Η εμπειρία μου από το Κίεβο…

Estimated read time 1 min read

Ως προς τη Γιουροβίζιον αυτή καθαυτή, αρχικά επρόκειτο να παρουσιάσει η ίδια η Ruslana, όμως η έλλειψη στοιχειωδών γνώσεων στα Αγγλικά, ήταν τελικά ο λόγος να αντικατασταθεί από την Maria Efroshinina, κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή, σε σημείο ώστε στο επίσημο πρόγραμμα να αναφέρεται η γνωστή τραγουδίστρια και όχι η αντικαταστάτριά της. Το… θρίλερ όμως με το πρόγραμμα δεν τελείωσε εδώ: αμέτρητα τυπογραφικά λάθη και κυρίως η εκτύπωση των στίχων της Νορβηγίας στο τραγούδι της Ολλανδίας, οδήγησαν στην απόσυρσή του (δόθηκαν μόνο ελάχιστα και αυτά μόνο στους διαπιστευμένους δημοσιογράφους).

Βεβαίως τα παρατράγουδα και τα προβλήματα είχαν ξεκινήσει πολύ πιο πριν, όταν η χώρα αποφάσισε να αποδεσμευτεί από τη ρωσική επίδραση: η πορτοκαλί επανάσταση ήταν ένα παγκοσμίου εμβέλειας πολιτικό γεγονός: για μήνες, χιλιάδες νέοι ζούσαν σε αντίσκηνα στην Πλατεία Ανεξαρτησίας (Meydan Nezhaleznosti), ζητώντας τη μοντερνοποίηση της χώρας. Με την παρέμβαση πνευματικών ανθρώπων, αλλά και καλλιτεχνών, όπως η Ruslana, εδραιώθηκε ο φιλοαμερικανός προοδευτικός πρόεδρος Viktor Yushenko, ο οποίος έδωσε το βραβείο στη νικήτρια του διαγωνισμού, η οποία έμελλε να είναι η Έλενα Παπαρίζου.

Οφείλουμε να τονίσουμε πως οι αλλεπάλληλες μικροταραχές που συνέβαιναν στην πόλη του Κιέβου, είχαν βάλει σε σκέψεις την EBU, της οποίας οι υπέυθυνοι έκαναν πολλά επιτόπια ταξίδια, μέχρι να πεισθούν ότι δεν συνέτρεχε κανένας κίνδυνος για την ασφάλεια των ανθρώπων που θα ταξίδευαν ως εκεί. Υπήρχε μάλιστα πολύ μεγάλη πιθανότητα ο διαγωνισμός να πραγματοποιηθεί στην Αθήνα, δεδομένου ότι η δεύτερη της προηγούμενης χρονιάς (Σερβία & Μαυροβούνιο), αρνήθηκε –για οικονομικούς λόγους- να διοργανώσει το φεστιβάλ στο Βελιγράδι. Υπήρχε ακόμα συζήτηση, για το αν θα έπρεπε να κτιστεί ένας καινούργιος χώρος για το διαγωνισμό. Τελικά, προτίμησαν να ανακαινίσουν εκ βάθρων (έτσι ισχυρίστηκαν – εμείς είδαμε ένα σάπιο κτήριο, “απ’ έξω κούκλα κι από μέσα πανούκλα”) και να καλύψουν με ένα τεράστιο πράσινο πανί, το οποίο ήταν τρυπημένο, για να φαίνονται από μέσα φώτα το ήδη υπάρχον Palats Sportu, χωρητικότητας περίπου 10.000 ατόμων.

Η δική μας “Οδύσσειά” ξεκίνησε άμα τη αφίξει: τεράστιες ουρές επί ώρες, μέχρι να συμπληρώσουμε τα ειδικά έντυπα εισόδου και εξόδου από τη χώρα- μην τα χάσετε όσοι πάτε! Μετά περιμέναμε άλλες 3-4 ώρες το βαν που θα μας πήγαινε στην πόλη. 11 ή ώρα το βράδυ και με καταρρακτώδη βροχή μας άφησε στη μέση του πουθενά, κάπου στην πόλη. Υποτίθεται ότι θα ερχόταν δεύτερο, για να μας μεταφέρει στα ξενοδοχεία, αλλά αυτό δεν έγινε ποτέ. Για καλή μας τύχη ένας Άγγλος φαν τηλεφώνησε σε δύο συμπατριώτες του που είχαν έρθει την προηγουμένη, λέγοντάς τους το όνομα της οδού. Γύρω στις 12.30 μας εντόπισαν με το ταξί που είχαν πάρει. Ο ταξιτζής κάλεσε συναδέλφους του και φτάσαμε επιτέλους μουσκεμένοι και κατάκοποι.

Το ξενοδοχείο -4 αστέρων την κεντρική πλατεία- είχε στην είσοδο πόρνες και τους προαγωγούς τους, αλλά και στριπτιζάδικο. Το κλείσιμό του είχε γίνει στέλνοντας έμβασμα με το πλήρες ποσό κάποιους μήνες πριν και μάλιστα, όταν πήγαμε μας ζήτησαν επιπλέον 15 Ευρώ συνολικά. Σε κάθε βάρδια μιλούσε μόνο ένα άτομο Αγγλικά κι αυτά σπαστά. Κλειδί δεν είχαμε. Έπρεπε να ξυπνήσουμε κάθε φορά την φύλακα του ορόφου, για να μας ανοίξει το δωμάτιο, το οποίο μύριζε, είχε παλιά έπιπλα και είχε να ανακαινιστεί χρόνια. Το δε πρωινό ήταν ένα πιατάκι με λίγη ομελέτα, 4-5 φλέτσες αγγούρι και μισό ποτήρι γάλα ή πορτοκαλάδα. ‘Οταν σου καλούσαν ταξί (που συχνά δεν ήταν επίσημο ταξί, αλλά κάποιος συγγενής ή φίλος που παρίστανε τον ταξιτζή) σου έλεγαν φιξ ταρίφα. ‘Οπως διαπιστώσαμε εκ των υστέρων, μας χρέωναν τρεις φορές πάνω. Επειδή έμεινα λίγο παραπάνω, διαπίστωσα ότι η απόσταση αεροδρόμιο-Κίεβο κάνει 70 Γκρύβνα και τη χρέωναν 200, ενώ μέσα στην πόλη η διαδρομή κοστίζει το πολύ 7-8 Γκρύβνα και μας ζητούσαν 20-25. Μια φορά το ταξί έμεινε στο δρόμο λόγω νοθευμένης βενζίνης και με έβαλε σε ένα Marshutka (μικρό λεωφορείο), όπου έκανε διαβολεμένη ζέστη και είμασταν στοιβαγμένοι σαν τις σαρδέλες. Οι τιμές -τότε τουλάχιστον- ήταν παντού πιο κάτω από την Ελλάδα- καμία σχέση με την πανάκριβη Μόσχα.

Στο μετρό τρέμαμε να κυκλοφορήσουμε, διότι ακούγαμε διαρκώς για κλοπές και επεισόδια. Τα δε ειδικά λεωφορεία (shuttle-buses) ακολουθούσαν κάθε φορά διαφορετική διαδρομή, για λόγους ασφαλείας, κάνοντας μια απόσταση περίπου 20 λεπτών σε 45 λεπτά. Το φαγητό -όπως και στη Ρωσία: παιδικές μερίδες, τις οποίες, όμως, πληρώνεις κανονικά. Μια μέρα, μάλιστα κάποιοι Έλληνες φαν είχαν εντερικές διαταραχές από τοπικό φαγητό που έφαγαν σε καλό υποτίθεται εστιατόριο. Θα γίνονταν και κάποιες εκδρομές -είχαν στήσει ένα τραπεζάκι, όπου τις έκλεινες. Αυτές όμως διαρκώς ακυρώνονταν με διάφορες δικαιολογίες. Είχαμε μάλιστα πληρώσει κάτι σαν εγγύηση ήδη από την Ελλάδα, η οποία δεν μας επεστράφη ποτέ, μολονότι οι εκδρομές δεν έγιναν. Επίσης δεν ζήτησαν βίζα από τους φαν, αλλά μας υποχρέωσαν να κάνουμε ταξιδιωτική ασφάλιση πριν να πάμε. Ακόμα μας θυμάμαι να τρέχουμε στην Εθνική Ασφαλιστική…

Η αλήθεια είναι –πάντως- πως τα μέτρα ασφαλείας ήσαν εξοντωτικά: μηχανήματα ασφαλείας, σωματικοί έλεγχοι και ψάξιμο στα πράγματα τόσο στην είσοδο, όσο στην έξοδο, η δε πυκνότητα των αστυνομικών στους δρόμους ήταν απίστευτη (περίπου ένας ανά δύο μέτρα), όπως και στους χώρους του διαγωνισμού, ακόμα και στα ξενοδοχεία. Δυστυχώς όμως, επειδή τα γεγονότα ήταν φρέσκα, υπήρχαν συμπλοκές, οδοφράγματα, μπλόκα και άλλα τέτοια… Μέρα-μεσημέρι η πόλη ήταν γεμάτη μεθυσμένους, ενώ μας προσέγγιζαν διάφοροι απίθανοι τύποι και μας ρωτούσαν τι γνώμη έχουμε για τον τάδε ή τον δείνα πολιτικό.

Το Κέντρο Τύπου ήταν μια πρόχειρη τέντα που έσταζε, όποτε έβρεχε. Βρίσκοταν δίπλα στο στάδιο. Το Κέντρο Συνεντεύξεων όμως ήταν διαφορετικό: έπρεπε να περπατήσεις γύρω στα 15-20 λεπτά. Φανταστείτε λοιπόν τι ταλαιπωρία υπέστησαν όσοι έπρεπε να καλύψουν δημοσιογραφικά τις πρόβες και μετά τις συνεντεύξεις. Θυμάμαι ακόμα να πηγαίνουμε σε μουσεία και εκκλησίες και να είναι κλειστά, δίχως κάποια προειδοποίηση, ενώ θα έπρεπε να είναι ανοιχτά. Δεν συζητώ καν για το δίκτυο των λεωφορείων και του μετρό. Είναι χαοτικό για όποιον δεν ξέρει καλά το κυριλλικό αλφάβητο- οι δε στάσεις των λεωφορείων δεν είναι ξεκάθαρα καθορισμένες.

Εισιτήρια δεν είχαμε στα χέρια μας, ούτε ηλεκτρονικά, ούτε μέσω ταχυδρομείου. Έπρεπε να πάμε σε ένα σοβιετικό κτήριο σε μια συνοικία της πόλης. Αυτό μέσα ήταν σαν καμένο και δεν υπήρχε ασανσέρ. Ανεβήκαμε στον 5ο ή 6ο όροφο και περιμέναμε -πάλι με τις ώρες- μέχρι να μας δώσουν εισιτήρια, όποια ήθελαν εκείνοι και σε όποιες θέσεις ήθελαν. Στους Έλληνες φαν -όπως όλοι θυμάστε- έδωσαν στον μεν OGAE Greece ακριβώς μπροστά στη σκηνή στις πρώτες σειρές, στο δε Greek Eurovision Fan Club (το σημερινό INFE Greece) στο πλάι της σκηνής, πάλι στις πρώτες σειρές, με αποτέλεσμα οι ελληνικές σημαίες να ξεχωρίζουν. Και μετά μου λέτε ότι το βραβείο δεν ήταν προκαθορισμένο. Αυτά μπορούμε να τα πούμε σε άλλο άρθρο…

Άλλο που θυμήθηκα: σε ένα εσωτερικό ταξίδι που έκανα στο Λβιβ (γραφικό, αλλά παρηκμασμένο και παρατημένο), το αεροπλάνο ήταν τουλάχιστον 50 ετών. Ελικοφόρο, έκανε τρομερή φασαρία και νόμιζες ότι δεν θα μας φτάσει ποτέ στον προορισμό. Οι ζώνες δεν λειτουργούσαν, ενώ οι θέσεις για τις χειραποσκευές δεν έκλειναν, με αποτέλεσμα να πέφτουν συνέχεια κατά τη διάρκεια της πτήσης. Στη δε φύλαξη αποσκευών κάπου είχαν καταχωνιάσει τη βαλίτσα μου και την βρήκαν μετά από μία ώρα περίπου. Ευτυχώς που δεν έχασα την πτήση επιστροφής. Η Οδησσός, πάντως, για όσους ενδιαφέρονται, θυμίζει αρκετά Βιέννη και Βουδαπέστη, αλλά με Σοβιετική εσάνς. Είχαν περισσέψει κάτι Γκρύβνα, τα οποία δεν μπορούσα να κάνω Ευρώ, διότι λέει δεν υπήρχε τότε ισοτιμία. Δεν μου τα άλλαζε ούτε η Τράπεζα της Ελλάδας. Θυμάμαι ότι ήταν περίπου 100 Ευρώ. Λίγα χρόνια μετά, όταν πήγα να τα αλλάξω στη Μόσχα, η αξία τους είχε πέσει στα 7 (!) Ευρώ.

Στα θετικά ήταν κάποιες εκδηλώσεις που έγιναν, με πλούσιους μπουφέδες, αλλά και η αγωνία τους να πάει καλά η διοργάνωση. Μας ρωτούσαν συνέχεια αν είμαστε ευχαριστημένοι, ενώ οι συνεντεύξεις μας στην Ουκρανική τηλεόραση ήταν ατέλειωτες. Σε ένα κεντρικό πολυκατάστημα έπαιζε ως μουσική το “Come Along Now” της Δέσποινας Βανδή. Το κέντρο της πόλης είναι εντυπωσιακό και μεγαλοπρεπές και οι ρωσικές εκκλησίες και τα μοναστήρια υπέροχα. Ωστόσο, εάν πας λίγο παραέξω, τρομάζεις από τη φτώχεια και το χαμηλό επίπεδο των οικιών (εργατικές πολυκατοικίες, συγκροτήματα με κοινές αυλές, επικίνδυνα οικήματα που δεν έχουν συντηρηθεί, έτοιμα να καταρρεύσουν).

Το Euroclub ήταν μάλον ψυχρό, η νυχτερινή ζωή ελάχιστη (εκτός αν είστε φαν των στριπτιζάδικων) αυτό που άξιζε όμως πολύ ήταν η συναυλία που δόθηκε την επομένη του διαγωνισμού με Έλενα Παπαρίζου, Άνι Λορακ (πριν γίνει γιούροσταρ) και άλλα ονόματα που συνοδέυτηκε από εντυπωσιακά πυροτεχνήματα. Και φυσικά το ένα και μοναδικό βραβείο της Ελλάδας, μια βραδιά αγωνίας την οποία κανένας φαν που την έζησε από κοντά δεν θα την ξεχάσει ποτέ.

Για την ώρα ήδη εκδήλωσαν ενδιαφέρον κάποιες πόλεις (Λβιβ, Οδησσός, Χερσών, Ντνιπροπετρόφσκ), με επικρατέστερο το Κίεβο και το Ολυμπιακό Στάδιο χωρητικότητας 70000 ατόμων (αν είναι δυνατόν!). Για να δούμε. Το σίγουρο είναι πως, για άλλη μια φορά, το πολιτικό φόντο της Ουκρανικής διοργάνωσης είναι εντονότατο. Η τότε συμμετοχή τους (Razom nas bahato) ήταν διχαστική, με μια μερίδα του Ουκρανικού κοινού να την επιδοκιμάζει και μια άλλη να την αποδοκιμάζει. Δεν ξέρουμε του χρόνου τι θα στείλουν. Το σίγουρο είναι πως, όπως τη Ρουσλάνα την περίμεναν μεγάλες δόξες και τιμές (μέχρι και βουλευτής έγινε), εθνική ηρωίδα αναμένεται να γίνει- αν δεν έχει γίνει ήδη- και η Τζαμάλα.

Εννοείται πως όσα αναφέρω παραπάνω είναι οι προσωπικές μου εμπειρίες και απόψεις. Μπορεί άλλοι να θυμούνται την εν λόγω Γιουροβίζιον ως παραδεισένια. Νομίζω όμως πως οι περισσότεροι -άλλοι περισσότερο, άλλοι λιγότερο- δεινοπαθήσαμε. Καλό ταξίδι σε όσους πάτε!