Γιούροσταρ κατατρεγμένοι από τη μοίρα -38- 1993
Επιτέλους μία χρονιά χωρίς πολλά δράματα, αλλά πάντα με ενδιαφέρουσες, ανθρώπινες ιστορίες!
Οι καλλιτέχνες της χρονιάς
Enrico Ruggeri (ITA 93): γεννήθηκε το 1957 στο Μιλάνο. Ξεκίνησε 16 ετών, με τους Josafat. Το 1974 δημιούργησε τους Champagne Molotov και το 1980 τους Decibel, με τους οποίους γνώρισε τη φήμη, πηγαίνοντας στο Sanremo (ψηφίστηκαν γκρουπ της χρονιάς), πριν κάνει σόλο καριέρα. Πρωτομπήκε στο ιταλικό τοπ το 1983 με το Polvere. Το 1987 κέρδισε στο Sanremo μαζί με τους Gianni Morandi (ITA 70) και Umberto Tozzi (ITA 87) και το άσμα Si può dare di più. Το 1990 έκανε τον πρώτο χρυσό δίσκο με το άλμπουμ «Il Falco e il Gabbiano», κάτι που «εξαργύρωσε» με μια μεγάλη περιοδεία στη Σοβιετική Ένωση. Το 1993 ξανακερδίζει το Sanremo με το Mistero. Ήθελε πολύ να πάει στη Γιουροβίζιον. Εκ των υστέρων δήλωσε ότι ήταν πολύ δύσκολο το τραγούδι του, σε αντίθεση με τις απλές μελωδίες των παλιών διαγωνισμών του ’60 και ’70. Ο Τύπος μίλησε για ‘Neurofestival’. Το εν λόγω έγινε δύο φορές χρυσό (αν και δεν μπήκε στο επίσημο τοπ). Έκανε νέα βερσιόν το 1996 με ιταλικούς, γαλλικούς και γερμανικούς στίχους και τη συμμετοχή παιδικής χορωδίας. Το 2016 επανενώθηκαν οι Decibel. Πέρα από τη μουσική του καριέρα έχει υπάρξει τηλεπαρουσιαστής, ραδιοφωνικός παραγωγός, πεζογράφος και ποιητής. Δεινός ποδοσφαιρόφιλος, είναι πρόεδρος της εθνικής ομάδας τραγουδιστών. Υπήρξε παντρεμένος με την Laura Ferrato (1986-1994), μέχρι που γνώρισε την τωρινή σύντροφό του, δηλαδή την τραγουδίστρια και συνθέτρια Andrea Mirò. Από τον πρώτο γάμο απέκτησε έναν γιο, τον τραγουδιστή Pico Rama, ενώ από τη σχέση του ακόμα έναν γιο και μία κόρη. Κάποια στιγμή, όταν κατηγορήθηκε ότι είναι φασίστας, αισθάνθηκε την ανάγκη να δηλώσει πως δεν ισχύει αυτό: ήταν και είναι αναρχικός.
Burak Aydos (TUR 93): γεννήθηκε το 1972 στην Άγκυρα και σπούδασε κοντραμπάσο, σολφέζ, σύνθεση και πιάνο στο κρατικό ωδείο του Hacettepe. Αποβλήθηκε για έναν χρόνο από το σχολείο για κακή συμπεριφορά. Το 1991 με το τραγούδι του Mor Violet ήταν φιναλίστ στον διαγωνισμό τραγουδιού «Golden Antenna», του ΤRΤ, όπου πήρε εύφημο μνεία. Παράλληλα σπούδαζε τότε δημόσια διοίκηση και πολιτικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο του Bilkent. Η πρώτη του κασέτα κυκλοφόρησε το 1995, με τίτλο «Sartsız…Kuralsız…Hesapsız». Ήταν ένα μείγμα ποπ, μουσικής δωματίου και ισπανικής κιθάρας. Περιλαμβάνει και ένα remix του εν λόγω. Υπάρχουν δύο αγγλικοί τίτλοι για την ίδια ακριβώς διασκευή, My pretty baby και My brunette, my love. Εγκατέλειψε για χρόνια τις σπουδές του, προσπαθώντας να κάνει καριέρα, αλλά επέστρεψε, για να πάρει το πτυχίο του. Δεύτερο άλμπουμ το 2007, ένα τραγούδι του οποίου, το Eşref Saati χρησιμοποιήθηκε σε τηλεοπτική σειρά. Έκτοτε η καριέρα του φαίνεται να έληξε. Στην επιλογή εμφανίστηκε με δύο από τους χορωδούς του ως Burak Aydos, Serter & Baybora Öztürk.
Münchener Freiheit (GER 93): γνωστοί ήδη στη χώρα τους, πήγαν με το εν λόγω τραγούδι στο #53 του Τοπ. Πήραν το όνομά τους από μία πλατεία του Μονάχου. Το συγκρότημα αποτελείται από τους Alex Grünvald (κήμπορντς, 1954-), Rennie Hatzke (Καναδός, γεννημένος το 1955-ντραμς), Michael Kunzi (γεννημένος το 1958-μπάσο και φωνητικά), Aron Strobel (επίσης το 1958-κιθάρα και φωνητικά) και Stefan Zauner (γεννημένος το 1952-φωνητικά και αρχηγός του γκρουπ, ο οποίος ξεκίνησε ως μέλος του θρυλικού στη χώρα συγκροτήματος Amon Düül 2). Ήδη έναν χρόνο μετά από τη δημιουργία τους το 1981 κατάφεραν με το πρώτο τους άλμπουμ «Umsteiger» να ανέβουν στο #1 των γερμανόφωνων χωρών, της Σουηδίας, της Νορβηγίας και της Ολλανδίας. Ακολούθησαν πολλές επιτυχίες. Το 1987 ηχογράφησαν με τη Συμφωνική ορχήστρα του Λονδίνου το Keeping the Dream Alive, ένα single που έκανε τεράστια επιτυχία στη Γερμανία και πήγε στο #14 της Αγγλίας, αλλά και στο Τοπ 10 πολλών ευρωπαϊκών χωρών. Δυστυχώς, το αποτέλεσμα στον διαγωνισμό επηρέασε αρνητικά τη μετέπειτα καριέρα τους. Παραμένουν ενεργοί, αλλά με διαφορετικό τραγουδιστή, τον Tim Wilhelm, αντί του Stefan Zauner. O τελευταίος εργάστηκε για αρκετά χρόνια ως γραφίστας και έζησε επί 18 χρόνια στην Ibiza. Το 2002 πέθανε η πρώτη του σύζυγος από πνευμονία, Νυμφεύτηκε ξανά το 2012. Ο Aron Strobel είναι συλλέκτης παλαιών αυτοκινήτων.
Annie Cotton (SWI 93): Γαλλοκαναδή, γεννημένη στο Laval, ήταν τότε 17 ετών. 10 ετών πήρε μέρος στο «Sound of Μusic» και έβγαλε ένα άλμπουμ, με τα σχετικά τραγούδια. Τηλεοπτική και θεατρική ηθοποιός, κυρίως έπαιξε σε παιδικά έργα και μιούζικαλ, όπως και σε νεανική σειρά της Καναδικής τηλεόρασης. Ανακαλύφθηκε από τον Marc Sorrentino, manager των Gipsy Kings και βιρτουόζο ακορντεονίστα, ο οποίος είναι υπεύθυνος για το 1ο της album, έχοντας στη διάθεσή του 15 κορυφαίους μουσικούς. Μετά από τον διαγωνισμό, η τραγουδιστική της καριέρα της δεν είχε τίποτε άλλο αξιοσημείωτο να επιδείξει. Έπαιξε για 7 χρόνια σε μια σαπουνόπερα στον Καναδά, καθώς και σε ένα ακόμα σήριαλ. Εδώ και 10 χρόνια ζει και εργάζεται στο San Francisco, όπου κάνει σπηκάζ στην τηλεόραση και το ραδιόφωνο, καθώς και μεταγλωττίσεις. Έχει ένα γιο, τον Léo.
Tommy Seebach Band (DEN 93): Εκτός από τον ίδιο τον Tommy, ήταν στο συγκρότημα οι: Jens & Steen Lindegaard (κήμπορντς και κιθάρα αντίστοιχα) και Lars Wagner (ντραμς). Στα φωνητικά οι βετεράνες Lei Aloha Moe & Tina Lupe Moe. Το τραγούδι το είχε γράψει από παλιά και είχε απορριφθεί τόσο το 1991, όσο και το 1992. Το ξαναέστειλε το 1993, χωρίς να το πει στο στιχουργό Keld Heick, ο οποίος επρόκειτο να παρουσιάσει την επιλογή στην πόλη Odense, μαζί με την Kirsten (DEN 84, 85, 88). Όταν εκείνος το έμαθε, δεν μπορούσε να του αποκαλύψει ότι θα ήταν ο παρουσιαστής. Έγινε μεγάλο σκάνδαλο στις εφημερίδες. Ο Τύπος τον πολέμησε πολύ για τον αποκλεισμό τους. Εκείνος έριξε το φταίξιμο στο δανικό λαό που τον επέλεξε και τον έστειλε. Γιόρταζε τότε 30 χρόνια καριέρας. Πέθανε 10 χρόνια μετά, το 2003, όντας το πιο μισητό πρόσωπο στη Δανία, αλκοολικός και μόνος. Περισσότερα για τον καλλιτέχνη στο αφιέρωμα για το 1979.
Keti Garbi (GRE 93-Αικατερίνη Γαρμπή): γεννημένη το 1961, το 1980 ήταν με την αδελφή της, Λιάνα (ήσαν γνωστές ήδη από τα 13 τους ως «οι αδελφές Γαρμπή»), στα φωνητικά του Γιάννη Φλωρινιώτη (10ος στην επιλογή, με το Έχω μια μελωδία). Είναι ανηψιά της γνωστής ηθοποιού Τζόλλυς Γαρμπή. Ξεκίνησε δισκογραφικά το 1987 με ένα άλμπουμ νέων καλλιτεχνών, όπου είπε το Saint-Tropez. Πρώτο της άλμπουμ η Πρόβα το 1989. Όταν πήγε, είχε μόλις κυκλοφορήσει το 4ο της άλμπουμ «Του φεγγαριού αναπνοές». Η ΕΡΤ δεν άφησε τότε τον συνθέτη και φιλόλογο Δημοσθένη Στριγγλή (ο οποίος είχε στείλει ένα τραγούδι και το 1983, αλλά απερρίφθη) να πει ο ίδιος το τραγούδι και αντιπρότεινε την Αλέξια (CYP 81, 87), τη Σοφία Αρβανίτη (GRE NF 87), την Κωνσταντίνα (CYP 83) και την Καίτη, η οποία και επελέγη τελικά. Πρόκειται για το πρώτο ελληνικό τραγούδι με συνθέτη από την επαρχία, αφού ο Δημοσθένης Στριγγλής είναι από τη Λαμία. Άψογη επαγγελματίας, ρωτούσε το κοινό αν ήταν καλή και τι να φορέσει την τελική βραδιά. Το καυτό φόρεμά της ήταν δημιουργία του οίκου Τσούχλου της Σήλιας Κριθαριώτη. Τι; Αν φορούσε εσώρουχο; Είναι δυνατόν να μην φορούσε; Είχε γίνει τότε πολλή συζήτηση για το αν έπρεπε να αλλάξουν κάποιοι στίχοι και για το αν χρειαζόταν ο τίτλος να γίνει σκέτο Χώρα του φωτός. Η μετάφραση πάντως διατήρησε το απερίγραπτο «belly dance» (για να αποδώσει το «τσιφτετέλι»). Κατέχει και το ρεκόρ μεγαλύτερου μονοπλάνου στην ιστορία του διαγωνισμού (43”). Η καριέρα της είναι εντυπωσιακή και γνωστή τοις πάσι. Στην προσωπική της ζωή, είναι παντρεμένη με τον Διονύση Σχοινά (υποψήφιος το 1998) και έχει ένα γιο, τον Δημήτρη. Ζουμερά παρασκήνια και επιπλέον πληροφορίες μπορείτε να διαβάσετε εδώ.
Barbara (BEL 93-Barbara Maria Karel Deckx): γεννήθηκε το 1974 στο Τurnhout. Είναι κόρη του Marc(el) Deckx (ο οποίος μετείχε στην επιλογή του 1967, με το Oh Clown, έχει δική του δισκογραφική εταιρεία και είναι υπεύθυνος για την καριέρα πολλών καλλιτεχνών). Πρόκειται για τον στιχουργό του τραγουδιού, κάτω από το ψευδώνυμο Tobana. Ο αδερφός της είναι μπασίστας στο γνωστό γκρουπ Tush and Nuts. Η ίδια σπούδασε στην Αμβέρσα σχεδιάστρια μόδας. Ωστόσο εμφανίστηκε απίστευτα κακοντυμένη (σαν ‘θείτσα’!), ως εκ τούτου θεσπίστηκε ετήσιο βραβείο «Barbara Dex», για τον χειρότερα ντυμένο καλλιτέχνη κάθε χρονιάς στον διαγωνισμό, ένα βραβείο που καταργήθηκε μόλις πέρυσι. Εργάζεται ως προπονήτρια σκι κατά τη χειμερινή περίοδο στην Αυστρία. Έγινε τόσο γνωστή μετά την επιλογή, ώστε είχε έτοιμο ήδη τον πρώτο της δίσκο πριν από τον διαγωνισμό, σε χρόνο ρεκόρ. Το τραγούδι ανέβηκε στο #19 του Hitparade και σο #3 του Φλαμανδικού Τοπ. Ο συνθέτης, Marc Vliegen, είναι πιανίστας του γνωστού στο Βέλγιο συγκροτήματος Tris. Την είδαμε ξανά υποψήφια το 2004 (3η) και το 2006 (5η). Παραμένει ενεργή και πολύ επιτυχημένη. Έχει δύο γιους.
William Mangion (MAL 93): γεννήθηκε το 1957 στο Naxxar. Ξεκίνησε κάνοντας φωνητικά και παίζοντας κημπορντς σε κρουαζιερόπλοια. Έχει δώσει συναυλίες στη Μάλτα, το Ηνωμένο Βασίλειο (όπου έζησε για κάποια χρόνια), τη Γερμανία και την Ολλανδία. Αφού πέρασε από τρία γκρουπ, το 1984 δημιούργησε το συγκρότημα Getting Closer, που έγινε ένα από τα πιο επιτυχημένα στη χώρα του, με συνεργασίες και με ξένους καλλιτέχνες. Το 1993 κυκλοφόρησε το 2ο τους άλμπουμ. Τραγούδησε στο διεθνές φεστιβάλ του Castlebar το 1977 με το Last Time. Στα φωνητικά του είχε τη Moira (MAL 94), αλλά και τη Debbie Scerri (MAL 97), ενώ στην κιθάρα τον Christofer Scicluna (MAL 94). Ακούγεται ότι είχε κάνει ερωτικές προτάσεις στην Καίτη Γαρμπή, γοητευμένος από τα κάλλη της. Ακριβώς τον ίδιο τίτλο (This time), σε άλλη γλώσσα, είχε το Ovo vrijeme με τους More από την επιλογή της Γιουγκοσλαβίας το 1975. Ήταν υποψήφιος και το 2007, αλλά έμεινε στον ημιτελικό. Το 2011 μετανάστευσε στις Η.Π.Α., επιστρέφει όμως συχνά στη Μάλτα, για να τραγουδήσει σε γάμους. Έχει κυκλοφορήσει ένα άλμπουμ και τρία singles. Από το 2013 προσπαθεί να πείσει τις μαλτέζικες κυβερνήσεις (μάλιστα πήρε ένα μεγάλο ποσό από το Εργατικό Κόμμα επί τούτου), για να φτιάξουν έναν αξιοπρεπή χώρο, όπου θα κάνουν πρόβα τα συγκροτήματα της χώρας και θα διοργανωθεί ένα διεθνές ροκ φεστιβάλ.
Inga (ISL 93-Ingibjörg Stefánsdóttir): γεννήθηκε το 1972 και ήταν τότε ανερχόμενο αστέρι της rave σκηνής, ως μέλος δύο σχετικών γκρουπ. Μεγάλωσε με τη γιαγιά και τον δεύτερο σύζυγό της. Το 1992 ήταν πρωταγωνίστρια στο ισλανδικό φιλμ «Veggfóour», το οποίο «έσπασε ταμεία» και την έκανε γνωστή σε μια νύχτα, αν και εργαζόταν ήδη με επιτυχία ως μοντέλο. Ξεκίνησε να τραγουδά από τα 12 της με την Ισλανδική Εθνική Όπερα και αργότερα με τους Piece of Cake. Ο συνθέτης του (και διευθυντής ορχήστρας το 1990) είναι ο Νορβηγός Jon Kjell Seljeseth, ο οποίος διαμένει μόνιμα στο νησί και είχε ήδη πάνω από 20 επιτυχίες στο Τοπ 10. Στιχουργός είναι ο γραφίστας και μέλος του πολύ επιτυχημένου γκρουπ Sálin, Fridrik Sturluson. Η Inga τα τελευταία χρόνια εργάζεται ως τραγουδίστρια, ηθοποιός και κυρίως δασκάλα yoga. Είναι μάλιστα από το 2005 διευθύντρια της σχολής Yoga Shala στο Ρέυκιαβικ. Υπήρξε σύντροφος του σκηνοθέτη Julius Kemp. Παντρεμένη πλέον, είναι υπέρμαχος της ωμοφαγίας.
Για τον Tony Wegas, βλ. 1992. O συνθέτης και διευθυντής ορχήστρας Christian Kolonovits (AUS 72, 77) είναι διάσημος παραγωγός και ενορχηστρωτής στη χώρα του και κάνει επιτυχία με το «Vienna Symphony Orchestra Project».
Anabela (POR 93- Anabela Braz Pires): γεννημένη το 1976 στην Almada, είχε ήδη πάει στα φεστιβάλ Unicef (2η το 1989), Πολωνίας (όπου κέρδισε το 1991 το βραβείο Fidof) και Τσεσμέ (2η το 1992) και είχε ήδη τρία άλμπουμ στο ενεργητικό της. Ξεκίνησε να τραγουδά στα 7 της, ενώ στα 12 είχε κερδίσει στο «Fado Gala». Το 1993 ήρθε 3η στο φεστιβάλ ΟΤΙ για την Πορτογαλία. Οι τρεις συνθέτες του τραγουδιού την ήθελαν εξαρχής να πει εκείνη το τραγούδι τους. Έχει την ίδια manager (Ηelena Cardinali) με τους Da Vinci (POR 89). Δήλωνε τότε πως ήθελε να γίνει ψυχολόγος (πράγματι κατέχει master στον τομέα αυτό και επιθυμεί κάποια στιγμή να ασχοληθεί με τη μουσικοθεραπεία). Τελικά έγινε μια επιτυχημένη αρτίστα του μουσικού θεάτρου. Είναι εξαιρετική και στις μεταγλωττίσεις. Έχει παίξει σε αρκετές ταινίες. Διαθέτει 10 άλμπουμ στο ενεργητικό της, εκ των οποίων ξεχωρίζει το λεγόμενο “πειραματικό άλμπουμ” του 2015, με μελοποιημένη ποίηση. Παντρεύτηκε το 2015 τον Vitor Estevez. Έχουν ένα παιδί. Μετέχει σε ένα εθνικό πρόγραμμα, με στόχο την ενδυνάμωση των σχέσεων μεταξύ παππούδων και εγγονιών. Από τους συνθέτες-στιχουργούς, ο Pedro Abrantes είναι επαγγελματίας μουσικός κρουστών, ο Marco Quelhas (συνθέτης POR 01) ήταν μέλος του γκρουπ Karamuru και ο Paulo Dacosta είναι κορυφαίος συνθέτης και τραγουδιστής· δεν είναι άλλος από τον Paulo de Carvalho (POR 74, 77)!
Patrick Fiori (FRA 93-Patrick Jean-François Chouchayan): γεννήθηκε το 1969 στη Μασσαλία, από πατέρα Γαλλοαρμένιο και μητέρα Κορσικανή. Είχε ήδη μικρή δισκογραφία και παρουσία σε συναυλίες με γνωστά ονόματα, όταν ένας τοπικός δημοσιογράφος και κριτικός τον είδε σε ένα gala στην Κορσική και τον έστειλε στη «σιδηρά κυρία» της κρατικής τηλεόρασης Marie-France Brière. Εκείνη τον επέλεξε, διότι το τραγούδι έχει δύο στίχους στα κορσικανά και μαντολίνο (ουσιαστικά το παρήγγειλε στον συνθέτη François Valéry, ο οποίος είναι πασίγνωστος τραγουδιστής και συνθέτης στη Γαλλία). Έχουν και οι δύο (η Brière και ο Valéry) από μια βίλλα στην ίδια περιοχή του νησιού, μάλιστα του πρότεινε να το πει ο ίδιος, αλλά εκείνος προτιμούσε ένα κορσικανό ερμηνευτή. Το τραγούδι που δημιουργήθηκε σε μια ταραχώδη περίοδο, όπου τα αυτονομιστικά κινήματα του νησιού είχαν κάνει επιθέσεις σε Γάλλους πολιτικούς, γράφτηκε σε μια νύχτα. Όταν πρωτοεμφανίστηκε ο Patrick σε εθνικό δίκτυο, αμέσως μετά την επιλογή του, χτύπαγαν οι καμπάνες στην Κορσική για μία ημέρα. 23 ετών τότε, είχε ήδη διακόψει τις σπουδές του, για να αφοσιωθεί στο τραγούδι. Μασκώτ του η κατσίκα του, Caramel, και χόμπυ του το υποβρύχιο ψάρεμα. Το τραγούδι άγγιξε το #40 και αμέσως μετά εξαφανίστηκε από τα singles. Ο Pascal Sevran, παλιά δόκα του γαλλικού τραγουδιού, ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για την εκτίναξη της καριέρας του, οι δε φήμες για το είδος της σχέσης τους οργιάζουν. Κάτι ακουγόταν επίσης για τον νεαρό τραγουδιστή Tommy, αλλά και για έναν παίκτη του ράγκμπυ (το όνομά του μάς διαφεύγει): όταν διέρρευσε ένα βιντεάκι από τα αποδυτήρια, όπου φαινόταν να κάνει ολόγυμνος ντους, σε ερώτηση δημοσιογράφου είπε αμήχανα: “πρέπει να πλένουμε όλες τις μικρές γωνίες του σώματος”, για να προσθέσει ο Fiori, με νόημα: “μια μικρή γωνιά… 20 εκατοστών!”. Παράλληλα, ο δεσμός του με τη Lara Fabian απασχόλησε όλα τα έντυπα, ωστόσο κι εδώ κάτι περίεργο συμβαίνει: συνθέτης του άλμπουμ που τον έκανε γνωστό, ήταν ο πρώην της Lara, Rick Allison, ο οποίος ευθύνεται και για την επιτυχία της στον Καναδά… Ο Patrick Fiori έγινε σούπερ-σταρ με τις εμφανίσεις του στη Ροκ Όπερα «Notre Dame de Paris». Το album (studio, live, english versions) μονοπώλησε το #1 της Γαλλίας για 6 μήνες, το δε τρίο Belle με τους Garou και Daniel Lavoie ψηφίστηκε τραγούδι της χρονιάς κι έγινε αδαμάντινο (1 εκατομμύριο αντίτυπα). Ακολούθησε μεγάλη καριέρα, με δίσκους, πλήθος επιτυχιών και εμφανίσεις σε θέατρα και συναυλίες. Επί οκτώ χρόνια ήταν σε σχέση με τη συμπρωταγωνίστριά του στην «Παναγία των Παρισίων», Julie Zenatti, με την οποία παρέμειναν φίλοι. Ακολούθησε η Lara Fabian (τέλος πάντων, αυτό ισχυρίζονταν). Το 2008 νυμφεύτηκε την πρώην εστεμμένη Ariane Quatrefages (Miss Rhône-Alpes 1999 και 4η στα εθνικά καλλιστεία). Έχουν δύο γιους.
Arvingarna (SWE 93): είναι όλοι γιοί γνωστών μουσικών του Γκαίτεμποργκ (των dance band Streplaers και Flamingo Quintet) και υφίστανται ως συγκρότημα από το 1989, κάνοντας στροφή από το heavy metal σε πιο pop ακούσματα. Το όνομά τους σημαίνει «Οι κληρονόμοι». Ξεκίνησαν ως boy band, με πολλές επιτυχίες στα κορίτσια. Για πρώτη φορά στο Melodifestivalen εκείνης της χρονιάς χρησιμοποιήθηκε το televoting, σε συνδυασμό με επιτροπές. Πήραν maximum points από όλες τις επιτροπές (#10 Σουηδίας και πολλά remixes), κάτι που είχε επιτύχει μόνο το Främling το 1983. Είναι οι αδελφοί Kim (κιθάρα) και Tommy Carlsson (ντραμς, 1968-), ο Casper Janebrink (μπάσο, 1970-) και ο Lars «Lasseman» Larsson (κήμπορντς, κιθάρα, 1972-). To 1995 ήταν στην επιλογή 6οι και το 1999 3οι. Διαγωνίστηκαν ακόμα το 1999, 2002, 2019 (7οι) και 2021 (9οι). Άλλαξαν το όνομά τους σε Airwings, με σκοπό να κάνουν διεθνή καριέρα. Διαθέτουν το δικό τους Arvingarnas Music Shop, που βρίσκεται στο Ademarkshuset Stora Höga. Το τραγούδι του 2ου στην επιλογή Nick Borgen, We are all the Winners, έγινε ο επίσημος ύμνος της Νορβηγικής ομάδας στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Ποδοσφαίρου το 1994, αφού η ίδια η Σουηδία το απέρριψε. O στιχουργός Gert Lengstrand είναι αθλητικογράφος στη «Göteborg Posten». Ο Casper (1970-) εργάζεται παράλληλα ως μάνατζερ του τυχερού παιχνιδιού Bingolotto. Παντρεμένος επί είκοσι χρόνια (2002-2022) με την Helena, έχει δύο μεγάλα παιδιά, έναν γιο και μία κόρη. Τον Σεπτέμβριο που μας πέρασε απέκτησε έναν ακόμη γιο από τη φίλη του Therese Andersson. O Kim με τη σύζυγό του Åsa έχουν δύο μεγάλες κόρες. O Lars γνώρισε τη γυναίκα του Therese τη χρονιά του διαγωνισμού. Έχουν δύο γιους. Ο Tommy είναι παντρεμένος με τη Linda. Έχει έναν γιο από προηγούμενο γάμο και είναι πλέον παππούς.
Niamh Kavanagh (IRL 93, 10): γεννήθηκε το 1968 στο Δουβλίνο και δούλευε τότε για την Allied Irish Banks. Το όνομά της προφέρεται [Ni:v Kavano]. Είναι η πρώτη νικήτρια του διαγωνισμού για δεκαετίες, της οποίας το τραγούδι δεν κυκλοφόρησε στη Γαλλία. Υπέγραψε συμβόλαιο με διεθνή δισκογραφική εταιρεία. Μπήκε και στο Tipparade (= airplay). Το κλασικό πλέον κόκκινο τζάκετ της κόστιζε £2500. Πήρε το Yamaha Award for Excellence, για την ερμηνεία της στη Γιουροβίζιον, βραβείο που από Ιρλανδούς έχουν πάρει ο Chris de Burgh και ο Larry Mullen, ντράμερ των U2. Ανέλαβε και εκπομπή στον ραδιοφωνικό σταθμό 2 FM. Αρχικά δεν μπορούσε να βρει διαθέσιμη δισκογραφική. Όταν ήταν παιδί, τραγουδούσε σε κοινωνικές εκδηλώσεις. Στα 14 έκανε εξάσκηση για σοπράνο. Αργότερα έκανε τουρ και συνεργασίες με γκρουπ, όπως οι Forbidden Fruit και οι Wind Machine. Έκανε το soundtrack στο φιλμ «The Commitments», του οποίου το άλμπουμ χρυσώθηκε. Τραγούδησε και το μουσικό θέμα για την παράσταση «Yeats cycle» στο Peacock Theater. Supporting artist του James Brown, εμφανίστηκε στα Grammy και το St-Patrick’s Day στη Νέα Υόρκη, ενώ είναι γνωστή και στο Λoς Άντζελες. Εκανε comeback το 1995, με το άλμπουμ «Flying being», το οποίο ηχογραφήθηκε στο Nashville του Tennessee. Το γνωστό I can’t make you love me, με το οποίο ο George Mickael ανέβηκε στο #2 του UK, πρωτουπήρχε στο εν λόγω άλμπουμ. Το 1998 έκανε ένα ντουέτο με τον γνωστό στη χώρα του Gerry Carney, όπου υπάρχει και μια νέα version του εν λόγω. Το νικητήριο τραγούδι πήγε στο #1 της Ιρλανδίας (όπου έμεινε για 5 εβδομάδες-11 εβδομάδες στο Τοπ 10) και το #24 της Αγγλίας. Έγινε ανάρπαστο: το single με τις γρηγορότερες πωλήσεις στην Ιρλανδίας όλων των εποχών (μέχρι τότε τουλάχιστον). Ασχολείται κυρίως με τη μπλουζ και τη σόουλ, αν και έχει επιδοθεί και σε είδη, όπως η όπερα και η φολκ μουσική. Μετά από ένα διάλειμμα, για να μεγαλώσει τους δύο γιους της, επανήλθε στον διαγωνισμό το 2010 (το τραγούδι πήγε στο #8). Τη δεύτερη φορά είχε στη σκηνή την ξαδέρφη της, επίσης Niamh Kavanagh, καθώς και την τραγουδίστρια Nikki Kavanagh (απλή συνωνυμία-υποψήφια το 2011). Άντρας της είναι ο μουσικός Paul Megahey, ο οποίος υπέστη εγκεφαλικό επεισόδιο που του άφησε πρόβλημα στην ομιλία. Η ίδια το έμαθε με μήνυμα του γιου της κατά τη διάρκεια συναυλίας με τους νικητές του 1992 και 1994. Έζησαν επί 11 χρόνια στο Carrickfergus. Ήθελε να μεταναστεύσει στις Η.Π.Α., αλλά η επιτυχία στη Γιουροβίζιον την έπεισε να μείνει στη χώρα της, παρόλο που τελικά κατέληξε να εργάζεται στο σούπερ μάρκετ Tesco. Η δισκογραφία της μετρά δύο άλμπουμ και επτά single.
Modern Times (LUX 93): o Jimmy Martin (γεννήθηκε το 1962) θεωρείται ο πιο επιτυχημένος τραγουδιστής του Λουξεμβούργου. Όπως και ο πατέρας του, παίζει τρομπέτα. H Long Island Records έχει χτίσει για χάρη του ένα στούντιο στην Αμερική, όπου υπήρξε τραγουδιστής του γκρουπ Amethyst. Παραγωγός του είναι ο Jean Michel Jarre. Εκείνος τον πίεσε να εκπροσωπήσει το Λουξεμβούργο, μετά από 10 χρόνια καριέρας στο εξωτερικό, έχοντας δισκογραφική δραστηριότητα ήδη από το 1985. Τα CD του πουλάνε σε 50 χώρες. Με τους Blackout έκανε καριέρα στη Γερμανία. Με τους Fisc πήγε στο #6 στη Γαλλία και έκανε συναυλίες στην Αμερική και την Ευρώπη. Το 1991 τους άφησε και δημιούργησε τους Glory Glory. Το 1992 είχε στείλει το Laissez-faire les enfants, αλλά απερρίφθη, διότι ήθελαν οπωσδήποτε τραγούδι στα Λουξεμβουργιανά. Την ίδια χρονιά ένα χριστουγεννιάτικό του τραγούδι έγινε δύο φορές χρυσό. Η σόλο καριέρα του περιλαμβάνει ηχογραφήσεις στα Αγγλικά και τα Γερμανικά. Εργάστηκε και ως δάσκαλος. Η Simone Weis (γεννήθηκε το 1967) ήταν η αντικαταστάτρια της Mick Wersant (Sarah Bray), όταν η τελευταία άφησε τους Skara Bray το 1991. Με ένα τραγούδι έως τότε στο ενεργητικό της, ετοίμαζε τον πρώτο της δίσκο. Το τραγούδι περιλαμβάνει και τέσσερις στίχους στη γλώσσα του Μεγάλου Δουκάτου. Στα φωνητικά ο Patrick Alessi (φωνητικά LUX 83, υποψήφιος το 1996 στο Βέλγιο). Το γκρουπ, καθώς φτιάχτηκε ειδικά για τη Γιουροβίζιον, διαλύθηκε αμέσως μετά. Έκτοτε το Μεγάλο Δουκάτο απέχει από τον διαγωνισμό.
1 X Band (SLN 93): ιδρύθηκαν το 1988 και διαλύθηκαν το 1997, το δε όνομά τους προέρχεται από μια τοπική σλοβενική έκφραση και σημαίνει «μια άγνωστη μπάντα». Είχαν ήδη επιτυχίες στο ραδιόφωνο, αλλά έγιναν πασίγνωστοι, όταν κέρδισαν στην επιλογή. Πρόκειται για τους Andrej Bedjanič (κήμπορντς), Urska Gestrin, Tomaž Kosec (ντραμς), Cole Moretti (κιθάρα), Barbara Šinigoj (φωνητικά) και Sandra Zupanc (φωνητικά). Ο βετεράνος κιθαρίστας Cole Moretti είναι βοηθός ηχολήπτη στο Radio Slovenia, επαγγελματίας μουσικός και τραγουδιστής, με κορυφαίες συνεργασίες, αλλά και συνθέτης του θέματος του φιλμ «Trinajstica». Έχει περάσει από τρία ακόμα συγκροτήματα. Στη Γιουροβίζιον -αντί του μπασίστα Brane Vidan– μπήκε η Urska Gestrin, χορογράφος σε σχολή στη Ljubljana. Το ομώνυμο άλμπουμ είχε μόλις κυκλοφορήσει. Έβγαλαν δύο άλμπουμ και ένα maxi single στη Γερμανία. Το 1993 διαγωνίστηκαν και στο Mak-fest. Το 2001, με νέο τους όνομα, 1 X Orchestra, έμειναν στον ημιτελικό της σλοβενικής επιλογής. Έχει απομείνει μόνο ο αρχηγός Cole Moretti (Josip Moretti-Cole, 1959-), με τα νέα μέλη που έχουν πλέον ενσωματωθεί.
Για την Katri Helena (FIN 79, 93-Κatri-Helena Kalaoja), βλ. 1979. Ο Asko Murtomäki, μετέπειτα συγγραφέας της ιστορίας της Φινλανδίας στον διαγωνισμό, τής άσκησε δριμεία κριτική σε περιοδικό που ασχολείται με τη Γιουροβίζιον, στην οποία εκείνη απάντησε με μήνυση. Έχει διασκευάσει αρκετά γιουροτράγουδα (LUX 77, FRA 77, GER 81, 82, ITA 83, UK 98). Στο Milstreet πήγε κατευθείαν από το Νεπάλ, όπου είχε ταξιδέψει ως πρέσβειρα Καλής Θέλησης της Unicef. Ο συνθέτης Matti Puurtinen είναι γνωστός από τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές δουλειές. Ο στιχουργός Jukka Saarinen είναι δημοσιογράφος του οικονομικού ρεπορτάζ, αλλά και στιχουργός από τις αρχές του ’80 πολλών μεγάλων καλλιτεχνών. Ξαναβρέθηκε με τον Δανό καλλιτέχνη μετά από 14 χρόνια, αφού ήταν και εκείνος υποψήφιος το 1979!
Fazla (BOS 93): ο Muhamed Fazlagič γεννήθηκε το 1967 στο Σαράγεβο. Ο αδελφός του, Said, είναι αρχηγός στην ομάδα soccer του Sarajevo, ενώ ο πατέρας του επιλέγει τους παίκτες της εθνικής ομάδας της Βοσνίας. Ο ίδιος υπήρξε επαγγελματίας ποδοσφαιριστής στη χώρα του, ενώ, όταν μετανάστευσε στις Η.Π.Α. ίδρυσε το ποδοσφαιρικό κλαμπ United στην πόλη Louisville. Εργάστηκε επίσης ως μοντέλο στην Κύπρο και το Μαρόκο. Την εποχή εκείνη ψυχαγωγούσε τους Βόσνιους στρατιώτες. Φρεσκοπαντρεμένος, το ταξίδι του στη Γιουροβίζιον ήταν ο μήνας του μέλιτός του. Σπούδασε business administration, πήρε μάλιστα και μεταπτυχιακό. Μετά από πολλά χρόνια, επέστρεψε στη Βοσνία. Πολιτικός πλέον, είναι σύμβουλος του Υπουργού Άμυνας και προσπαθεί να επαναφέρει τη χώρα στη Γιουροβίζιον. Οι Fazla, των οποίων το όνομα βγαίνει από εκείνο του αρχηγού τους, έκαναν το demo τους με δανεικά, για να μπορέσουν να αγοράσουν λάδι για τον ενισχυτή. Ρίσκαραν τη ζωή τους, για να βγουν κρυφά από την πόλη. Ανήκαν όλοι τους σε διάφορα συγκροτήματα, τα οποία διαλύθηκαν, εξαιτίας του πολέμου. Από τους 14 καλλιτέχνες της επιλογής, μπόρεσαν να πάνε μόνο οι 11 σε ένα παγωμένο (υπό το μηδέν) στούντιο του βομβαρδισμένου Σαράγεβο, σε ένα υπόγειο της κρατικής τηλεόρασης. O διευθυντής ορχήστρας τους Sinan Alimanović (όπως αναφέρει και το πρόγραμμα της χρονιάς) δεν πήγε στον διαγωνισμό, διότι δεν κατάφερε να φύγει από τη χώρα λόγω πολέμου. Οι υπόλοιποι πήγαν σκόρπια από διαφορετικούς δρόμους ο καθένας. Είχαν στραμμένη πάνω τους όλη την προσοχή, πριν και μετά. Τα υπόλοιπα μέλη τους είναι οι: Amir Bjelanobić (μπάσο), Erliha Hadzović (φωνητικά), Izudin (Izo) Kolečić (ντραμερ-ήταν στη σκηνή και το 2006) και Edina Salkanović (φωνητικά), Enver (Mili) Milisić (σόλο κιθάρα-μέλος και του Grupa Merlin, δηλαδή του συγκροτήματος του Dino Merlin). Πριν από λίγα χρόνια, το 2016, γυρίστηκε ένα ντοκυμανταίρ, το “Sarajevo Calling” με θέμα εκείνη την επεισοδιακή πρώτη συμμετοχή. Περισσότερες πληροφορίες για την ταινία εδώ.
Sonia (UK 93-Sonia Evans): γεννήθηκε το 1971 στο Skelmersdale. Ξεκίνησε επαγγελματικά από τα 13 της χρόνια. Μπήκε 8 φορές στο Top 20 ως τα 22 της, Τελείωσε δραματική σχολή και έγινε γνωστή από διαγωνισμούς ταλέντων. Το 1988 έκανε audition στο Radio City show Peter Waterman, του οποίου το τριο (Stock, Aitken & Waterman), τής έγραψε το You’ll never stop me from loving you, που πήγε στο #1 και πούλησε 350.000 αντίτυπα. Το 1ο της album «Everybody Knows» πούλησε μισό εκατομμύριο και έβγαλε άλλα 4 hit (ήταν η πρώτη Βρετανή με 5 Τοπ20 επιτυχίες από το ίδιο άλμπουμ). Πήρε μέρος σε διάφορα φιλανθρωπικά άλμπουμ. Το 2ο LP της έβγαλε 3 hit singles σε Ευρώπη και Η.Π.Α., Υπήρχαν ψίθυροι ότι δεν μπορούσε να τραγουδήσει live, κάτι που διαψεύσθηκε στο Song for Europe (η επιλογή του Ηνωμένου Βασιλείου). Το τραγούδι της πήγε στο #15 στην Αγγλία, ενώ ανέβηκε στα charts τριών ακόμα χωρών. Μετά από 14 χρόνια δισκογραφικής αποχής επανήλθε το 2009. Στο ενδιάμεσο έκανε εμφανίσεις σε μιούζικαλ, αλλά και θέατρο παντομίμας. Υπήρξε επίσης τηλεπαρουσιάστρια, αλλά και ηθοποιός σε σήριαλ. Παντρεύτηκε τον Mark Moses το 1998. Απέκτησαν μία κόρη.
Ruth Jacott (NL 93): γεννήθηκε στο Σουρινάμ το 1960 και ξεκίνησε ήδη από το 1977 ως καλλιτέχνιδα φωνητικών, δηλαδή αμέσως μόλις μετανάστευσε με την οικογένειά της στην Ολλανδία, έως το 1986, οπότε κέρδισε το φεστιβάλ του Knokke, μαζί με τη Lisa Boray (φωνητικά NL 82, 88, 90). Εγκατέλειψε τις σπουδές της στο Ωδείο του Hilversum, όταν έγινε μέλος σε διάφορες μπάντες. Αργότερα έβγαλε το πρώτο της άλμπουμ, «Make me cry». Έχει κάνει τουρ στη Γερμανία, την Ελβετία και τις Η.Π.Α.. Έχει παίξει ρόλους σε πολλά μιούζικαλ. Το 1989 κέρδισε το πιο σημαντικό ολλανδικό μουσικό βραβείο, το «Zilveren Harp». Μετά από μία σειρά επιτυχημένων άλμπουμ, με έντονη παρουσία στα charts, εδώ και 10 χρόνια παίζει στο one-woman show “Simply the Best”. Ήταν επί 22 χρόνια σε σχέση με τον Humphrey Campbell (NL 92), στον οποίο έκανε φωνητικά το 1992. Δεν παντρεύτηκαν ποτέ και χώρισαν το 2011. Και οι δύο κάνουν επιτυχημένη σόλο καριέρα. Ανέβηκε με τη συμμετοχή της στο #16 στην Ολλανδία και παρέμεινε συνολικά 7 εβδομάδες στα charts. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο πλήρης τίτλος του τραγουδιού είναι Vrede (Het wil nog niet zo lukken).
Put (CRO 93): Μέρος του Putokazi group, το οποίο υπήρχε τότε ήδη εννέα χρόνια, το όνομά τους σημαίνει «οδικά σήματα». Τους ίδρυσε η Miranda Đaković. Τα μέλη της ήταν τότε όλοι σπουδαστές: μία νοσοκόμα, μία θεολόγος, μία λυκειόπαις, ένας σε μουσικό κολλέγιο, ένας μηχανικός και άλλη μία αγνώστων λοιπών στοιχείων. Πρόκειται για τους: Naim Ajra (ο μόνος που είχε ολοκληρώσει τότε σπουδές ξενοδοχοϋπαλλήλου), Petar Čučak Migliaccio, Olja Dešić, Vivien Galletta, Anđela Jeličić Crajcar και Melita Sedić. Από τα τέλη της δεκαετίας του ’90 το γκρουπ έγινε αποκλειστικά γυναικείο. Το 2000, με άλλη σύνθεση, ήταν 6ες με τραγούδι σε φανταστική γλώσσα (Helleya, planet ‘Nova Zemlija’), το 2001 ήσαν 8ες με το Vilino Kolo, ενώ το 2002, με το περίεργο όνομα 4’33’’, είπαν το Ave Maria laudata (σε Κροατικά και Λατινικά). Το γκρουπ διαλύθηκε στις αρχές του 2022, έχοντας κυκλοφορήσει 15 άλμπουμ συνολικά και έχοντας αλλάξει πάρα πολλά μέλη μέσα στον χρόνο. O Najm (1973-) ήταν υποψήφιος το 2006 (17ος) και το 2007, αλλά έμεινε στον ημιτελικό. Είναι πλέον ηθοποιός. O Olja είναι διακεκριμένος τζαζ τραγουδιστής και μουσικός παραγωγός, αλλά και καθηγητής μουσικής σε ιδιωτικό ωδείο. Υπήρξε μέλος των Fiumens, με τους οποίους ήταν υποψήφιος το 2005 (ημιτελικός). Κάνει τη μεγαλύτερη καριέρα από όλους. Ο Petar έβγαλε ένα σόλο άλμπουμ το 1996. Η Vivien ήταν υποψήφια το 2007 (ημιτελικός). Οι υπόλοιποι δύο εγκατέλειψαν αμέσως την όποια μουσική τους καριέρα. Η Anđela είναι επιφανής θεολόγος, με ειδίκευση σε βιβλικά ζητήματα. Αφού σπούδασε στο Ισραήλ, ζει πλέον στη Ρώμη. Η Μelita, αν και γεννήθηκε στην Κροατία, μεγάλωσε στη Βοσνία. Από το 1994 ζει στις Η.Π.Α., όπου βοηθούσε πρόσφυγες και μετανάστες. Είναι διπλωματούχος ψυχολογίας, ενώ το μεταπτυχιακό της είναι στη διδασκαλία της Αγγλικής ως δεύτερης γλώσσας. Στο Vermont έγινε μέλος της acapella band Root 7. Εδώ και 20 χρόνια ζει στο Williston με τον σύζυγο και τα δύο της παιδιά. Εργάζεται ως τραγουδίστρια και ζωγράφος, μάλιστα έχει δικό της καλλιτεχνικό στούντιο.
Eva Santamaria (SPA 93-Eva María Delgado Macías): γεννήθηκε το 1971 στην Ανδαλουσία, και συγκεκριμένα στο El Puerto de Santa Maria (από όπου πήρε το ψευδώνυμό της) και έχει εντρυφήσει στους ρυθμούς της Νότιας Ισπανίας. Σπούδασε κλασικό μπαλέτο και φλαμέγκο. Βγήκε σε διαγωνισμό ταλέντων. Είχε και δικό της ραδιοφωνικό πρόγραμμα. Είχε επίσης συμμετάσχει σε τρεις τηλεοπτικές μουσικές εκπομπές. Η δισκογραφική της εταιρεία είχε στείλει το τραγούδι, χωρίς να τη ρωτήσει. Το άλμπουμ της ηχογραφήθηκε στο Los Angeles. Δεν ήταν πολύ γνωστή τότε, πριν δε πάει στο διαγωνισμό έκανε δίαιτα. Ο αρχικός τίτλος είναι Todos los hombres, ερμηνευμένο από την ίδια και ένα ραπ ανδρικό τρίο. Οι συνθέτες είναι τρεις, ο Ralf Steinman, ο Christian de Walden (μη Ισπανοί) και ο Carlos Toro, o μόνος που δηλώθηκε στον διαγωνισμό. Επειδή είχε ήδη κυκλοφορήσει, ηχογράφησαν ένα άλλο τραγούδι, με τίτλο Todos los hombres, για να μην γίνει αντιληπτό και αποκλειστούν (εκεί αναφέρθηκαν και οι τρεις δημιουργοί του). Το συμπεριέλαβαν στο άλμπουμ της «A Buen Puerto». Το τραγούδι της -αν και καθαρά φεμινιστικό- παρεξηγήθηκε και πολεμήθηκε τόσο από τις σκληροπυρηνικές φεμινίστριες, όσο και από τους αντιφεμινιστές, έτσι ήξεραν εκ των προτέρων ότι δεν θα πήγαιναν καλά στον διαγωνισμό. Η αλήθεια είναι ότι μιλά για τα αρνητικά των ανδρών, καταλήγει όμως στο ότι άνδρες και γυναίκες αλληλοσυμπληρώνονται. Τους αμφιλεγόμενους στίχους έγραψε ο δημοσιογράφος Carlos Toro. Λόγω διαφωνιών με τον μάνατζέρ της εξαφανίστηκε δισκογραφικά (κυκλοφόρησε τέσσερα άλμπουμ -μάλιστα το ένα στη Γερμανία- και πέντε single μεταξύ 1989 και 1993), όχι όμως και τηλεοπτικά, αφού συνεργάζεται με το Canal Sur. Ασχολείται με το θέατρο και με μουσικές εμφανίσεις στην Ανδαλουσία, όπου τραγουδά το τοπικό είδος copia. Δύο φορές υπήρξε μέλος της ισπανικής επιτροπής (1997 και 2002). Ειρήσθω εν παρόδω, είναι η πρώτη φορά που ακούστηκε στη Γιουροβίζιον σε τραγούδι η λέξη «σεξ» για την ερωτική πράξη (προηγήθηκε η Αυστρία το 1978 με το Sex-Appeal). Για τις αναφορές στο σεξ, αθώες και μη, μπορείτε να διαβάσετε αυτό το αφιέρωμα.
Zymboulakis & Van Beke (CYP 93-Ζymboulakis Kyriakos & Van Beke Demos): 19 ετών τότε και οι δύο ερμηνευτές, κατάγονται από την Αμμόχωστο. Τόσο ο Κυριάκος Ζυμπουλάκης (μετέπειτα Ζουμπουλάκης), όσο και ο Ολλανδοκύπριος Δήμος (Βαν) Μπέκε είναι πολυοργανίστες, με σπουδές μουσικής. Ο πρώτος σπούδασε στην Αμερικανική Ακαδημία Δραματικών Τεχνών και ενορχήστρωση στο Λονδίνο. Παίζει βιολί, πιάνο και τρομπόνι. Ως ‘Ζουμπουλάκης’, επιχείρησε χωρίς επιτυχία να κάνει καριέρα στην Ελλάδα. Ήρθε 5ος το 1998 στον κυπριακό τελικό με το Όνειρο. Με το Πιστεύω φίλε ήρθαν 5οι στον διαγωνισμό ΕΟΚ-Κύπρου το 1992. Τραγουδούσαν αρκετό καιρό στο night club του Άριστου Μοσχοβάκη στη Λεμεσό (το γνωστό «Λεωφόρος 115») και ετοίμαζαν τότε το πρώτο τους άλμπουμ. Την επόμενη χρονιά τους είδαμε στα φωνητικά της Ευρυδίκης. Ο Δήμος (Βαν) Μπέκε παίζει πιάνο, κιθάρα και μπάσο. Ο νεογέννητος αδελφός του πνίγηκε στη γέννα από τον ομφάλιο λώρο, ένα θέαμα που τον σημάδεψε (ήταν τότε 12 ετών). Αργότερα απέκτησε μία αδελφή. Το 1991 κέρδισε τον Παγκύπριο διαγωνισμό. Ζει στην Πάφο. Πολύ αργότερα, και αφότου είχε ηχογραφήσει δύο προσωπικούς δίσκους, αντικατέστησε τον Κωνσταντίνο Χριστοφόρου στους ΟΝΕ επί τρία χρόνια. Μετά τη διάλυσή τους συνέχισε τις εμφανίσεις σε μαγαζιά, αλλά και στη δισκογραφία με ένα προσωπικό άλμπουμ και πέντε singles, αλλά και κάνοντας φωνητικά, προτού εμφανιστεί στο «The Voice 1» το 2014, μια παρουσία που συζητήθηκε πολύ, ενώ ξεχώρισε και στο σώου «Your face sounds familiar», φθάνοντας στον τελικό. Μετά από τους ΟΝΕ έπαθε κατάθλιψη επί δύο χρόνια, διότι, από εκεί που ήταν πρώτο όνομα, επέστρεψε στο να ανοίγει προγράμματα άλλων καλλιτεχνών. Ο Ηλίας Ψινάκης του είπε κάποτε ότι δεν θα κάνει ποτέ καριέρα, γιατί είναι… φωνάρα, άρα δεν θα προωθηθεί ποτέ, σε αντίθεση με τις φίρμες. Ο Κυριάκος Ζουμπουλάκης ηχογράφησε ένα προσωπικό άλμπουμ και ακολούθησε πιο σιωπηρή πορεία. Η στιχουργός Ροδούλα Παπαλαμπριανού, η οποία έγραψε και τη συμμετοχή του 1996, είναι δημοσιογράφος. Τι έδωσε η Ολλανδία; Ένα ολοστρόγγυλο μηδενικό… Λεπτομέρειες για την Κυπριακή συμμετοχή μπορείτε να δείτε εδώ.
Shiru Group (ISR 93-Lehakat Shiru): Πραγματική σταρ η Sarah’le Sharon (Sarah Alter, 1948-), που είναι κυρίως πιανίστα παρά τραγουδίστρια, ήδη από το 1970. Η οικογένειά της είχε πέντε παιδιά που μεγάλωσαν στο κιμπούτζ. Υπήρξε για χρόνια δασκάλα, εξάλλου έχει γράφει αρκετά παιδικά βιβλία. Εγκατέλειψε το επάγγελμά της, για να αφοσιωθεί στη μουσική. Βασίλισσα της παραδοσιακής ισραηλίτικης μουσικής και γνωστή τηλεοπτική σταρ, η καριέρα της δεν επηρεάστηκε καθόλου (την είδαμε πριν από λίγες μέρες σε διαφημιστικό σποτάκι, με τέσσερεις ακόμα γιούροσταρ). Πέρυσι αποκάλυψε σε συνέντευξη ότι κατά τη δεκαετία του ’80 το Ισραήλ την έστελνε σε μυστικές αποστολές στη Σοβιετική Ένωση! Ο σύζυγός της Yankela δούλευε σε εργοστάσιο προτού γίνει ο μάνατζέρ της. Έχουν τέσσερα παιδιά. Ο ανηψιός της Avner Alter σκοτώθηκε το 1997, όταν συγκρούστηκαν δύο πολεμικά ελικόπτερα που μετέφεραν στρατιώτες, για να πολεμήσουν στο Νότιο Λίβανο, ένα γεγονός που σημάδεψε τον λαό της χώρας. Στην επιλογή το κοινό αφενός τραγουδούσε μαζί της, αφετέρου γελούσε με το στυλ της, τις υπερβολές στο πιάνο και το γεγονός ότι αποζητούσε την κλάκα. Ο Τύπος τους πολέμησε πάρα πολύ, η τόσο άσχημη θέση τους ήταν πάντως έκπληξη ακόμα και για τους μεγαλύτερους επικριτές τους. Έβγαλε μια βιντεοκασέτα με παλιά φολκ τραγούδια. Οι υπόλοιποι είναι οι: Guy Bracha (επαγγελματίας στα φωνητικά), Rachel(i) Chaim (τραγουδίστρια, ηθοποιός και χορεύτρια), Benny Nadler (ηθοποιός παιδικού θεάτρου), Varda Zamir (μουσικός, τραγουδίστρια και καθηγήτρια μουσικής, η οποία προσελήφθη μετά την επιλογή) και η Ρωσίδα Julia Proiter (πήγε άλλη μια φορά σε επιλογή, το 1995-8η). 2ος ήρθε ο σούπερ-σταρ Doron Mazar (επίσης 2ος το 1985 και 1986), 7ος ο Tzvika Pick (υποψήφιος πολλές φορές και συνθέτης του Diva), ο οποίος ήταν τόσο σίγουρος ότι θα κερδίσει που βγήκε στις εφημερίδες και περιέγραφε τις ετοιμασίες του για τον διαγωνισμό. Στην ομάδα του είχε και δύο εστεμμένες στα ισραηλίτικα καλλιστεία. Ο συνθέτης, Shaike Paikov, είναι Ρωσοϊσραηλινός, ενώ ο στιχουργός Yoram Taharlev είναι γνωστός ποιητής και συγγραφέας παιδικών βιβλίων, τα οποία εικονογραφεί ο ίδιος και είναι μέρος της διδασκαλίας σε πολλούς παιδικούς σταθμούς και νηπιαγωγεία. Η Rachel(i), γεννημένη στην Ινδία, από Εβραίους γονείς με καταγωγή από το Νεπάλ, διάσημη για την εξωτική της ομορφιά, ξεκίνησε από στρατιωτική μπάντα. Έπειτα, παρουσίαζε αθλητικές εκπομπές. Ακολούθησαν νέες ηχογραφήσεις με μπάντες, φεστιβάλ και μιούζικαλ. Υπήρξε παντρεμένη με τον Benny. Συνέχισαν να συνεργάζονται, ακόμα και μετά το διαζύγιό του, γράφοντας μουσική για παιδιά. Από τον δεύτερό της γάμο με τον ντράμερ Alon Hillel απέκτησε δύο γιους. Έπασχε από Alzheimer. Έκανε τη μεγαλύτερη καριέρα από τα μέλη του γκρουπ. Πέθανε τον Ιούνιο του 2023.
Silje Vige (NOR 93): 16 ετών τότε (γενήθηκε το 1976 στο Jørpeland), ανήκε σε χορωδία κι έπαιζε πιάνο και κιθάρα. Δεν ήθελε απαραίτητα να νικήσει και δεν ήξερε τότε αν ήθελε ή όχι να γίνει τραγουδίστρια (ακόμα πήγαινε στο σχολείο). Όταν τελείωσε την ερμηνεία της, ανακουφίστηκε και είχε μόνο 50% αγωνία για τη βαθμολογία. Μια demo κασέτα με το τραγούδι του πατέρα της, Bjørn Eric Vige, είχε ακουστεί έναν χρόνο πριν σε τοπικό ραδιόφωνο και υπήρχε η απειλή αποκλεισμού. Ο ίδιος είπε ότι το έστειλε στη Γιουροβίζιον, διότι δεν είχε ποτέ ακούσει τη μετάδοση εκείνη. Το μπουζούκι ακούγεται μόνο στη σκηνή και όχι στο άλμπουμ, κατόπιν συμφωνίας του δεξιοτέχνη Λάκη (Παντελή) Καρνέζη με τον συνθέτη, ο οποίος είναι δάσκαλος σε ειδικό σχολείο. Έβγαλε ένα μόνο άλμπουμ το 1996, δεν αποσύρθηκε όμως εντελώς από τα μουσικά δρώμενα: μετείχε σε παραγωγές των The Stonefish Brigade και του μουσείου Ryfylke. Είναι δασκάλα σε σχολείο, ενώ συνεργάζεται και με έναν παιδικό θίασο. Έχει δύο μάστερ: στη θεολογία και τη φολκ μουσική. Παντρεμένη με τον τραγουδιστή και συγγραφέα Østen Vige Bergøy, έχει δύο παιδιά και ζει στο Stavanger.
Δυνατή χρονιά γενικά, νομίζω τα κυριότερα γεγονότα ήταν η συμμετοχή Σλοβενίας, Κροατία και -κυρίως- Βοσνίας-Ερζεγοβίνης ως ξεχωριστές χώρες πια, αλλά και η συμμετοχή του Λουξεμβούργου για τελευταία φορά(λείπει αν με ρωτάτε). Από τις πιο εκνευριστικές στιγμές αντίθετα, ήταν τα ενοχλητικότατα ουρλιαχτά των Ιρλανδών κατά την διάρκεια της ανακοίνωσης των αποτελεσμάτων. Πολύ αγαπημένες μου οι συμμετοχές Ολλανδίας, Ελβετίας, Ηνωμένου Βασιλείου και Σλοβενίας που δυστυχώς καταποντίστηκε. Δίκαιη η νίκη της Ιρλανδίας. Η Γαρμπή ξεχώρισε και πραγματικά ήταν ένα δυνατό ξεκίνημα για την μεγάλη καριέρα της. Η Κύπρος αδιάφορη, ξεπερασμένο κομμάτι για 1993.
Συμφωνώ με όλες τις παρατηρήσεις!
Είχα ακούσει ότι ο Ιταλός Enrico Ruggeri φλέρταρε την Καιτούλα μας εκείνες τις ημέρες. Τελικά την φλέρταρε και ο Μαλτέζος William Mangion? Μάλλον η Καιτούλα μας (ή μάλλον η “Καιτάρα” μας) το είχε το σουξέ της και στους άνδες ερμηνευτές των άλλων αποστολών! Βέβαια εδώ αναστέναξε όλη η Ευρώπη εκείνο το βράδυ, δεν θα αναστέναζαν οι συν-συμμετέχοντες της Τί να πω χαρίσαμε ως Ελλάδα εκείνη τη χρονιά μια iconic moment στην ιστορία του διαγωνισμού, παρά την αδιαμφισβήτητη μετριότητα του τραγουδιού μας
Σε κάθε πάντως περίπτωση μια αγαπημένη χρονιά, με καλά ποπ κομμάτια (π.χ. ΗΒ, Ολλανδία), ωραίες μπαλάντες (π.χ. Ιρλανδία, ένα βραβείο που δεν ενόχλησε πραγματικά κανέναν και άξιζε), και συμπαθέστατες έντεχνες απόπειρες (βλέπε Νορβηγία-το 12άρι μου εκείνη τη χρονιά). Τέλος υπήρχαν και μέτρια, αλλά πολύ ευχάριστα στο αυτί και εύπεπτα κομμάτια που εν τέλει εμπίπτουν στην κατηγορία του guilty pleasure (π.χ. Ελλάδα, Ισπανία). Μεγάλη αδικία η κακή θέση της Σλοβενίας και της Γερμανίας
Αυτόν τον Patrick Fiori και το “σπρώξιμο” που έχει φάει όλα αυτά τα χρόνια για να γίνει “σταρ” δεν τον μπορώ με τίποτα. Επίσης και το κομμάτι του “Μαμα Corsica” και όλη αυτή η γαλλική προσπάθεια να κατευναστούν οι κορσικανικές εθνικιστικές φωνές μέσω Eurovision, μου ήταν άκρως απωθητικά. Το ότι μπήκε αυτό στο TOP5 αυτό και όχι το ολλανδικό Vrede με ξεπερνάει!!! Οσο ψηλά είχα τη Γαλλία την τριετία 1990-1992, άλλον τόσο χαμηλά την έχω το 1993!
Πόσο συμπαθητική και με ουσιαστική καριέρα στην πορεία της η Πορτογαλίδα Annabela, και πόσο κούκλος ακόμα και σήμερα για την ηλικία του ο Βόσνιος Muhammed Vaslagic!
Γενικά πολύ το χάρηκα που από αυτή την τόσο συμπαθητική χρονιά οι περισσότεροι καλλιτέχνες είναι ακόμα ενεργοί, ή και αν ακόμα δεν είναι, είναι καλά σε αυτό που κάνουν εν τέλει.
Η Γαλλική συμμετοχή ήταν εντελώς “εκ του πονηρού”: λίγοι στίχοι στα κορσικανικά, ο τίτλος στα Ιταλικά (στη γλώσσα της χώρας όπου έπρεπε να ανήκει το νησί) και γενικά μια προσπάθεια να δείξουν πόσο αγαπούν οι Γάλλοι την Κορσική. Κάτι αντίστοιχο συνέβαινε και με τους καλλιτέχνες από Μαρτινίκα και Γουαδελούπη, μόνο που εκεί ήταν δεν ήταν τόσο εξόφθαλμο. Τον Patrick τον προωθεί το gay lobby (είναι γνωστός Τοπ) το οποίο στη Γαλλία είναι πανίσχυρο.
Δεν αποκλείω το γεγονός και ο Enrico να φλέρταρε την Καιτάρα! Ούτε τον αδικώ!
Πολύ ωραίο βραβείο. Πήρε ένα τραγούδι που δεν περίμενε κανένας από τα βίντεο-κλιπ ότι θα ξεχώριζε και το εκτόξευσε. Ολλανδία και Σλοβενία άξιζαν πολύ παραπάνω. Η Sonia τεράστιο όνομα τότε. Συμφωνώ με τα σχόλια για Anabela και Muhammed. Ευτυχώς οι περισσότεροι είναι ακμαίοι, ενεργοί και χωρίς δράματα(επιτέλους!).
Για μένα η μεγάλη έκπληξη είναι το ότι έστελναν τη “θείτσα” Sarahle Sharon σε μυστικές αποστολές στην ΕΣΣΔ. Δεν της το’χα, καθόλου όμως!!!
Τουλάχιστον στις συμμετοχές με τους καλλιτέχνες από Γουαδελούπη, Τυνησία, και Μαρτινίκα (1990, 1991, 1992) ανέδειξαν λίγο και πιο global στοιχεία μουσικής, από πρώην αποικίες τους, κάτι που δεν το βρίσκω κατ’ανάγκη τουλάχιστον κακό. Χώρια που ήταν εν τέλει καλά τραγούδια. Στην περίπτωση του Mama Corsica, και με την Κορσική να αποτελεί κομμάτι “οργανικό” της Γαλλίας, και υπό τη συγκεκριμένη συγκυρία, παρά ήταν εκ του πονηρού.
Μέχρι ενός σημείου καταλαβαίνω το γαλλικό gay lobby (ωραίος άντρας είναι εξάλλου), αλλά από τη στιγμή που ούτε σήμερα μιλά για τη bisexuality του, και εν τέλει ούτε και το υπέρτατο τραγουδιστικό ταλέντο είναι, μου τον κάνει άκρως απωθητικό τελικά….
Για την ισραηλινή θείτσα ένα θα σου πω: Δεν μου κάνει καμία εντύπωση, πολλές φορές σε τέτοιες αποστολές χρησιμοποιούνται άτομα που θα πρέπει να περνάνε εντελώς απαρατήρητα! Αυτό που σε καμία περίπτωση δεν γνώριζα είναι το πόσο μεγάλη καλλιτέχνης είναι στο Ισραήλ και μάλιστα το ότι είναι ενεργότατη ακόμα. Τρελά respect στη θείτσα από εμένα, η οποία μάλιστα εκπροσώπησε το Ισραήλ σε μια πολύ ευνοική συγκυρία για τη χώρα (είχαν υπογραφει λίγο πιο πριν οι συμφωνίες του Οσλο που αναγνώριζαν αυτόνομα παλαιστινιακά εδάφη), μόνο που αυτό δεν λειτουργησε τόσο θετικά για τη χώρα όσο αντίστοιχα το 1979!
Και κάτι τελευταίο: Πραγματικά πολύ σπουδαία φωνή ο Δήμος Μπέκε που άξιζε και αξίζει να έχει καλύτερη πορεία στο ελληνικό τραγούδι
Συγγνώμη αλλά μου ακούγεται τουλάχιστον εμετικό(και με σοκάρει) το να προωθείται κάποιος επειδή ανήκει σε γκει λομπι και είναι γνωστός τοπ! Και το λέω με πλήρη επίγνωση γιατί κι εγώ ανήκω στην λοατκι κοινότητα. Είναι τρομακτικό, πραγματικά όλα τα έχουμε δει πια πλέον
Γιατί σου κάνει εντύπωση; Δεν υπάρχουν αντίστοιχα κυκλώματα στην Ελλάδα που προωθούν συγκεκριμένους τραγουδιστές και ηθοποιούς, gay, λεσβίες, αλλά και “αδελφομάνες” (μην λέμε ονόματα τώρα); Ειδικά στους ηθοποιούς είναι πολύ έντονο. Ρίξε μια ματιά στα σήριαλ. Είναι κάποια άτομα που δεν έχουν μείνει ποτέ χωρίς δουλεια, δίχως να είναι τα μεγάλα ταλέντα. Σκηνοθέτες προωθούν τους εκάστοτε επιβήτορές τους, οι λευκοί γάμοι και τα παιδιά (με εξωσωματικές πάντα) είναι κάτι πολύ συνηθισμένο και ο κοσμάκης τρώει “κουτόχορτο”…
Ετσι ακριβώς είναι δυστυχώς….ευτυχώς που τα τελευταία χρόνια κάτι αχνοφαίνεται να αλλάζει και εδώ στην Ελλάδα, και κάποιοι καλλιτέχνες σιγά σιγά μιλούν για τη σεξουαλικότητά τους. Ομως το ότι εξακολουθεί αυτό να συμβαίνει και σε χώρες πιο προηγμένες κοινωνικά (θεωρητικά ίσως) όπως η Γαλλία, “μου κάθεται” και εμένα κάπως…