικοπατριωτικό Chai, άρχισε η διεθνής της καριέρα, με τραγούδια σε στυλ Yemenite, όπως το Im nin alu το 1985, βασισμένο σε ένα ποίημα του 17ου αιώνα του Rabbi Shalom Shabazi. Το 1987 επέζησε αεροπορικού δυστυχήματος. Το 1992, μετείχε στην επιλογή ως συνθέτης ενός τραγουδιού που έδωσε στον Uri Feiman. Εμφανίστηκε και στην τελετή των Nobel του 1994, ενώ το 1996 τραγούδησε για τους νομπελίστες Rabin, Peres, Arafat. Το 1999 ακουγόταν ότι θα παρουσίαζε τη γερμανική επιλογή. Πασίγνωστη επιτυχία της είναι το Elohai από την ταινία «Βασίλισσα Μαργκό», το οποίο έγινε χιτ στην Ελλάδα από τη Χαρούλα Αλεξίου, ως Θεός αν είναι. Πολαβραβευμένη, παραμένει η Εβραία καλλιτέχνιδα με τις περισσότερες πωλήσεις όλων των εποχών. Η εβραϊκή αποστολή επισκέφηκε τότε το στρατόπεδο συγκέντρωσης Νταχάου, ενώ τα κίτρινα ρούχα των χορωδών παραπέμπουν στο κίτρινο σήμα με το άστρο του Δαβίδ που φορούσαν οι Εβραίοι, όταν βρίσκονταν σε ευρωπαϊκό έδαφος.
Αrmando Gama (POR 83-Armando António Capelo Diniz da Gama): γεννήθηκε το 1954, στην Λουάντα, πρωτεύουσα της Ανγκόλας, η οποία ήταν τότε πορτογαλική αποικια. Υπήρξε συνθέτης και τραγουδιστής της όπερας (βαρύτονος), πριν κάνει στροφή στο έντεχνο τραγούδι. Ήταν διπλωματούχος πιανίστας, ενώ έπαιζε ακόμα φυσαρμόνικα, ακορντεόν και βιόλα. Εκεί ήταν μέλος των Lovebirds. Στα 17 του μεταβαίνει στην Πορτογαλία, όπου η μία επιτυχία διαδέχεται την άλλη, αρχικά με το ντουέτο Marinho & Gama και από το 1976 με τους Tantra κι έπειτα ως σόλο καλλιτέχνης ή με το κουαρτέτο Revival. Τη δεκαετία του ’80 καταξιώθηκε ως σημαντικός ενορχηστρωτής. Δισκογραφεί περίπου μέχρι το 1992. Παράλληλα, τραγούδησε στους τίτλους παιδικών εκπομπών, όπως ο “Sport Billy”. Σήμα-κατατεθέν του, το καρέ μαλλί. Πούλησε πέντε εκαττομύρια δίσκους μόνο στην Πορτογαλία. Για χρόνια εργαζόταν σε καζίνο και ξενοδοχεία και συχνά παρουσίαζε ένα σώου, το “Armando Gama: The Fifth Beatle” με διασκευές τραγουδιών του γνωστού συγκροτήματος.Το 1983, την εποχή της συμμετοχής του στη Γιουροβίζιον, ξεκίνησε η σχέση του με την παρουσιάστρια Valentina Torres. Έζησαν μαζί 26 χρόνια και απέκτησαν μια κόρη κι έναν γιο. Χώρισαν το 2010. Ένα χρόνο μετά ξεκίνησε η σχέση του με την Bárbara Barbosa, η οποία του ζήτησε ένα αυτόγραφο. 30 χρόνια μικροτερή του, του χάρισε ακόμα ένα παιδί, το 2013. Στις αρχές του 2020 ο καλλιτέχνης συνελήφθη για ενδοοικογενειακή, σωματική και ψυχολογική, βία και μάλιστα μπροστά στον γιό του. Απαγόρευε δε στη σύντροφό του να εργαστεί και να βλέπει τους φίλους της, γεγονότα που την οδήγησαν σε επίσημη καταγγελία. Για μήνες τα πορτογαλικά Μ.Μ.Ε. παρακολουθούσαν την υπόθεση, η οποία σπίλωσε την υπόληψη που έχτιζε για χρόνια. Τελικά, πέθανε, νικημένος από τον καρκίνο, στα 67 του χρόνια, τον Ιανουάριο του 2022. Ήταν για πρώτη φορά υποψήφιος το 1980, ως μέλος του ντουέτου Sarabanda (μαζί με την Kris Köpke), (5ο στον ημιτελικό). Το 1983 εκπροσώπησε την Πορτογαλία με το Esta Balada Que Te Dou (#1 σε Πορτογαλία και Βέλγιο). Επέστρεψε στις επιλογές το 1993 (εκτός τελικού) και το 2009 (22ος), με τον ίδιο να αμφισβητεί δημόσια την διαδικτυακή ψηφοφορία.
Westend (AUS 83): στην επιλογή κέρδισαν με πολύ μικρή διαφορά τον Waterloo (AUS 76), Αποτελούνται από τους Peter Vieweger (1954-), Bernhard Rabitsch (1954-), Heinz Nessizius (1951-), Steve George (δεν ήταν στο βίντεο-κλιπ-τον είδαμε απευθείας στη σκηνή) και τους χορευτές Patricia Tandien (1952-) και Hans Christian Wagner (1952-). Αμέσως μετά διαλύθηκαν, αφού είχαν δημιουργηθεί ειδικά για το διαγωνισμό. Η Patricia, διακεκριμένη χορευτρια, δούλεψε μεταξύ άλλων και με το περίφημο Musical Chorus Line, ενώ σήμερα ζει στο Λος Άντζελες, όσο για τον Hans Christian Wagner, “The Sunshine Boy”, όπως είναι το παρατσούκλι του, έφτιαξε το δικό του στούντιο ηχογραφήσεων, πριν αποφασίσει να φύγει για μακροχρόνιες περιπλανήσεις στην Ασία (έγινε χορογράφος σε τηλεοπτικά σώου στη Μαλαισία). Ζει πλέον στις Φιλιππίνες, όπου εργάζεται ως σχεδιαστής σπιτιών, έγραψε την αυτοβιογραφία του το 2019 και παραδέχτηκε δημόσια την ομοφυλοφιλία του. Ο Peter υπήρξε μέλος των Drahdiwaberl και των Spinning Wheel, ενώ από το 1986 με το ψευδώνυμο Νick Acropolis παίζει πλέον στους Untouchables. Στο ενδιάμεσο έγινε ο κιθαρίστας του Falco (παίζει στη διεθνή επιτυχία “Rock me Amadeus”). Κατά καιρούς έχει μετάσχει στη δισκογραφία πολλών τραγουδιστών, από την Shirley Bassey μέχρι την Taylor Dayne. Το 2018 εξελέγη πρόεδρος της Αυστριακής Ένωσης Συνθετών. Ο τρομπετίστας Bernhard έχασε τον πατέρα του πολύ νέο (38 ετών). Μετείχε στα ίδια συγκροτήματα με τον Peter, καθώς και στους μουσικούς του Falco, όπως και ο Heinz, ο οποιος δραστηριοπόιείται ως μουσικός και στιχουργός, αλλά και παραγωγός (μεταξύ άλλων και του “Rock me Amadeus”). Για ένα μικρό διάστημα, από το 1984 και μετά, είχε δικό του γκρουπ, τους Kottan’s Kapelle.
O Gary Lux (AUS 85, 87, 1959-) είχε τη μεγαλύτερη σταδιοδρομία από όλους: γεννήθηκε στο Kingston του Καναδά. Στην Αυστρία, όπου πήγε όταν ήταν τεσσάρων ετών, σπούδασε πιάνο, καθώς και ηλεκτρονικά και τεχνικά μαθήματα σε τεχνικό λύκειο. Αυτά τον βοήθησαν στο να γίνει άριστος παίκτης αρμονιού και συνθεσάιζερ. To 1983 ήταν μέλος των Westend, στην επιλογή όμως πήγε και σόλο, με το τραγούδι Bleib’wie du bist (4ος), το οποίο έχει ακριβώς τον ίδιο τίτλο με το Blijf zoals je bent (NDL 89). Το 1984 έκανε φωνητικά στην Anita, το 1993 στον Tony Wegas, ενώ το 1995 έπαιζε αρμόνιο, πίσω από τη Stella Jones. Είναι ίσως ο καλλιτέχνης με τις περισσότερες εμφανίσεις σε διαφορετικούς ρόλους στη σκηνή της Γιουροβίζιον. Με τη Gitti (Seuberth) τραγούδησε το Kumm, hoit mi στη διάλεκτο της Βιέννης (εμφανίστηκαν ως Gitti und Gary) στην preselection του 1984 (2ος). Το 1988 έφυγε για ένα διάστημα στις Ηνωμένες Πολιτείες, επιχειρώντας διεθνή καριέρα, αλλά επέστρεψε άπραγος στην Αυστρία. Τελευταία του προσπάθεια σε επιλογές το 1994, όπου ήταν στιχουργός του Solitaire (2ο). Σήμερα, η καριέρα του έχει πέσει σε αφάνεια. Η σύζυγός του Marianne πέθανε από καρκίνο το 2011. Έχει δύο γιους.
Pas de Deux (BEL 83): δημιουργήθηκαν το 1982. Όταν κέρδισαν στον βελγικό τελικό προκλήθηκε τεράστια αναστάτωση και γιουχάρισμα στην αίθουσα και πολλοί θεατές εγκατέλειψαν την αίθουσα, πριν από τη reprise. Πρόκειται για το τραγούδι με τους λιγότερους στίχους (ένας, και αυτός ακατάληπτος) στην ιστορία του διαγωνισμού. Θεωρήθηκε πολύ πρωτοποριακό το στυλ νέο-πανκ κι ως εκ τούτου επελέγη, αλλά η Ευρώπη είχε αντίθετη άποψη. Έβγαλαν συνολικά τρία single και δύο ΕΡ, τα οποία δεν πούλησαν αρκετά (εκτός από το εν λόγω που έγινε καλοκαιρινή επιτυχία), έτσι διαλύθηκαν αμέσως. Είναι το τρίο Dett Peyskens (Bernadette C. J. Peyskens, 1957-), Hilde van Roy και Walter Verdin (1953-). Ο τελευταίος είχε δημιουργήσει το 1979 ένα γκρουπ που έκανε αίσθηση για την πρωτοπορία του, τους Specimen en de Rizikoos. Σπουδαστής καλών τεχνών, έβγαλε την ίδια χρονιά και ένα σόλο άλμπουμ, με χορευτικά τραγούδια που έντυσαν μια ταινία. Στη συνέχεια, έγινε video artist και σχεδιατής για εξώφυλλα δίσκων. Έχει εξειδικευτεί στη βιντεοσκόπηση θεατρικών και μουσικών παραστάσεων. Έκανε παράλληλη καριέρα, πέρα από το Βέλγιο, στη Νότια Αφρική και τη Μοζαμβίκη, όπου διοργανώνει συχνά workshops. Η Hilde έγινε τηλεοπτική δημοσιογράφος, ενώ η Dett συνέχισε ως ηθοποιός και τραγουδίστρια, είτε σόλο σε μουσικές παραστάσεις, είτε ως μέλος των Red Zebra. Τους πλαισίωσαν στη σκηνή ο Paul Peyskens και ο Mieke Verdin, όχι όμως και ο ντράμερ Ben Crabbé, ο οποίος είχε ηχογραφήσει από πριν το δικό του μέρος. Οι κοπέλες ανέβηκαν στη σκηνή ξυπόλητες. Το 2014 εμφανίστηκαν όλοι ξανά μαζί για μία και μοναδική φορά.
Corinne Hermès (LUX 83-Corinne Bondeaux): γεννήθηκε το 1961 στο Lagny-sur-Marne. Ξεκίνησε το 1974, όταν κέρδισε σε τοπικό διαγωνισμό ταλέντων. Ήταν φοβερά νευρική κατά τη βαθμολογία, διότι -εξαιτίας της μυωπίας της- δεν μπορούσε να παρακολουθήσει την εξέλιξη εκείνης και των αντιπάλων της (δεν ήταν ξινή, απλά… μύωψ). Ήταν η πρώτη της φορά σε τόσο μεγάλο κοινό. Έχει κάνει χρυσούς δίσκους στην Τουρκία (τουλάχιστον αυτό έχει δηλώσει), με τραγούδια στα Τουρκικά. Εξάλλου, τραγούδησε το Ma liberté για τα 100 χρόνια του Αγάλματος της Ελευθερίας στην τουρκική επιλογή του 1987. Ενίοτε χρησιμοποιούσε και το ψευδώνυμο Corinne Miller. Με το Dessine-moi ψηφίστηκε ως καλύτερη νέα αποκάλυψη το 1989 και κέρδισε ένα βραβείο “Victoire de la musique”. Το L’amour est artiste ήταν στο soundtrack του σήριαλ «Les grandes marées», εξάλλου είναι η ειδικότητά της η μουσική για σειρές. Κέρδισε στο φεστιβάλ του Τόκυο το 1985, με το Mickael. Ερμήνευσε επίσης ένα τραγούδι για τα 3.000 χρόνια της Ιερουσαλήμ. Με πολλά άλμπουμ στο ενεργητικό της, έχει δώσει συναυλίες σε 25 χώρες. Το εν λόγω ανέβηκε στα charts κάποιων χωρών, ενώ ακούγεται και σε πορνοταινία με τον… Κώστα Γκουσγκούνη. Ενεργή στα μουσικά δρώμενα, δεν έκανε ωστόσο ποτέ μεγάλη καριέρα. Ζει στο Παρίσι σε ένα εντυπωσιακό σπίτι, κάνει παρέα με συγγραφείς και διανοούμενους και ηχογραφεί τα τραγούδια της στο μικρό στούντιο που διαθέτει.
Θεότητες Ofra Haza και Remedios Amaya!!! Το Quien maneja mi barca είναι το αγαπημένο μου εκείνη τη χρονιά και ίσως οι πιο άδικοι 0 πόντοι στην ιστορία του Διαγωνισμού.
Η ζωή της Καρόλα θα μπορούσε να γίνει σαπουνόπερα!!! 😛
“Το εν λόγω ανέβηκε στα charts κάποιων χωρών, ενώ ακούγεται και σε πορνοταινία με τον… Κώστα Γκουσγκούνη.”
Τρελό respect! 😀
Το 1983 (και το 1997) είναι οι μόνες χρονιές που έχω τόσο την Ελλάδα όσο και την Κύπρο στο τοπ 10 μου.
Δεν θυμάμαι τον τίτλο της ταινίας…
Εμένα πάλι πιο πολύ για σαπουνόπερα μου κάνον οι ζωές του Daniel-Milan Popovic και του Armando Gama. Ειλικρινά αξίζει κάποιος να πάρει τα δικαιώματα και να κάνει τις ζωές τους ταινία ή σήριαλ. Από την άλλη μπόλικο πρόωρο και τραγικό θανατικό έχει δυστυχώς το 1983, όπως η Ofra Haza (μια από τις ωραιότερες φωνές που πέρασαν από αυτό τον πλανήτη ever!), αλλά και ο μυστακοφόρος Hoffman (τί γοητευτικός άντρας που ήταν και πόσο όμορφη η γερμανκή μπαλάντα).
Γενικά αγαπώ ιδιαίτερα το 1983 ως χρονιά, γιατί είναι η πρώτη ουσιαστικά Eurovision που παρακολούθησα έχοντας απόλυη συνείδηση του τί βλέπω. Και μάλιστα την είχα δει σε όλη την πορεία της, αρχής γενομένης από τον αλήστου μνήμης ελληνικό τελικό (πόσο συγκινήθηκα που τον ανακάλυψα πριν μερικά χρόνια στο youtube), συνεχίζονας με τα preview videos, και φθάνοντας στον τελικό. Και κάπως έτσι στην 8χρονη τότε ψυχούλα μου μπήκε το euroμικρόβιο έστω και ασυνείδητα. Αγαπημένα κομμάτια από εκείνη τη χρονιά το Βέλγιο (μια ζωή κατώτερες των περιστάσεων οι επιτροπές), το ΗΒ (παραξενεύτηκα που δεν πήγε τόσο καλά στα βρετανκά charts, το θεωρώ πολύ πιο συμπαθητικό και mainstream κομμάτι σε σχέση με κάτι χαζο-rock’n roll τύπου making your mind up), η Γερμανία (αυτή η εισαγωγή με το συνθεσάιζερ με στοιχειώνει ακόμα) και η Σουηδία. Η Ισπανία επ’ουδενί δεν άξιζε το 0, αν και το κομμμάτι δεν είνα και το καλύτερο του είδους φλαμένκο, από την άλλη η έτερη μηδενίζουσα Τουρκία κάθε φορά που τη βλέπω ‘πέφτω κάτω από τα γέλια’!
Θα συμφωνήσω απόλυτα για το Βέλγιο (αν κι εγώ το εκτίμησα το τραγούδι αρκετά χρόνια αργότερα όταν ωρίμασαν τα μουσικά μου ακούσματα) και την Τουρκία!
Εύστοχες οι παρατηρήσεις!
Να επισημάνω επίσης και την εξαιρετική ορχήστρα που είχαν οι Γερμανοί, η οποία απογείωσε πραγματικά τα κομμάτια (εξίσου καλή με αυτή των Ιρλανδων το 1981)
Να πω κάτι, το οποίο με ενοχλεί αρκετά, με αφορμή την δήλωση της Κρίστι Στασινοπούλου ότι πήγε Γιουροβίζιον για το ταξίδι στην Γερμανία: νιώθω ότι είναι πολλοί οι συμμετέχοντες Ελλάδας και Κύπρου, που επειδή δεν έλαβαν την θέση που ήθελαν, επιχείρησαν να υποβαθμίσουν τον διαγωνισμό μετά την συμμετοχή τους. Δεν θεωρώ ότι τιμάει κανέναν αυτό, αν θεωρείς τον ιστορικό αυτό διαγωνισμό αστείο πανηγυράκι, μπορείς να μην συμμετέχεις καθόλου. Κατανοώ ότι για τους περισσότερους είναι δύσκολο να αποδεχτείς την μη επιτυχία, όμως ας μην φτάνουμε στο άλλο άκρο.
Το ίδιο έκανε κάποτε και ο Τάκης Μπινιάρης, ο οποίος απαξίωσε τον διαγωνισμό, το 1991 όμως ήταν πάλι υποψήφιος… Από την πλευρά μου θα αποκαλύψω και κάτι άλλο που δεν έχει ακουστεί μέχρι τώρα: το 2006 όταν ο Μάκης Δελαπόρτας, σε συνεργασία με τον Infe Greece, έβγαλε το βιβλίο του για τη Γιουροβίζιον, η Κρίστη Στασινοπούλου ήταν η μόνη που αρνήθηκε πεισματικά να δώσει φωτογραφικό υλικό ή να παραχωρήσει συνέντευξη και ο Δελαπόρτας απόρησε πώς είναι δυνατόν να τής κάνει κάποιος αφιέρωμα και εκείνη να μην το δέχεται…