Μια πρώτη σκιαγράφηση
O Francesco “Franco” Battiato γεννήθηκε το 1945 στην Ionia και πέθανε το 2021 στο Milo, όπου είχε το ησυχαστήριό του (έναν πολυτελή πύργο), καθώς του άρεσε η απομόνωση. Έκανε εντυπωσιακή σταδιοδρομία ως τραγουδιστής, συνθέτης τραγουδιών, όπερας και soundrack, κινηματογραφιστής, συγγραφέας, αλλά και ζωγράφος (με το ψευδώνυμο Süphan Barzani). Τα τραγούδια του, συχνά πειραματικού χαρακτήρα, περιλαμβάνουν αποκρυφιστικά, φιλοσοφικά, πανανθρώπινα και θρησκευτικά θέματα, ενώ δεν έλειπε το εξωτικό στοιχείο, όπως και στη συμμετοχή του στη Γιουροβίζιον, μαζί με μία ακόμα εκλεκτή καλλιτέχνιδα, την Alice. Έφερε το ψευδώνυμο “Il Maestro”.
Αναγνώριση σε όλη την Ιταλία
Μόλις ολοκλήρωσε το λύκειο στο Acireale, έχασε τον πατέρα του, φορτοεκφορτωτή πλοίων και οδηγό φορτηγού που ζούσε στη Νέα Υόρκη. Τότε μετακόμισε στη Ρώμη και, εν συνεχεία, στο Μιλάνο. Δειλά-δειλά στις αρχές της δεκαετίας του ’70 κυκλοφόρησε τα πρώτα του τραγούδια, σε πειραματικό ύφος, με συνθέτη τον -μετέπειτα Βενεδικτίνο μοναχό- Juri Camisasca και συνεργάστηκε με την psychedelic-progressive rock μπάντα Osage Tribe. Επιδόθηκε σταδιακά στην ηλεκτρονική μινιμαλιστική μουσική. Ακολούθησε μια στροφή στην ποπ. Τότε γνωρίστηκε με την Alice (Carla Bissi) και τον βιολιστή Giusto Pio, γνωρίζοντας αλλεπάλληλες επιτυχίες και σημαντικές πωλήσεις. Έκανε πλείστες συνεργασίες με την αφρόκρεμα της ιταλικής μουσικής σκηνής. Από το 1994 κι εφεξής του έγραφε στίχους ο φιλόσοφος Manlio Sgalambro. To 2012 διορίστηκε αφιλοκερδώς Υπουργός Τουρισμού και Πολιτισμού στην τοπική κυβέρνηση της Σικελίας, αλλά απολύθηκε, όταν μίλησε για “πόρνες μέσα στο Κοινοβούλιο”.
Τα τελευταία χρόνια
Μετά από μια σειρά δίσκων με διασκευές, το 2017 αναγκάστηκε να διακόψει τις συναυλίες του με την Alice, ενώ στα τέλη του 2019 ο μάνατζέρ του ανακοίνωσε ότι αποσύρεται οριστικά. Οι φήμες μιλούσαν για Alzheimer. Η οικογένειά του, πάντως, δηλαδή ο αδελφός και η ανηψιά του, ακόμα και σήμερα, κρατά ένα πέπλο μυστηρίου για την νευροεκφυλιστική ασθένεια, η οποία τελικά του στέρησε τη ζωή. Ήταν αφοσιωμένος χορτοφάγος και οπαδός του Ρώσου φιλοσόφου, ελληνικής καταγωγής George Ivanovich Gurdjieff (Γεώργιος Γεωργιάδης, 1877-1949), ο οποίος πρέσβευε την αφύπνιση της υπνωτισμένης ανθρώπινης συνείδησης. Ο Battiato ήταν, επίσης, οπαδός του διαλογισμού, της θεωρίας της μετεμψύχωσης και των ανατολικών φιλοσοφιών. Έχαιρε τεράστιας εκτίμησης στην Ιταλία, έχοντας αποσπάσει πληθος βραβείων. Πολλές φορές απασχόλησε τα Μ.Μ.Ε. με καυστικές, ακόμα και ανατρεπτικές δηλώσεις. Δεν παντρεύτηκε ποτέ, ούτε απέκτησε παιδιά. Παρόλο που κατηγορήθηκε συχνά για μισογυνισμό και υπήρχαν υποψίες ομοφυλοφιλίας, είχε διαδοθεί ότι κάποιες φαν πλήρωναν, όταν ήταν νέος, τους υπαλλήλους των ξενοδοχείων, για να τους δώσουν πρόσβαση στο δωμάτιό του, όπου τον περίμεναν γυμνές στο κρεβάτι του…
Γιουροβίζιον 1984: I treni di Tozeur. Μερικά trivia.
- Το τραίνο στο οποίο αναφέρεται φτιάχτηκε, με εξωφρενικά κόστη, στις αρχές του 18ου αιώνα, προκειμένου ο Μπέης της Τυνισίας να επισκέπτεται το χειμερινό του ανάκτορο στην όαση του Tozeur. Γαλλικής κατασκευής, καθώς η χώρα ήταν προτεκτοράτο της Γαλλίας, είχε πέντε βαγόνια βαμμένα σε βαθυκόκκινο χρώμα. Ο αγανακτισμένος λαός το αποκαλούσε “Le lézard Rouge” (=η κόκκινη σαύρα). Το 40′ δρομολόγιο Metlaoui-Redeyef σταμάτησε το 1957. Το 1974, το “Orient Express της Βορείου Αφρικής” άρχισε ξανά τη λειτουργία του, ανακαινισμένο, για τουριστικούς λόγους. Σύμφωνα με δεύτερη ερμηνεία, αναφέρεται στα βαγονέτα, με τα οποία μετέφεραν το φωσφορικό αλάτι από τα ορυχεία της περιοχής. Μια τρίτη ερμηνεία μιλά για αναθυμιάσεις από την αλμυρή λίμνη της περιοχής, η οποία προκαλεί αντικατοπτρισμούς (fata morgana), ένας από τους οποίους κάνει τα καραβάνια να μοιάζουν με τραίνα.
- Η δομή του τραγουδιού παρουσιάζει κάτι ασυνήθιστο: ενώ συνήθως σε ένα ντουέτο ο ένας τραγουδιστής ερμηνεύει ένα στίχο ολόκληρο ή ένα ημιστίχιο και ο άλλο το υπόλοιπο, εδώ ο στίχος χωρίζεται στα 2/3 για τον έναν και το 1/3 για τον άλλο.
- Κάποια στιγμή τρεις μέτζο σοπράνο, στα χρώματα της ιταλικής σημαίας (ανάποδα, όμως), αφού έχουν παραμείνει σιωπηλές για 2′ 35” τραγουδούν για οκτώ δευτερόλεπτα, στα Γερμανικά: “Doch wir wollen dir ihn zeigen/Und du wirst…”. Πρόκειται για 1, 5 στίχο από τον “Μαγικό Αυλό” (Die Zauberflöte) του Μότσαρτ (Πράξη 2, σκηνή 7). Ο πλήρης στίχος, ο οποίος κανονικά ερμηνεύεται από αγόρια, έχει ως εξής: “Doch wir wollen dir ihn zeigen, und du wirst mit Staunen sehn, daß er dir sein Herz geweiht” (Και πάλι θέλουμε να σου τον δείξουμε και θα δεις με έκπληξη πως σου έχει αφιερώσει την καρδιά του). Στον δίσκο και τις τρεις φωνές ηχογράφησε η Αμερικανίδα Marilyn Horne, η οποία ήταν και στη σκηνή της Γιουροβίζιον. Για τραγούδια της Γιουροβίζιον με επιρροές από έργα κλασικής μουσικής, δείτε αυτό το άρθρο.
- Παρά το γεγονός ότι δεν είναι ένα εύπεπτο τραγούδι και έχει αρκετά ασυνήθιστη δομή, όχι μόνο ήρθε 5ο, αλλά πήγε στο #1 του ιταλικού Τοπ (#20 στα singles όλης της χρονιάς), #15 στην Ολλανδία, #18 στην Ελβετία, Τοπ 20 στη Σουηδία, #30 στη Φλάνδρα. Στη Φινλανδία το έκανε επιτυχία την ίδια χρονιά η Seija Simola (FIN 78), σε δικούς της στίχους, ως Juna Turkuun (=το τραίνο για το Τούρκου). Χάρη στο τραγούδι αυτό, όπως και στο Per Elisa (1981) η Alice έκανε καριέρα στις γερμανόφωνες, ολλανδόφωνες και σκανδιναβικές χώρες, ενώ ο Franco Battiato έγινε γνωστός στη Βόρεια Ευρώπη.
- To τραγούδι προέκυψε μετά από εσωτερική επιλογή.
- Αμφότεροι οι καλλιτέχνες το ηχογράφησαν και μαζί (τόσο το 1984, όσο και το 2013, σε επανεκτέλεση), όσο και χώρια. Στο Β-side υπάρχει το ορχηστρικό Le biciclette di Forlì, μια σύνθεση της Alice, για τη γενέτειρά της.
- Το τραγούδι φιγουράρει στην ταινία του Nanni Moretti La messa è finita (1985).
- Τό εξαιρετικό βίντεο-κλιπ σκηνοθέτησε ο Renzo Martinelli.
Πολύ μεγάλη φυσιογνωμία.
Δυστυχώς ποτέ δεν υπήρξα φαν του I treni di Tozeur και προτιμώ τα εκτός γιουροβίζιον τραγούδια του.
Καλό ταξίδι.
ΥΓ: ευχαριστούμε για τα trivia!
Εμείς ευχαριστούμε!