Οι καλλιτέχνες της χρονιάς
Colm C. T. Wilkinson (IRL 78): είναι Ιρλανδο-Καναδός, γεννημένος το 1944. Οι γονείς του, αμφότεροι μουσικοί, απέκτησαν δέκα παιδιά. Ξεκίνησε με διάφορες μπάντες. Την προηγούμενη χρονιά ήταν στον εθνικό τελικό 3ος. Θεωρείται μεγάλο αστέρι, όσον αφορά σε μουσικές παραστάσεις και μιούζικαλ. Από το 1989 ζει και εργάζεται μόνιμα στο Τορόντο, μαζί με τη σύζυγό του Deirde (παντρεύτηκαν το 1970) και τα τέσσερα παιδιά τους, ενώ το 2010 πήρε την καναδική υπηκοότητα. Και μία καρμική λεπτομέρεια: στην επιλογή του 1998 ήρθε 8ος ο Ray Roberts, έχοντας στα φωνητικά του μια κοπέλα, κόρη της Helen Jordan (φωνητικά IRL 78), η οποία στη σκηνή ήταν τότε 3 μηνών έγκυος στην κόρη της (πραγματικά… Born to sing !).
Jahn Teigen (NOR 78, 82, 83): Γεννήθηκε το 1949 στο Tønsberg της Νότιας Νορβηγίας. Ήδη στα τέλη της δεκαετίας του ’60 έβγαλε κάποια singles με τους Enemies, όμως η μεγάλη επιτυχία ήρθε στις αρχές της επόμενης δεκαετίας με τους Popol Vuh (αργότερα Popol Ace). Μεταξύ 1977 και 1984 μετείχε στη σατιρική μπάντα Prima Vera, μέχρι την επεισοδιακή διάλυσή τους (έκαναν 15 χρόνια να μιλήσουν, επειδή ο Jahn Teigen ήθελε να κάνει στροφή σε πιο ποιοτικά τραγούδια). Ένας από αυτούς ήταν ο Herodes Falsk (Kim Baard Hansen), ο οποίος έγραψε τους στίχους στις συμμετοχές του 1982 και 1983. Το 1978 έγινε θρύλος σε όλη την Ευρώπη. Ήταν ο πρώτος που πήρε μηδέν βαθμούς με το νέο σύστημα βαθμολογίας της Γιουροβίζιον, γεγονός που του έδωσε απροσδόκητη ώθηση. Κατέχει το ρεκόρ περισσότερων συμμετοχών σε εθνικούς τελικούς της Νορβηγίας: ήταν 14 φορές υποψήφιος. Αγαπημένο παιδί των media και των tabloids, τα απασχολούσε, άλλοτε με τον κρυφό του γάμο το 1984 με την Anita Skorgan (μαζί έχουν μια κόρη), άλλοτε με το διαζύγιό τους το 1987, άλλοτε με έναν αρραβώνα που δεν πήγε καλά, με τις άστοχες επενδύσεις του, τις εμπρηστικές δηλώσεις του, τη φυγή του στην Ιταλία και αργότερα τη μόνιμη εγκατάστασή του στη Σουηδία. Τα τελευταία χρόνια μια σοβαρή αρθρίτιδα τον δυσκόλευε στις μετακινήσεις. Ο θάνατός του έφερε θλίψη στη Νορβηγία. Εμφανίστηκε επίσης σε πολλά μιούζικαλ, όχι μόνο στο Όσλο, αλλά και στο Λονδίνο, ως κονφερανσιέ, ακόμα και κλόουν.
Ricchi e poveri (ITA 78): Οι «πλουσιοι και φτωχοί» είναι ο Franco Gatti (1945-2022), η Angela Brambati (1949-), ο Angelo Sotgiu (1947-), και η Marina Occhiena (1950-). Δημιουργήθηκαν το 1967 ως φωνητικό γκρουπ, και μετείχαν σε πολλά φεστιβάλ (μόνο στο Sanremo έχουν διαγωνιστεί 12 φορές), ενώ έχουν πουλήσει 20 εκατομμύρια δίσκους. Το 1981 αποχώρησε (ή την έδιωξαν) η ξανθιά, η Μαρίνα, ξεκινώντας σόλο καριέρα, η οποία δεν αποδείχτηκε επιτυχημένη. Μάλιστα στο Σαν Ρέμο προκάλεσε ολόκληρο σκάνδαλο ζητώντας να αποσυρθεί η συμμετοχή τους, αν δεν τραγουδούσε κι εκείνη μαζί με το γκρουπ. Μετά από διαβουλεύσεις με τη δισκογραφική, δέχθηκε να αποσυρθεί και μάλιστα οριστικά, με τις εφημερίδες να γράφουν ότι ο Michele Russo, δηλαδή ο κριτής εκ μέρους των διοργανωτών που ανέλαβε να λύσει το ζήτημα, πήρε 150 εκατομμύρια λίρες, για να ξεχάσει το γκρουπ, όπως ήταν πριν. Παγκόσμια επιτυχία τους το Sara perchè ti amo. Tο 1986 επελέγησαν να ξαναπάνε στη Γιουροβίζιον ως νικητές του San Remo την προηγούμενη χρονιά, με το Se m’innamoro, αλλά αρνήθηκαν διότι το 1978 δεν είχαν πάει καλά, αν και ήσαν το μεγάλο φαβορί (ίσως γι’ αυτόν τον λόγο τους «έκαψαν» στη βαθμολογία οι άλλες χώρες). Από το 2020 είναι πάλι και οι τέσσερεις μαζί, αφού επέστρεψε και η «άσωτη κόρη» Marina, αλλά και ο Franco Gatti που είχε ανακοινώσει ότι αποσύρεται από τα μουσικά δρώμενα. Η Marina, μετά από πολλές σχέσεις με διάφορους επώνυμους, παντρεύτηκε έναν γυναικολόγο. Απέκτησαν έναν γιο. Η Angela ήταν παντρεμένη με τον Marcello Brocherel, αλλά τον χώρισε, όταν πληροφορήθηκε ότι κοιμόταν με τη… Marina. Είχαν μαζί έναν γιο. Ο Angelo είναι παντρεμένος από το 1982 και έχει δύο παιδιά. O Franco είχε έναν γιο, τον Alessio, ο θάνατος του οποίου το 2013 (και μάλιστα την ημέρα που ήταν να εμφανιστούν στο Sanremo), στα 23 του χρόνια, εξαιτίας ενός κοκτέηλ ναρκωτικών και ηρωίνης, τον έκανε να κλειστεί στον εαυτό του. Έκανε έξι ολόκληρα χρόνια να δώσει συνέντευξη που έμελλε να είναι και η τελευταία του. Επί δύο χρόνια έπασχε από την ασθένεια του Crohn. Και σαν να μην έφτανε αυτό προσβλήθηκε από κορωνοϊό, ο οποίος, σε συνδυασμό με μια κορτιζονούχα θεραπεία, εξασθένησε τον οργανισμό του. Πέθανε τον Οκτώβριο του 2022 σε νοσοκομείο της Γένοβας. Αφήνει πίσω του τη σύζυγο και την κόρη του. Ο Angelo και ο Franco έχουν υπάρξει και ηθοποιοί.
Seija Simola (FIN 78): η Seija Saara Maria Simola-Franzén γεννήθηκε το 1944 στο Ελσίνκι και πέθανε το 2017 στη Vantaa. Ξεκίνησε στα μέσα της δεκαετίας του ’60 με το γκρουπEero Seija & Kristian Trio, μέχρι το 1970, οπότε ξεκίνησε σόλο καριέρα. Προσπάθησε πέντε φορές συνολικά, μέχρι να «πάρει το εισιτήριο» για τον διαγωνισμό. Η Γιουροβίζιον επηρέασε τη δημοτικότητά της, με αποτέλεσμα το 1984 να κάνει το τελευταίο της χιτ, συνέχισε, ωστόσο, να δισκογραφεί μέχρι το 2005. Το 2011 έχασε τη φωνή της λόγω εγχείρησης που κατέστρεψε τις φωνητικές της χορδές. Τότε αποσύρθηκε εντελώς από τη δημοσιότητα. Απέκτησε το 1963 μια κόρη εκτός γάμου, την οποία μεγάλωσαν η μητέρα και η γιαγιά της καλλιτέχνιδος. Το 1975 παντρεύτηκε τον μουσικό Pekka Hartonen, με τον οποίο απέκτησαν έναν γιο, μέλος του heavy metal συγκροτήματος Godsplague.
Gemini (POR 78): Το γκρουπ που αποτελείτο από τους: Tozé Brito (1951-), Teresa Miguel (1956-), Fátima Padinha (1958-) και Mike Sergeant (1945-) ήταν ενεργό μεταξύ 1976 και 1979. Ο Tozé είναι πασίγνωστος από τη δεκαετία του ’60, ως μέλος των Pop Five και του Quartet 1111. Αφότου σπούδασε ψυχολογία στο Λονδίνο, επέστρεψε και ίδρυσε τους Green Windows, που ήταν ο πρόδρομος των Gemini, μαζί με τον Mike Sergeant (διευθυντής ορχήστρας POR 83, 98). Έκαναν επιτυχία και με τη διασκευή της POR 77, τραγούδι που είπαν και οι ίδιοι στον τελικό της χρονιάς τους. Είχαν τότε θεωρηθεί οι ABBA της Πορτογαλίας. Οι κοπέλες του γκρουπ επανήλθαν το 1982, ως μέλη των Doce. Ο Σκωτσέζος κιθαρίστας Mike Sergeant είναι μόνιμος συνεργάτης του Jose Cid (POR 80), ενώ έχει παίξει και σε διάφορα γκρουπ. Έχει δύο παιδιά από διαφορετικές συντρόφους. Ο Tozé Brito είναι συνθέτης και παραγωγός πολλών καλλιτεχνών. Έχει δύο παιδιά από τον πρώτο του γάμο. Η Fátima Padinha μετά από τη διάλυση των Doce, του πρώτου γυναικείου γκρουπ της χώρας, το 1987, κάνει σόλο καριέρα. Έχει δύο κόρες. Από το 2017 “ανεβαινει έναν γολγοθά”: καρκίνος, θρόμβωση πνευμονική εμβολή, πνευμονία, αναιμία, νεφρική ανεπάρκεια, κινητικά προβλήματα, κατάθλιψη. Ήταν παντρεμένη με τον πρώην πρωθυπουργό Pedro Passos Coelho. Η εμφάνισή της στην κηδεία της δεύτερης συζύγου του προκάλεσε σοκ στην Πορτογαλία, λόγω της αλλαγής στην εμφάνισή της. H Teresa Miguel ή Tucha, επίσης ενεργή, πάσχει εδώ και λίγα χρόνια από πόνους στους γοφούς, με τα οστά της να αποσυντίθενται και την ίδια να έχει χάσει πολύ βάρος. Περιμένει εδώ και 2 χρόνια να χειρουργηθεί, ούσα μάλιστα ανασφάλιστη, αλλά δεν τα καταφέρνει λόγω κορωνοϊού. Περπατά με πατερίτσες και παίρνει μορφίνη… Χάρη στην Helena Coelho των Doce έγινε τελικά δεκτή σε ιδιωτικό θεραπευτήριο, όπου διαπιστώθηκε ότι έπασχε και από αναιμία.
Joël Prévost (FRA 78-Richard-Jacques Bonay): γεννήθηκε το 1950. Εξαιτίας υιοθεσίας στη Βόρεια Γαλλία, κοντά στα σύνορα με το Βέλγιο, πήρε νέο όνομα: Jean-Luc Potaux. Το 1970 μετακόμισε στο Παρίσι και δύο χρόνια μετά ξεκίνησε την καριέρα του. Ήταν υποψήφιος και το 1977 (έμεινε στα ημιτελικά), αλλά και το 1983 (9ος). Είναι ακόμα ενεργός, μολονότι δεν έκανε ποτέ σημαντική επιτυχία, με εμφανίσεις στη Γαλλία, αλλά και όλη την Αφρική. Εφόσον κέρδιζε, υπήρχε ο κίνδυνος ακύρωσης, καθώς το τραγούδι είχε ακουστεί δύο χρόνια πριν, κάτι που είχε ανακαλύψει η ΕΒU.
José Vélez (SPA 78-José Velázquez Jiménez): γεννήθηκε το 1951 στις Κανάριες Νήσους. Από μικρός εμφανιζόταν σε τοπικά πανηγύρια και φεστιβάλ. Ξεκίνησε πιο επαγγελματικά στα τέλη της δεκαετίας του ΄50 με τους Trio Maravillas που δημιούργησε ένας καθηγητής μουσικής τηςOrganización Juvenil Española με σπουδαστές του. Καθότι η μητέρα του δεν του επέτρεπε να μεταβεί στη Μαδρίτη προτού ενηλικιωθεί, συνέχισε σε τοπικό επίπεδο να εμφανίζεται σε ξενοδοχεία. Χάρη σε έναν διαγωνισμό ταλέντων το 1968 έγινε γνωστός. Πρώτη του επιτυχία του το «Ελληνικό κρασί» (Vino griego), διασκευή τραγουδιού του Udo Jürgens. Το 1978 μετείχε στο φεστιβάλ Sopot, είχε δε ήδη τρία επιτυχημένα άλμπουμ και κάπως έτσι επελέγη από την ισπανική τηλεόραση, με το τραγούδι να γίνεται τεράστια επιτυχία, ακόμα και σε Καναδά και Ιαπωνία. Είναι πολύ μεγάλο όνομα στη Λατινική Αμερική και κυρίως στην Αργεντινή, όπου πέρασε μεγάλο μέρος της ζωής του, με χρυσούς και πλατινένιους δίσκους. Μετά από τον θάνατο της μητέρας του, αλλά και λόγω μεγάλης κόπωσης αποφάσισε να απέχει πέντε χρόνια, για να ξεκουραστεί. Στα φωνητικά του είχε το περίφημο Trio La La La (φωνητικά SPA 68, 70, 71, 75), στην τελευταία γιουροεμφάνισή τους.
Co-Co (UK 78): Το 1976 ήρθαν 2οι, με ελάχιστη διαφορά στην επιλογή (τότε ήταν μέλος τους ο Peter Perrera που είχε βάλει στοίχημα πως, αν περνούσαν στον τελικό, θα ξύριζε το κεφάλι του-όπερ και εγένετο). Οι μόνοι μέχρι το 2006 που είχαν εμφανίσει τηλεβόα στη σκηνή. Τα μέλη τους ήσαν ο Terry Bradford, η Josephine Andrews, η Cheryl Baker (Rita Maria Crudgington, 1954-, μέλος και των Buck’s Fizz το 1981), ο Charlie Brennan (ο ντράμερ, τον οποίον προσέλαβαν ειδικά για τη Γιουροβίζιον), ο Κeith Hasler και ο Paul Rogers. Το 1980 επανήλθαν σε αυτήν (τελευταίοι), με νέο όνομα, The Μain Event, ως κουαρτέτο πλέον (χωρίς τον Andrews και τον Rogers και με νέα τραγουδίστρια, την Helen Bailey), με την Andrews να τους κάνει φωνητικά. Ειρωνεία της τύχης: σε εκείνον τον εθνικό τελικό κέρδισε τραγούδι των Stephanie de Sykes & Stuart Slater που τους είχαν γράψει τη συμμετοχή του 1978. Ήταν ενεργοί μεταξύ 1974 και 1980, με ένα μόλις άλμπουμ και μερικά singles. Ουσιαστικά διαλύθηκαν, διότι δεν κατάφεραν να κάνουν άλλη επιτυχία. Το αρχικό τους όνομα ήταν Mother’s Pride. Μέχρι το 1987 η 11η θέση τους ήταν η χειρότερη για το Ηνωμένο Βασίλειο. Η Andrews ξεκίνησε ως ηθοποιός παιδί-θαύμα. Ο Bradford μετείχε ως συνθέτης το 1979, με τις The Nolan Sisters (4ες), το οποίο είχε περάσει ως demo των Co-Co, με φωνητικά της Baker. Οι Bradford και Hasler εργάζονται ως παραγωγοί στη Νέα Υόρκη. Η μόνη που συνεχίζει να κάνει μεγάλη καριέρα ως τραγουδίστρια- και κυρίως- τηλεπαρουσιάστρια είναι η Cheryl Baker, η οποία είχε εγκαταλείψει το σχολείο και δούλευε ως γραμματέας σε ναυτιλιακή εταιρεία. Κατά την εμμηνόπαυση έχασε τα μαλλιά της, ενώ αντιμετωπίζει εδώ και χρόνια διαταραχές βάρους. Έχει τρία παιδιά.
Carole Vinci (SWI 78): Γεννημένη το 1949 ή το 1950 στη Γενεύη, μετά τον γάμο της λέγεται Carole Wicki. Ήθελε αρχικά να γίνει γυμνάστρια (εξάλλου ήταν καθηγήτρια φυσικής αγωγής, μέχρι τη γέννηση του παιδιού της), μέχρις ότου την ανακάλυψε ο Alain Morisod, ο οποίος το 1972 ίδρυσε ένα στούντιο ηχογραφήσεων και έψαχνε για νέες φωνές. Συνεργάστηκαν αρκετές φορές και έχουν κάνει ηχογραφήσεις με την ορχήστρα του (από τις πιο σημαντικές στη χώρα). Διαπρέπει επίσης κάνοντας φωνητικά σε πάρα πολλούς καλλιτέχνες. Παράλληλα έχει και ένα τυροκομείο (όπως και η Carol Rich!). Πήρε μέρος και στην επιλογή του 1977, με το Dites–moi ce que l’amour (4η), ενώ το 1990 έκανε επιστροφή στη μουσική βιομηχανία.
Για τον Jean Vallée (BEL 70, 78), βλ. 1970.
Harmony (NL 78): Μεταξύ 1976-7 ήταν κουαρτέτο, οι Crystal Haze, μαζί με την Sigrid Secherling, η οποία κάποια στιγμή αποχώρησε και έμειναν η Rosina Lauwaars, Ινδονησιακής καταγωγής, ο Donald Lieveld, με καταγωγή από την Αφρική και το Σουρινάμ και ο Ολλανδός Ab van Woundenberg. Η Lauwaars ήταν μέλος παλιότερα των Sommerset, ενώ το 1980 κυκλοφόρησε ένα ακόμα single. O Lieveld έβγαλε προηγουμένως τέσσερα singles τη δεκαετία του ’70 και εμφανιζόταν στο ραδιόφωνο τραγουδώντας σε διάφορες εκπομπές, αλλά και φωνητικά σε δίσκους άλλων καλλιτεχνών. Ο van Woundenberg έπαιζε διάφορα όργανα (κυρίως μπάσο) ήδη από το 1971 σε δίσκους διαφόρων καλλιτεχνών. Τον εντοπίσαμε τελευταία φορά το 1983, όπου έπαιζε μουσική στις θεατρικές παραστάσεις του Robert Paul για τρία χρόνια. Αμέσως μετά διαλύθηκαν και σχεδόν εξαφανίστηκαν από τα μουσικά πράγματα, εκτός από κάποιες σποραδικές δισκογραφικές δουλειές.
Nazar (TUR 78): το γκρουπ δημιουργήθηκε ειδικά για τον διαγωνισμό και διαλύθηκε αμέσως μετά. Ηχογράφησε μόνο ένα δισκάκι. Πρόκειται για τους Dağhan Baydur, Nilüfer Yumlu-Girensulu, Olcayto Ahmed Tuğsuz, Zeynep Tuğsuz. Ο Olcayto Ahmet Tuğsuz έγραψε τις συμμετοχές της Τουρκίας το 1982 και το 1987, αλλά και του Αγίου Μαρίνου το 2016 (κατέχει τη δεύτερη θέση στα ρεκόρ επανεμφάνισης συνθέτη, με «πρωταθλητή» τον Pierre Kartner-Ολλανδία 1973 και 2010). Ο Dağhan Baydur (1949-) ξεκίνησε ως πιανίστας, άλλοτε με σόλο εμφανίσεις, άλλοτε με το συγκρότημά του, ενώ αργότερα έγινε παραγωγός, DJ και manager. Έχει γράψει μουσική για ταινίες και διαφημιστικά. Ίδρυσε την πρώτη αμιγώς τουρκική δισκογραφική, ενώ μαζί με τον Fuat Güner των M. F.Ö (TUR 85, 88) και τον Erdal Kızılçay διασκεύασαν τραγούδια των Beatles. Η Zeynep Tuğsuz συνεργάζεται ως managing partner με φαρμακευτικές εταιρίες. Η Nilüfer Yumlu (1955-) παραμένει κορυφαία ποπ τραγουδίστρια και παραγωγός, ενώ από το 1997 είναι πρέσβειρα καλής θέλησης της UNICEF. Μετά από έναν αποτυχημένο αρραβώνα με τον μουσικό Rıza Silahlıpoda το 1974, παντρεύτηκε δύο φορές, με τον παραγωγό Yeşil Girensulu (1977-1981, οπότε πήραν διαζύγιο) και με τον Çetin Akcan (1984-1986-ακόμα ένα διαζύγιο). Έχει τρία ετεροθαλή αδέλφια από την πλευρά του πατέρα της (ήταν ο τρίτος του γάμος), τον οποίο έχασε όταν ήταν 11 ετών, καθώς κι μία υιοθετημένη κόρη (από το 2000). Εμφάνισε άσθμα στα τρία της χρόνια, αλλά και καρκίνο του μαστού ως ενήλικη, ο οποίος υποχώρησε μετά από θεραπεία εννέα μηνών. Ο αρμενικής καταγωγής συνθέτης και διευθυντής ορχήστρας (βρέθηκε στο podium και το 1981), Onno Tunç (Ohannes Tunçboyacı) σκοτώθηκε μαζί με τον συνεπιβάτη του το 1997, ενώ οδηγούσε το αεροπλανάκι του, όταν συνετρίβη στο βουνό Tazdağ της Τουρκίας. Έξι μέρες μετά εντοπίστηκαν να έχουν φύγει από τη ζωή λόγω υποθερμίας δύο ορειβάτες που τον έψαχναν. Ήταν παντρεμένος με την Canan Ateş, την πρώτη τουρκάλα αθλήτρια που κολύμβησε την απόσταση του μαραθωνίου.
Για την Ireen Sheer (LUX 74, GER 78, LUX 85), βλ. 1974.
Caline (Corinne Sauvage) & Olivier Toussaint (MON 78): εκείνη, ισπανικής καταγωγής, ήταν χορωδός με τις Les Flechettes, γκρουπ που δημιούργησε ο Claude François. Εμφανιζόταν και με άλλο ψευδώνυμο, ως CorinneColbert. Ξεκίνησε επαγγελματικά το 1973. Ήταν υποψήφια για τη Γαλλία το 1977. Από το 1985 άρχισε να ηχογραφεί τραγούδια για παιδικά προγράμματα και κινούμενα σχέδια, ενώ από το 1987 έγινε μέλος των Alicante, με τραγούδια ισπανικού ύφους. Υπήρξε χορωδός σε συναυλίες πολύ μεγάλων ονομάτων. Από το 1992 υιοθέτησε ξανά το κανονικό της επώνυμο, αφήνοντας στην άκρη το ψευδώνυμο που της είχαν επιβάλει. Τότε έγινε ηθοποιός του σινεμά και της τηλεόρασης, ενώ έχει συμμετάσχει σε αφιερώματα για τη Dalida, με την οποία είχε συνεργαστεί. Τελευταίο της άλμπουμ το 2016. Ο Olivier, με τον οποίο είναι ανδρόγυνο, ήταν σολίστ των Pop Concerto Orchestra και συνστιχουργός στο τραγούδι τους. Έγραψε πολλά τραγούδια για την Petula Clark, τη Dalida, τον Michel Polnareff, τον Claude François, τον Christophe και τη Mireille Matthieu, έχοντας πουλήσει –ως συνθέτης– πάνω από 100 εκατομμύρια δίσκους. Επίσης εργάζεται ακόμα ως παραγωγός και μάνατζερ, γράφει για την τηλεόραση και το σινεμά, ενώ έχει δική του δισκογραφική, τη Delphine. Είναι ο άνθρωπος που ανακάλυψε και έκανε διεθνή αστέρα τον πιανίστα Richard Clayderman (65 εκατομμύρια δίσκοι παγκοσμίως). Ως τραγουδιστής είχε μία #1 επιτυχία στις γαλλόφωνες χώρες το 1983, το Eden is a magic world (η καριέρα του εκτείνεται από το 1974 έως το 1985). Σπούδασε οικονομικά, αλλά τελικά στράφηκε στη μουσική, όπου υπήρχε οικογενειακή παράδοση (ο προπάππους του ήταν ο διάσημος τενόρος Gilbert Duprez, ενώ και η μητέρα του ήταν πιανίστα).
Τάνια Τσανακλίδου (GRE 78-Σουλτάνα Τσανακλίδου): γεννήθηκε το 1952 στη Δράμα, με καταγωγή από τη Ρουμανία και την Ανατολική Ρωμυλία, και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Έχει τέσσερα αδέλφια. Από 8 ετών βγήκε στο θέατρο, σπούδασε αργότερα στη Δραματική Σχολή του Κρατικού Ωδείου Θεσσαλονίκης αλλά και αρχαιολογία, έκανε και λίγο χορό. Στα 21 της μπήκε στο θίασο της Ξένιας Καλογεροπούλου, ενώ τα βράδια τραγουδούσε σε κλαμπ με τον Γιάννη Μαρκόπουλο. Γνωρίστηκε επίσης με τον Χάρη Ανδρεάδη. Το 1975 μετείχε στο θίασο του Κάρολου Κουν. Το 1978 κέρδισε στην δεύτερη κλειστή επιλογή, αφού η πρώτη ακυρώθηκε. Αρχικά ήταν να βγει μεταμφιεσμένη σε Σαρλώ, συνοδευόμενη από μία πιανόλα και τέσσερα πιτσιρίκια σε χορωδία με στατική παράσταση. Δεν υπήρχε πολύς χρόνος για προετοιμασία, λόγω της καθυστέρησης. Την ίδια χρονιά έπαιξε στην εμβληματική σειρά «Η δασκάλα με τα χρυσά μάτια». Η Τάνια, όπως και η France Gall, ήταν για δεκαετίες οι μόνες που τραγούδησαν σε δύο μικρόφωνα, μέχρι που η Kate Ryan χρησιμοποίησε τέσσερα. Το πιο διάσημο vibrato στην Ελλάδα, κάνει ακόμα καριέρα στο τραγούδι και το θέατρο. Γνωστές είναι οι σχέσεις της με τον Γιάννη Φέρτη, τον Άλκη Κούρκουλο και τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου. Πέρασε κρίση ηλικίας, ενώ την ταλαιπωρεί η Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια. Το 1990 έχασε τη μητέρα της, στην οποία αφιέρωσε το συγκλονιστικό «Μαμά, γερνάω», ενώ το 2019 «έφυγε» και η αδελφή της Λίτσα. Εδώ και κάποια χρόνια ζει μόνιμα στο Πήλιο.
Mabel (DEN 78): Το συγκρότημα – πολύ αγαπητό τότε στη νεολαία (από τα μεγαλύτερα είδωλα των teenagers) – αποτελείται από τους Chris Have, Otto Kulmbak Larsen, Peter Nielsen και Michael Trempenau. Μετά από 11 χρόνια αποχής, η Δανία διοργάνωσε ανοιχτή επιλογή, όπου υπήρξε μάλιστα τηλεφωνική φάρσα για βόμβα. Οι Mabel έφυγαν για την Ισπανία, όπου έγιναν Trump και μετά για τις Η.Π.Α. ως Danish Lions, κάνοντας στροφή από την ποπ στο metal. Το 1982 επέστρεψαν στη Δανία (διαλύθηκαν οριστικά έναν χρόνο μετά-έκτοτε έχουν κάνει μόνο τρία reunion), εκτός από τον τραγουδιστή τους. Ο Michael Trempenau, λοιπόν (1961-), γνωστός ως Mike Tramp, ήταν για χρόνια μέλος του glam rock συγκροτήματος White Lion και μετά των Freak of Nature, ενώ από το 1998 έκανε παράλληλα και σόλο καριέρα, έχοντας ως βάση τις H.Π.Α. και κάνοντας περιοδείες στην Ευρώπη. Το 2010 έχασε τη μητέρα του (δεν υπήρχε πατέρας στην οικογένεια). Το 2021 ήταν υποψήφιος στον Δανικό τελικό (εκτός τριάδας). Είναι παντρεμένος με την Ινδονήσια ηθοποιό Ayu Azhari. Μαζί έχουν δύο παιδιά. Από προηγούμενη σχέση, με την Fleur Thiemeyer απέκτησε έναν ακόμα γιο. Έχει φάρμα στη Δανία με τα δυο αδέλφια του, όπου εκτρέφουν βοοειδή. Τα τρία άλλα μέλη πήγαιναν μαζί στο σχολείο. Ίδρυσαν τους Cops (μετέπειτα Mabel) το 1967, αρχικά με άλλο τραγουδιστή (τον Gert von Magnus) και μετά με τον 15χρονο τότε Mike. Σήμα-κατατεθέν τους ήταν το τύμπανο με την καρδιά. Κυκλοφόρησαν μαζί επτά άλμπουμ. Ο ντράμερ Christian “Chris” Have (1954-) εγκατέλειψε τη μουσική του καριέρα το 1983 και άνοιξε εταιρία οργάνωσης πολιτιστικών εκδηλώσεων (την Have Kommunikation), με πολλά διεθνή βραβεία, μέχρι το 2010. Υπήρξε για κάποια χρόνια καθηγητής πανεπιστημίου σε δύο τμήματα Μ.Μ.Ε. O μπασίστας Otto Kulmbak Larsen (Andy Larson) δισκογραφεί ακόμα, αν και σποραδικά. Ο κιθαρίστας Peter Nielsen έγινε μετά μέλος των Spielniks, ενώ μετείχε σε διάφορες ηχογραφήσεις ως μουσικός και παραγωγός. Στο σήμερα δραστηριοποιείται στην εκπαίδευση ενηλίκων.
Baccara (LUX 78): Δύο Ισπανίδες, η Mayte Mateos (1951-) και η Maria Mendiola (1952-2021) κατάφεραν με το ταμπεραμέντο τους και την “εξωτική” προφορά τους στις ξένες γλώσσες (η Mayte μιλούσε μόνο Ισπανικά) να κάνουν ασύλληπτη επιτυχία. Γνωρίστηκαν, όταν ήταν χορεύτριες στο μπαλέτο της κρατικής τηλεόρασης. Η Maria, εμπνευσμένη από τις αδελφές Kessler (GER 59) θέλησε να κάνει ένα ανάλογο ισπανικό ντουέτο. Αφού ξεκίνησαν με εμφανίσεις σε ξενοδοχεία, έχοντας πάρει το όνομά τους από το ομώνυμο μαύρο ρόδο (που παραπέμπει στο μεσογειακό χρώμα του δέρματός τους), τους εντόπισαν Γερμανοί παραγωγοί. Η Mayte φορούσε πάντα μαύρα και η Maria λευκά, ενώ τις χορογραφίες υπέγραφε η τελευταία. Το Yes sir, I can boogie (1977) σημείωσε 18 εκατομμύρια πωλήσεις σε όλον τον κόσμο και είναι το πιο επιτυχημένο single όλων των εποχών για γυναικείο γκρουπ, καθώς και το πρώτο single από Ισπανό καλλιτέχνη που πήγε στο #1 του Βρετανικού τοπ (ο επόμενος που το κατάφερε ήταν ο Julio Iglesias-SPA 70). Μέχρι σήμερα είναι το 9ο single όλων των εποχών σε πωλήσεις παγκοσμίως. Το 2020 μπήκε ξανά στο Τοπ 40 του Ηνωμένου Βασιλείου, αφού το χρησιμοποίησε η ομάδα της Σκωτίας, για τα επινίκια της πρόκρισής της στο Πανευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Ποδοσφαίρου! Όταν ήταν στο απόγειο της δόξας τους, ήρθε η πρόταση από το Λουξεμβούργο. Μετείχαν σε εθνικό τελικό (τον δεύτερο από τους τέσσερεις συνολικά που διοργάνωσε ποτέ το Μεγάλο Δουκάτο). Μολονότι ήταν με διαφορά το μεγαλύτερο όνομα εκείνη τη χρονιά, ήρθαν μόλις 7ες (τις φοβήθηκαν και δεν τις ψήφισαν;). Ακολούθησαν τρία χρόνια επιτυχιών. Κάποια στιγμή, διαφώνησαν πολύ έντονα για το πως έπρεπε να μιξαριστούν οι φωνές στο τραγούδι Sleepy-Time-Toy. Κάπου εκεί η ομάδα που τις υποστήριζε, τις εγκατέλειψε, με αποτέλεσμα ο τέταρτος και τελευταίος τους δίσκος να είναι αποτυχημένος. Επιπλέον, η μουσική τους είχε ήδη ξεπεραστεί, ενώ δεν έλειπαν και οι κατηγορίες ότι οι στίχοι είναι “ρηχοί” και “αντι-φεμινιστικοί”. Μετά από αρκετές προστριβές και ένα δικαστήριο για το ποιάς η φωνή θα ακουγόταν περισσότερο, αποφάσισαν να κάνουν σόλο καριέρες, οι οποίες απέβησαν αποτυχημένες, οπότε η κάθε μία έφτιαξε τις δικές τις Baccara, η Mayte το 1983 τις “Baccara 2000”, και η Maria το 1985 τις “New Baccara”. Το 2004 είδαμε τις Baccara της Mayte στο σουηδικό Melodifestivalen με το Soy tu Venus (7ες στον ημιτελικό). Οι δυο τους δεν συνεργάστηκαν ξανά ποτέ, αν και υποτίθεται ότι παρέμειναν φίλες. Η Mayte, ζει χωρισμένη στο Αμβούργο, όπου διδάσκει χορό, ενώ η Maria έμενε στη Μαδρίτη, όπου έκανε εμφανίσεις ως τραγουδίστρια.
Izhar Cohen (ISR 78, 85) & The Alphabeta (ISR 78): γεννήθηκε το 1951. Προέρχεται από μουσική οικογένεια, με την οποία έδινε παραστάσεις από τα 5 του χρόνια, και εγγονός βουλευτή. Έχει τρία αδέλφια, όλα τραγουδιστές. Άρχισε την καριέρα του στον στρατό στα 20 του χρόνια. Το 1978, οπότε ήταν ήδη γνωστό όνομα, κέρδισε σε tie-break, το Belev Ehad της Hevda Amran, το οποίο παίχτηκε –τιμής ένεκεν– στο διάλειμμα του 1979 (είναι το πασίγνωστο «Τέρμα τα παράπονα» με τη Λίτσα Διαμάντη). Το A-ba-ni-bi είναι σαν παιδικό τραγούδι στα Ισραηλινά κορακίστικα (μετά από κάθε συλλαβή μπαίνει το b και το φωνήεν της προηγούμενης συλλαβής). Εκνευρίστηκε με τον Terry Wogan και του αντιμίλησε, όταν αυτός τον προσέβαλε στο Radio 2. Ως αντίποινα δεν τον κάλεσαν στο Top of the Pops, ενώ το Capital Radio έσπασε ένα αντίγραφο του A-ba-ni-bi στον αέρα. Στην Ιορδανία, την ώρα της ερμηνείας, έδειχναν ένα μπουκέτο ασφόδελους, ενώ την επόμενη ημέρα ανακοίνωσαν πως είχε νικήσει το… Βέλγιο! Η νίκη ήταν αναπάντεχη και στο Ισραήλ γιόρταζαν για μέρες. Πούλησε ένα εκατομμύριο αντίτυπα σε όλο τον κόσμο. Για ένα χρόνο έτρεχε να προλάβει να κάνει εμφανίσεις σε Ισραήλ και εξωτερικό, ακόμα και στην Ελλάδα. Μη μπορώντας να τα συνδυάσει και μετά από έναν νευρικό κλονισμό, εγκατέλειψε τη διεθνή καριέρα. Το εν λόγω κυκλοφόρησε ευρέως και σε τουρκικό πειρατικό single. Προσπάθησε ξανά στα Kdam 1982 (9ος), 1987 (5ος), μαζί με την αδερφή του, Vardena, και 1996 (10ος). Το Olé Olé (με δεύτερο τίτλο, Batlanim) του 1985 είχε αρχικά γραφτεί (με άλλους στίχους) για ένα παιδικό φεστιβάλ. Ήταν η Ilanit αυτή που έπεισε τον Kobi Oshrat να το στείλει στο Kdam. Έξι φορές εξελέγη τραγουδιστής της χρονιάς και 3 φορές πήρε το βραβείο «Άρπα του Δαυϊδ». Όταν η καριέρα του «πήρε την κατιούσα» (μεταξύ 1996 και 2019 δεν ηχογράφησε τίποτα), έγινε ηθοποιός στο θέατρο της Haifa, κυκλοφόρησε ποιητικές συλλογές, ενώ παράλληλα άνοιξε μαγαζί με κοσμήματα. Απέκτησε μία κόρη από την διοργανώτρια εκδηλώσεων Diana French, με την οποία συζούν. Oι Alphabeta είναι οι Reuven Erez, Liza Gold-Rubin, Itzak Okev, Nehama Shutan και Ester Tzuberi. Το γκρουπ διαλύθηκε το 1980. Η Nehama Shutan έγινε τηλεπαρουσιάστρια. Ο Reuven Erez ήταν όνομα ήδη από το 1970. Είναι ακόμα ενεργός. Για τους υπόλοιπους δεν βρήκαμε κάτι.
Springtime (AUS 78): Ο τίτλος Mrs. Caroline Robinson είναι αντιγραφή από το πασίγνωστο Mrs Robinson των Simon & Garfunkel (1968). Από στιχουργικής απόψεως μιλά για μια γυναίκα-μάγισσα. Ήσαν πολύ επιτυχημένο συγκρότημα (ιδρύθηκαν το 1976) κι αυτή ήταν η χειρότερη στιγμή της καριέρας τους. Μεγάλη τους επιτυχία το 1977 το Jingle me, jingle you. Είναι οι αδελφοί Gerhard (1954-) & Walter (1952-) Markel, o Erwin Broswimmer (ειδικά για τον διαγωνισμό) και ο Norbert Niedermayer (AUS 72, 1948-). Για τον τελευταίο, βλ. 1972. Προσπάθησαν λίγο αργότερα, το 1983, να επανέλθουν στα μουσικά πράγματα, αλλά μάταια: η Γιουροβίζιον είχε καταστρέψει την καριέρα τους ανεπανόρθωτα. Οι δύο αδελφοί είναι σήμερα γνωστοί συνθέτες, δίνοντας τραγούδια τους σε σημαντικούς ερμηνευτές της χώρας (πολλά τραγούδια τους πήγαν στις αυστριακές επιλογές). Παράλληλα ο Walter εργάζεται ως μαιευτήρας-γυναικολόγος, ενώ ο Gerhard είναι ψυχοθεραπευτής στη Βιέννη. O Erwin Broswimmer συντόμευσε το όνομά του σε Erwin Bros. Μέχρι το 2000 δισκογραφούσε, είτε σόλο, είτε ως μουσικός, είτε ως μέλος των B&B.
Björn Skifs (SWE 78, 81-Björn Nils Olof Skifs): γεννήθηκε το 1947 και έχει Φινλανδικές ρίζες. Ξεκίνησε ως τρομπετίστας σε ρεβύ που παρουσίαζε ο πατέρας του και τραγουδούσαν η μητέρα του και η αδελφή του. Το 1962 μετείχε στους Slam Creepers και μετά στους Blåblus. Η ορχήστρα που τον συνόδευε επί σκηνής ονομαζόταν Blue Swede. Έκαναν τη διεθνή επιτυχία Hooked on a feeling. Μέλος της από το 1973 ως το 1975 ήταν και ο μαέστρος Anders Berglund. To 1972 ήρθε με το 9ος και το 1975 5ος στην επιλογή. Το 1971 ήταν ο ένας από τους πέντε ειδικούς που επέλεξαν το τραγούδι. Το 1978 ισοψήφισε με τους 2ους Lasse Holm, Kikki Danielsson & Wizex, μέλος των οποίων ο Bert Karlsson, μετέπειτα αρχηγός του κόμματος «Ny Demokrati» (= Νέα Δημοκρατία !) . Στο tie-break από τις 11 επιτροπές πήρε 8 και 3 οι αντίπαλοι. Την ώρα του διαγωνισμού ξέχασε τα λόγια του και τραγούδαγε ασυναρτησίες, οι οποίες μοιάζουν με Σουηδικά στους ξένους, αλλά δεν είναι. Ήθελε να το πει στα Αγγλικά, ως διαμαρτυρία για τους κανονισμούς σχετικά με τον περιορισμό της γλώσσας. Στο δε ρεφραίν άρχισε να τον πιάνει και νευρικό γέλιο. Κάνει επιτυχία και στον κινηματογράφο, ως ηθοποιός και σεναριογράφος, ενώ είναι επίσης γνωστός entertainer, αλλά και βραβευμένος στιχουργός. Είναι ακόμα ενεργός.
Μεγάλος καλλιτέχνης ο Colin Wilkinson! Έπαιξε και στην ομώνυμη ταινία musical Les Miserables του 2012 (πέρα φυσικά από τις παραστάσεις του για πολλά χρόνια) όπου έκανε το Δούκα. Φίλος μου κ ομοίως λάτρης των musicals τον είχε δει να παίζει και στη βρετανική σειρά Tudors (με πάσα επιφύλαξη αυτή η πληροφορία). Μεγάλος πραγματικά born to sing καλλιτέχνης.
Όσο για τις Baccara, δυστυχώς αποδεικνύεται το πόσο για πολλά χρόνια φοβόντουσαν τις σύγχρονες μουσικές τάσεις τόσο τα ευρωπαϊκά κρατικά τηλεοπτικά δίκτυα, όσο και αρκετοί συνθέτες. Έχεις λοιπόν αγαπητο δουκάτο του Λουξεμβούργου τις Baccara, θέλεις νίκη, και τραγουδάνε τι? Parlez vous Francais? Στην εποχή που μεσουρανεί η disco, έπρεπε τουλάχιστον να τους δώσουν ένα πιο δυνατό disco κομμάτι (ίσως κάτι σαν το sorry I am a lady, το μεγάλο χιτ τους εκείνη την περίοδο) και όχι κάτι τόσο γραφικό που ούτε η Γαλλία δεν καταδεχτηκε εν τέλει να ψηφίσει.
Πόσο συμφωνώ για το Parlez vous Francais!!!
Είναι πραγματικά αξιοπερίεργο αυτό που συνέβαινε με τη Γιουροβίζιον. Επέμενε σε παρωχημένα και ξεπερασμένα ακούσματα. Από την άλλη, όποτε πήγαιναν ρηξικέλευθες συμμετοχές, οι επιτροπές, αντί να τις αβαντόρουν, τις “έθαβαν”, όπως και τα μεγάλα ονόματα, να τα λέμε κι αυτά.
A Ba Ni Bi: άλλο ένα εμβληματικό τραγούδι που ταυτίστηκε με το θεσμό της Γιουροβίζιον.
Διολου τυχαία που πήρε το βραβείο. Ήταν το σχετικά πιο mainstream κομμάτι εκείνη τη χρονιά
Πανάξιο βραβείο, εντελώς μέσα στην εποχή του.