Τo – αρκετά μεγάλο – διάλειμμα του εθνικού τελικού του 1983 περιλάμβανε δυο λόγια ορισμένων από τους συντελεστές των τραγουδιών και κάποιων ερμηνευτών, γυρισμένα σε διάφορους χώρους του ραδιομεγάρου της Αγίας Παρασκευής, από διαδρόμους και γραφεία, μέχρι ραδιοφωνικά στούντιο, καναπέδες στους διαδρόμους και σκαλωσιές. Σταχυολογούμε μερικά από όσα είπαν, τα οποία είναι ενδεικτικά της αλλαγής που έφερε το ΠΑΣΟΚ στην αντιμετώπιση της Γιουροβίζιον: Ο Δημήτρης Σακισλής (που έγραψε το 1988 τον Κλόουν) μίλησε για τον εαυτό του και τα φιλειρηνικά τραγούδια που έγραφε τότε για το Σαλβαδόρ και κάλεσε και την… «Σούλα», δηλαδή την γνωστή και μη εξαιρετέα Θεοδοσία Στίγκα, η οποία ανέφερε την έως τότε πορεία της (δεκαετίες μετά τη βρίσκουμε μόνιμη συνεργάτιδα του Κώστα Φέρρη σε εκπομπή της ΕΡΤ3). Ο Δημήτρης Λυδός (με συμμετοχή στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης 1982) επίσης μίλησε για την καριέρα του στον χώρο. Τον Γιάννη Κακανιάρη, με καριέρα στη Γερμανία, δεν τον είδαμε καθόλου να μιλά.
Η πιο ενδιαφέρουσα ιστορία ήταν αυτή του Δάκη: τυχαία συναντήθηκε σε ένα στούντιο με τον Γιώργο Τζέικο να πασχίζει να ερμηνεύσει το τραγούδι που είχε γράψει, διότι τον πόναγε ο λαιμός του. Τότε εκείνος του πρότεινε να το ηχογραφήσει ο Δάκης και μάλιστα την μέρα που έληγε η προθεσμία. 4 η ώρα έγινε η ηχογράφηση και πήγαν τροχάδην στο ταχυδρομείο στις 5. 30 υπό βροχή και χιόνι, για να προλάβουν! Ο Δημήτρης Βενιζέλος, από την πλευρά του δήλωνε: «κινδυνεύω να χαρακτηριστώ στιχουργός, όπως και νομικός. Δεν με ενδιαφέρει η Γιουροβίζιον, σε αντίθεση με τον Δημήτρη (Δημήτρης Λέκος) που είναι υπερπόντιος [sic] συνθέτης», για να συμπληρώσει ο Λέκος: «Για να είναι κανείς υπερπόντιος, πρέπει να είναι μοντέρνος και παραδοσιακός μαζί. Είμαι γνωστός ως έντεχνος και θέλω να πάω κόντρα στις προκατασκευασμένες ιδέες για πρόσωπα και θεσμούς».
Η σχεδόν πρωτοεμφανιζόμενη Δάφνη Μπόκοτα (εκτός από ένα φεστιβάλ όπου είχε συμμετάσχει) δήλωνε: «Ναι, είμαι και καθηγήτρια Αγγλικών-Γαλλικών» για να προσθέσει ότι έδωσε πρώτα βάρος στις σπουδές της, γιατί είχε φοβηθεί με όλα όσα άκουγε ότι γίνονταν στον χώρο της μουσικής. Μετά από τον πρώτο της προσωπικό δίσκο, έβγαινε τότε εν γνώσει της. Ο Πέτρος Δουρδουμπάκης, αφού τραγούδησε κάτι παίζοντας μπαγλαμά, μίλησε για τη Μακεδονική του καταγωγή και για το πως έμαθε τα παραδοσιακά τραγούδια που μεταδίδονταν στόμα με στόμα. «Θα ήθελα ένα τραγούδι που θα φτιάξω κάποτε να μεταδοθεί σαν κολλητική αρρώστια, αλλά να λειτουργήσει ως γιατρικό, ως βάλσαμο. Αν δεν το κάνω αυτό, δεν θα είμαι τίποτα». Πολύ πρόσφατα, μετά από καριέρα στο έντεχνο, είχε εκπομπή στην κρατική τηλεόραση, «Στούντιο Ε», όπου παρουσίαζε διάφορους καλλιτέχνες.
Ο Αντώνης Πλέσσας, με τις δύο προστατευόμενές του, Κλεοπάτρα και Κρίστη, διάβασε από ένα μεγάλο βιβλίο όσα είχε γράψει. Μίλησε για την προκατάληψη που υπήρχε αναφορικά με τη Γιουροβίζιον. Προτιμά να γράφει τραγούδια με απλές μελωδίες. Τα εν λόγω μιλούν το ένα για την ειρήνη και το άλλο για τη νοσταλγία. «Εύχομαι ο καλύτερος να κερδίσει. Η νίκη θα είναι όλων μας». Η Κρίστη είπε πως είναι ένα πανηγυράκι όλο αυτό. Δεν είναι όμως κακό αυτό, αφού τα πανηγύρια ενώνουν τον κόσμο και τον κάνουν να επικοινωνεί. Έχουμε κάνει λάθη στις συμμετοχές μας: είναι λάθος το slogan, όπως και το τραγούδι με ελληνικό χρώμα, σαν να στέλνουμε φολκλόρ. Και έκλεισε λέγοντας πως η μελωδία που ερμηνεύει είναι σε 5/4, που ακούγεται πολύ στα Βαλκάνια, χωρίς όμως εντυπώσεις και εφέ. Η Κλεοπάτρα, εμφανώς τρακαρισμένη, είπε ότι ήταν πολύ συγκινημένη που έπαιρνε μέρος κι ότι αισθανόταν μεγάλη ευθύνη και ταραχή, ελπίζοντας να περάσει το μήνυμα. «ευχηθείτε μου καλή επιτυχία» Αμφότερες τόνισαν το γεγονός ότι τους στίχους υπέγραφαν δόκιμοι ποιητές.
Ο Αντώνης Λαζόπουλος μίλησε λίγο για τον εαυτό του και πως εντόπισε τον καλλιτέχνη σε μια πρόσφατη εμφάνισή του σε μουσική εκπομπή της ΕΡΤ, ενώ ο Αλέξανδρος Μολφέσης, που μόλις είχε κυκλοφορήσει τον πρώτο του δίσκο είπε ότι δεν μπορεί να κάνει προγνωστικά κι ότι ήλπιζε να βγει το καλύτερο. Σχολίασε και τη δήλωση της Α’ βάθμιας επιτροπής ότι τα τραγούδια ήταν χαμηλού επιπέδου: «είναι γενική η κρίση. Κρίνω μάλλον ικανοποιητικό το επίπεδο στα υποψήφια για τη Γιουροβίζιον τραγούδια». Λακωνική η Γιάννα Κομνηνού: «εύχομαι καλή επιτυχία στους άλλους 11», όπως και οι συντελεστές της, η Ελένη Ταμπακοπούλου: Εύχομαι να κερδίσει το καλύτερο τραγούδι» και ο Αντώνης Στεφανίδης (υποψήφιος το 1980): «Τι να πω τώρα εγώ; Τα είπαν όλα οι προηγούμενοι (που τι είχαν πει; Δυο κουβέντες μόνο!). Ας πούμε κανένα ανέκδοτο! Όχι, σοβαρά τώρα, το πανηγυράκι δεν είναι πανηγυράκι, αλλά μια ωραία εκδήλωση».
Από τις δηλώσεις (από αδιάφορες και αφοριστικές μέχρι σιβυλλικές και αυτοαναφορικές) διαφαίνεται η μεγάλη συζήτηση και κριτική που είχε ξεκινήσει με την άνοδο του ΠΑ.ΣΟ.Κ. στην εξουσία και την επιστροφή μετά από ένα χρόνο απουσίας, διότι κανένα τραγούδι δεν είχε θεωρηθεί ικανό και άξιο να εκπροσωπήσει την Ελλάδα. Η Γιουροβίζιον θεωρήθηκε λαϊκό θέαμα, υποδεέστερο και γινόταν αγωνιώδεις προσπάθειες (όπως φαίνεται και από το ύφος των τραγουδιών) να σταλεί κάτι πιο έντεχνο, πιο κοντά στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Μεγάλη συζήτηση γινόταν επίσης για το αν η Γιουροβίζιον ήταν ή όχι πανηγυράκι (όπως το είχε χαρακτηρίσει ο Μάνος Χατζηδάκις, άγνωστο πότε ακριβώς και με ποια αφορμή), για το αν θα έπρεπε οι καταξιωμένοι καλλιτέχνες να συμμετάσχουν κλπ.
Το ενοχικό σύνδρομο που τους διακατέχει (και που ξαναείδαμε τόσο έντονα στην επιλογή του 2011) φαίνεται από τις δηλώσεις τους: ήθελαν να πάνε στη Γιουροβίζιον, αλλά κάπου ντρέπονταν κιόλας, αισθάνονταν άσχημα. Πάντως, στη λίστα ων υποψηφίων φιγουράρουν «σταμπαρισμένοι» έντεχνοι καλλιτέχνες (Λυδός, Κομνηνού, Κλεοπάτρα, Κακανιάρης, Κρίστη, Δουρδουμπάκης), τραγουδιστές που έκαναν καριέρα τότε και συνεχίζουν μέχρι σήμερα (Δάκης, Νομικός-ο πατέρας της Δούκισσας Νομικού, Στίγκα), η Άριελ και η Δάφνη Μπόκοτα που ξεχώρισαν έκτοτε, σε άλλους τομείς, καθώς κι ο Αλέξανδρος Μολφέσης που έκανε μια σύντομη καριέρα στο μοντέρνο τραγούδι, που τέλειωσε γιατί θεωρήθηκε κλώνος του Κώστα Τουρνά, για να γίνει αργότερα εκφωνητής σε τηλεπαιχνίδια.
Κάπως έτσι πάντως μπορεί να ερμηνευτεί η φαινομενικά αδικαιολόγητη αποχή της Ελλάδας το 1984. Οι ιδεοληψίες της τότε κυβέρνησης, άρα και της ΕΡΤ, και η έντονα επιφυλακτική στάση των ίδιων των καλλιτεχνών ως προς την ποιότητα της Γιουροβίζιον, οδήγησαν στην απόφαση της απόσυρσης για ένα χρόνο.