Οι καλλιτέχνες της χρονιάς
Manuela Bravo (POR 79-Maria Manuela de Oliveira Moreira Bravo): Πατέρας της ήταν ο τενόρος της δεκαετίας του ’30 Loubet Bravo και μεγάλος ερμηνευτής του είδους ‘Coimbra fado’, ο οποίος απεβίωσε το 1978. Τραγουδίστρια της ποπ η ίδια, γεννημένη το 1957, ξεκίνησε τις εμφανίσεις από τα 5.της χρόνια, ενώ στα 15 κυκλοφόρησε το πρώτο της single. Αν και είχε προτάσεις από το εξωτερικό έμεινε στην Πορτογαλία, για να σπουδάσει νομική. Ήταν υποψήφια και το 1981. Το 1996 προκλήθηκε σάλος εξαιτίας του άλμπουμ της “Intenções”. Οι αντιδράσεις ξεκίνησαν, διότι ήταν η πρώτη που τόλμησε να κυκλοφορήσει ένα άλμπουμ με ‘Coimbra fado’ (θεωρείτο ανδρικό προπύργιο, ερμηνευμένο εν είδει σερενάτας από σπουδαστές, σε αντίθεση με το ‘Lisboa fado’, όπου διέπρεψαν η Amália Rodrigues και η διάδοχός της, Dulce Pontes-POR 91). Της έκαναν μέχρι και βουντού, καθώς βρήκε ένα κομμένο κεφάλι κατσίκας. Κατηγορήθηκε επίσημα από τους φοιτητές-υποστηρικτές του fado της Coimbra (Magnum Concilium Veteranorum), επειδή τόλμησε να ασχοληθεί με το είδος αυτό και ότι το κάνει χάριν της εμπορικότητας. Την στήριξαν ο κιθαρίστας και πρώην αντιπρύτανης του εν λόγω πανεπιστημίου, Antonio Pinho Brojo, καθώς και η βουλή, με επιστολή της, καθότι είναι δημοκρατικό δικαίωμα του καθενός να τραγουδά ό, τι θέλει. Έχει παίξει και σε κάποια σήριαλ.
Matia Bazar (ITA 79): δημιουργήθηκαν το 1974, μετά τη διάλυση των Jet. Πρώτη τους επιτυχία το 1975, με το Stasera che sera. Ακούστηκαν ιδιαίτερα λίγο πριν από τον διαγωνισμό, με το Vacanze Romane. Πρόκειται για τους: Antonela Ruggiero (γεννήθηκε το 1952, ήρθε 2η στο San Remo το 1999), Pierangelo Cassano (1948-έφυγε το 1980 και αντικαταστάθηκε διαδοχικά από τον Mauro Sabbione και τον Sergio Cossu), Aldo Stellita (1947-1998), Carlo Marrale (1952-), Giancarlo Golzi (1952-2015). Ήταν 1οι στο Sanremo με το …e dirsi ciao το 1978. Το 2001 ήρθαν 3οι στο San Remo και το 2002 πρώτοι, με σύνθεση εντελώς διαφορετική από αυτή του 1979. Διεθνείς επιτυχίες τους είναι το Solo tu, Souvenir και Ti sento. Το 1996, μετά από 6 χρόνια απουσίας, η Ruggiero έβγαλε το πρώτο της σόλο άλμπουμ, με τίτλο “Libera”. Έζησε για πολύ καιρό στην Ινδία, ενώ ξεκίνησε να εργάζεται σε διαφημιστική εταιρεία ως γραφίστα. Έχει ένα παιδί. Ο κιθαρίστας Carlo Marrale εργάζεται κατά καιρούς ως ζωγράφος και φωτογράφος. Τον ταλαιπωρεί χρόνια αρθρίτιδα και ψωρίαση. Ο μπασίστας Aldo Stellita εγκατέλειψε λίγο πριν από το πτυχίο τις σπουδές του στη Χημεία. Πέθανε στα 50 του από όγκο στον πνεύμονα. Ο γιος του ήταν τότε 4 ετών. Ο ντράμερ Giancarlo Golzi πέθανε στα 63 του από καρδιακή προσβολή. Ο κημπορντίστας Pierangelo Cassano θεωρείται κορυφαίος συνθέτης και παραγωγός.
Tommy Seebach (DEN 79, 81, 93-Tommy Seebach Mortensen): γεννήθηκε το 1949 και πέθανε το 2003. Ξεκίνησε ως έφηβος, περνώντας από διάφορα γκρουπ. Η σόλο καριέρα ήρθε το 1976. Η συμμετοχή του το 1993 ήταν η αρχή του τέλους για εκείνον. Το τραγούδι είχε απορριφθεί πολλές φορές, διότι η κρατική τηλεόραση φοβόταν να το στείλει, λόγω του προβλήματος αλκοολισμού που αντιμετώπιζε, εξαιτίας του οποίου τον εγκατέλειψε η γυναίκα του. Ο Τύπος τον κατακεραύνωσε, με αποτέλεσμα να γίνει «το πιο μισητό πρόσωπο στη Δανία», αφού οδήγησε στον αποκλεισμό της. Πέθανε από καρδιακή προσβολή μέσα σε ένα λούνα παρκ (το Bakken), στο οποίο υπήρξε καλλιτεχνικός διευθυντής. Έχει δύο γιους και μία κόρη, εκ των οποίων ο Rasmus Seebach κάνει μεγάλη καριέρα. Πέρασαν πολλά χρόνια, μέχρι να αρχίσει να αποκαθίσταται το όνομά του και να τον συγχωρέσει ο γιος του δημόσια, διότι αδυνατούσε να καταλάβει τη συμπεριφορά του λόγω εθισμού.
Cathal Dunne (IRL 79): Ανηψιός του πρώην πρωθυπουργού της Ιρλανδίας Jack Lynch, γεννήθηκε το 1951 στο Κορκ. Επαγγελματίας μουσικός, ξεκίνησε το 1976, άλλοτε μόνος, άλλοτε με τους Stateside. Έντονα πολιτικοποιημένος, είναι υποστηρικτής των χριστιανοδημοκρατών, στων οποίων τις προεκλογικές συγκεντρώσεις συμμετείχε ενεργά. Ήταν 4ος στον εθνικό τελικό του 1976. Από το 1983 ζει μόνιμα στις Η.Π.Α., όπου δίνει παραστάσεις με ιρλανδική παραδοσιακή μουσική. Έχει έναν γιο.
Katri Helena (FIN 79, 93-Κatri-Helena Koistinen-Turunen-Kalaoja-Rajala): γεννήθηκε το 1945 και ξεκίνησε επαγγελματικά το 1963. Είναι η δεύτερη σε πωλήσεις δίσκων στη Φινλανδία μετά τη Madonna. Παντρεύτηκε τρεις φορές. Με τον Matti Turunen χώρισε. Απέκτησε δύο κόρες και έναν γιο από τον Timo Kalaoja, ο οποίος πέθανε από καρδιακή προσβολή το 1988. Η ίδια, συντετριμμένη, αποσύρθηκε για τέσσερα χρόνια. Ο μοναχογιός της, Juha Kalaoja, πέθανε στα 33 του το 2009 από ασθένεια. Το 1997 παντρεύτηκε τον συγγραφέα Panu Rajala και χώρισαν το 2004. Από το 2013 είναι σε σχέση με τον 32 ετών τότε μάνατζερ Tommi Liimatainen. Η μητέρα της πέθανε 102 ετών. Όταν ξαναπήγε το 1993 (μάλιστα ταξίδεψε κατευθείαν από το Νεπάλ, όπου είχε μεταβεί ως πρέσβειρα Καλής Θέλησης της Unicef), μερίδα των Φινλανδών φαν της άσκησε δριμεία κριτική, στην οποία εκείνη απάντησε με μήνυση. Το 2018 ακύρωσε τις εμφανίσεις της λόγω προβλήματος υπερθυρεοειδισμού.
Laurent Vaguener (MON 79): ο Jean Baudlot (1947-2021), γνωστός και ως Laurent Vaguener, ακόμα και ως Laurent Wagner, ήταν περισσότερο συνθέτης παρά τραγουδιστής. Δούλεψε για χρόνια με τον πιανίστα Richard Clayderman και τον κιθαρίστα Nicolas de Angelis, δινοντάς τους συνθέσεις του, ενώ έγραψε τραγούδια, από το 1972 και μετά, για τη Michèle Torr (MON 66, FRA 77), τον Joël Prevost (FRA 78) τον Joe Dassin, τον Fernandel και πολλούς ακόμα. Πέθανε στις 24 Μαρτίου 2021. Η είδηση μαθεύτηκε μέσω του λογαριασμού στο Facebook του συνθέτη Paul de Senneville (MON 77, 78, 79). Το 1984 διέκοψε την σταδιοδρομία του ως τραγουδιστή. Από το 1988 και μετά έγινε ο διασημότερος Γάλλος συνθέτης μουσικής για videogames. Η Delphine Records, στην οποία εργαζόταν (και έγινε αργότερα ο καλλιτεχνικός της διευθυντής), ίδρυσε την Delphine Software International, εξασφαλίζοντας συνεργασίες με εταιρίες, όπως η Atari, η Ocean, η Imagine Software και η Amiga. Από το 1995 και μετά ίδρυσε τη δική του εταιρία L’Ours-son Production, η οποία δραστηριοποιήθηκε στη δημιουργία jingles για την τηλεόραση και το ραδιόφωνο, χωρίς να σταματήσει να εργάζεται στον χώρο των videogames. Από το 2000 και μετά έγραψε αξιοσημείωτη μουσική για τηλεοπτικά ντοκυμανταίρ. Για αρκετά χρόνια ήταν στο Δ. Σ. της Sacem, δηλαδή της εταιρίας που διαχειρίζεται τα πνευματικά δικαιώματα των Γάλλων καλλιτεχνών.
Ελπίδα (GRE 79, CYP 86-Ελπίδα Καραγιαννοπούλου): γεννήθηκε το 1950 στη Σπερχειάδα. Ήθελε να γίνει αρχιτέκτονας, ωστόσο σπούδασε σχέδιο, ενόσω εργαζόταν. Ξεκίνησε το 1970, έχοντας σπουδάσει μουσική και φωνητική. 13 διεθνή φεστιβάλ, 17 προσωπικοί δίσκοι μέχρι το 2013, περιοδείες και τηλεοπτικές εμφανίσεις ανά τον κόσμο είναι ο απολογισμός μιας τεράστιας καριέρας. Παντρεύτηκε τον Ιούνιο 1979 τον επιχειρηματία μηχανολόγο-μηχανικό Στάθη Κατσαντώνη, τον οποίο έχασε το 2020. Ένα μήνα μετά έπαθε έμφραγμα του μυοκαρδίου. Διέκοψε την καριέρα της για είκοσι χρόνια, προκειμένου να μεγαλώσει τα παιδιά της και έκανε θριαμβευτικές επιστροφές. Είναι αδελφή του γνωστού τραγουδιστή Κώστα Καράλη. Το 1979 ήρθε 8η, παρά τις ευλογίες του Πατριάρχη Ιεροσολύμων, κέρδισε, ωστόσο, προσκλήσεις να εμφανιστεί στη βελγική, ολλανδική και ελβετική τηλεόραση. Φωνητικά της οι Στέλιος Γουλιέλμος (χορωδός CYP 83), Γιάννης Σαμσιάρης (πρωταγωνιστής πολύ αργότερα στους «Δαίμονες»), Λία Βίσσυ (CYP 85 και φωνητικά το 1982) και Πωλίνα (παραλίγο συμμετοχή το 1986). Το τραγούδι έγινε τεράστια επιτυχία στο Ισραήλ και την Πορτογαλία (#6 στο Τοπ). Στη Γερμανία κυκλοφόρησε τόσο σε ελληνική όσο και σε γερμανική εκτέλεση, ενώ ακούστηκε ακόμα σε Ολλανδία, Ισπανία και Σκανδιναβία. Tη χορογραφία είχε κάνει η Μαριάννα Τόλη. Το 1986, η Ελπίδα δεν ήθελε να πει το τραγούδι έτσι όπως επρόκειτο να εμφανιστεί, αλλά τελικά μεταπείσθηκε. Είναι το μόνο τραγούδι για το οποίο έχει μετανιώσει στην καριέρα της.
Peter, Sue & Marc (SWI 71, 76, 79, 81), Pfuri, Gorps & Kniri (SWI 79). Για τους Peter, Sue & Marc, βλ. 1971. Οι Pfuri, Gorps & Kniri ήταν μια βραχύβια φολκ μπάντα (1974-1981) που αποτελείτο από τους Pfuri Eugen Baldenweg (1946-), Anthony “Gorps” Walter Fischer (1947-2000) και Peter “Kniri” Knaus (1945-). Συμμετείχαν σε κάποια φεστιβάλ και μετά από τρία άλμπουμ διαλύθηκαν. Το χαρακτηριστικό τους ήταν ότι έπαιζαν μουσική όχι με όργανα, αλλά με καθημερινά αντικείμενα που παρήγαγαν ήχο. Ο Pfuri είναι αυστραλιανής καταγωγής Ελβετός. Παίζει φυσαρμόνικα. Από το 1993 έως το 2001 ήταν αρχηγός του γκρουπ Trash Bag. Από το 2003 είναι ο πρόεδρος της Great Garbo music. Από το 2013 επανενώθηκε με τον Kniri. Οι δυο τους μαζί με τον Zach Prather έφτιαξαν τους Grand Cannon. Ζει μόνιμα στην Αυστραλία, είναι παντρεμένος με τη ζωγράφο Marie-Claire Baldenweg και έχουν τρία παιδιά. Ο Kniri είναι τρομπονίστας. Υπήρξε μέλος πολλών γκρουπ. Από το 1974 παίζει blues με το Schwyzerörgeli, μια παραλλαγή του ακορντεόν. Ο Anthony είχε σπουδάσει επιπλοποιός και κατασκευαστής μοντέλων. Ήταν τρομπετίστας, αλλά και εφευρέτης. Έζησε τα παιδικά του χρόνια στην Αγγλία, ενώ ως ενήλικος είχε ως έδρα του την Αυστραλία. Πέθανε κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψής του στην Ελβετία από βαρύ εγκεφαλικό.
Dschinghis Khan (GER 79): Δημιουργήθηκαν ειδικά για τη Γιουροβίζιον, ενώ πριν ανήκαν σε διάφορα group. Η μουσική τους ακολουθεί το ρεύμα της ντίσκο της «Σχολής του Μονάχου». Κοινό τους στοιχείο η εβραϊκή καταγωγή, που υπογραμμίζεται και στην επιτυχία τους Israel. Μετείχαν και στη γερμανική επιλογή του 1986 ως Dschingis Khan Family με το τραγούδι Wir gehör’n zusammen (2οι), εξάλλου έκαναν επιτυχίες κατά τη διάρκεια όλης της δεκαετίας. Ακούστηκαν πολύ τα τραγούδια τους Moskau (στα ελληνικά έγινε Ζήσε με τον Τέρη Χρυσό), Loreley, Rom, Hadschi Alif Omar και Mexico. Το εν λόγω εξέδωσαν 10 δισκογραφικές εταιρείες ανά τον κόσμο. Η ελληνική διασκευή από τον Λάκη Τζορντανέλλι, θεωρείται από τα πιο επιτυχημένα ποπ τραγούδια της δεκαετίας του ’70 στην Ελλάδα. Είχε τότε γίνει πολύ μεγάλη κριτική, για το αν θα έπρεπε η Γερμανία να στείλει τους Μογγόλους πολεμιστές στη Γη της Επαγγελίας. Το γκρουπ έκανε κι άλλες επιτυχίες σε Αυστρία, Ιαπωνία, Ρωσία, Ισραήλ και Αυστραλία. Σήμερα, χωρισμένοι πλέον στα δύο, εμφανίζονται σε ρετρό γκαλά, φεστιβάλ μπύρας και τοπικές ντίσκο των γερμανόφωνων χωρών, αλλά με διαφορετική σύνθεση. O Steve Bender, γεννημένος το 1946, χρησιμοποιούσε δύο καλλιτεχνικά ψευδώνυμα, το Jeremy B και το Karl-Heinz Bender, είχε βγάλει δε πολλά άλμπουμ είτε σόλο, είτε ως μέλος χορευτικών συγκροτημάτων, όπως οι Pages και οι Poor Things. Ήταν επίσης συνθέτης, στιχουργός και παραγωγός. «Έφυγε» από καρκίνο του πνεύμονα το 2006, χωρίς να αποκαλύψει ποτέ δημόσια ότι υποβαλλόταν σε χημειοθεραπείες. Ήταν ο πατέρας της Melanie από τις Mekado (GER 94). Η Ολλανδή Ηenriette Ηeichel (Henriette Pauline Strobel) γεννήθηκε το 1953 στο Άμστερνταμ. ήταν βοηθός οδοντιάτρου, μανεκέν και αθλήτρια του πατινάζ. Γνώρισε τον άνδρα της όταν εκείνος έσπασε ένα δόντι με το μικρόφωνο. Χώρισαν το 1986 και έναν χρόνο μετά εγκατέλειψε το τραγούδι. Ο σύζυγός της, Wolfgang Heichel, μέλος κι αυτός του γκρουπ, γεννήθηκε το 1950 στο Meißen της Γερμανίας. Διπλωματούχος οδοντίατρος, (και πολύ αργότερα ψυχολογίας) έκανε καριέρα ως τραγουδιστής, συνθέτης και παραγωγός. Κάποια στιγμή έγινε πρέσβυς πολιτισμού της Μογγολίας! Ο Leslie Mandoki (László “Leslie” Mándoki) είναι Ούγγρος, γεννημένος στη Βουδαπέστη το 1953. Είναι ντράμερ, αλλά και μάνατζερ γνωστών διεθνών καλλιτεχνών, όπως οι: Milva, Phil Collins, Nik Kershaw, Midge Ure, Engelbrecht Humperdinck, Toto. Η Edina Pop (Marika Késmárky), είναι επίσης Ουγγαρέζα, γεννημένη το 1945. Πριν εγκατασταθεί μόνιμα στη Γερμανία το 1969 είχε δική της καριέρα, με επιτυχίες και γιουροδιασκευές (SPA 69, UK 70). Ήταν να τραγουδήσει στον εθνικό τελικό του 1970, αλλά αρρώστησε και την αντικατέστησε η Mary Roos. Τη συναντάμε και στη γερμανική επιλογή του 1972 (χωρίς κατάταξη). Ήταν παντρεμένη με τον ηθοποιό Günther Stoll, από το 1971 έως τον πρόωρο θάνατό του, στα 53 του χρόνια, το1977.Τέλος ο Louis Hendrik Potgieter (ο χορευτής με τη μπέρτα), γνωστός και ως Patrick Bailey, γεννημένος το 1951 στην Πραιτόρια της Νότιας Αφρικής, πέθανε από επιπλοκές λόγω AIDS το 1994, στα 41 του στο Port Elisabeth της ίδιας χώρας. Είχε σπουδάσει μπαλέτο και γραφικές τέχνες. Μετά από τη διάλυση του γκρουπ, το 1985, επέστρεψε στη Νότια Αφρική και έγινε ξενοδόχος.
Gali Atari (Abigail Atari) & Milk & Honey (ISR 79-Gali Atari & Chalav Oudvash): Εκείνη, αφότου έχασε τον πατέρα της όταν ήταν 4 ετών, έγινε για λίγο ραδιοφωνική παραγωγός. Ξεκίνησε από το φεστιβάλ Τόκυο το 1971. Εργάστηκε στη Νέα Υόρκη ως ηθοποιός, αλλά επέστρεψε στο Ισραήλ. Το 1975 εμφανίστηκε σε ένα παιδικό σώου της τηλεόρασης με τον μαέστρο Kobi Oshrat. Τεράστια επιτυχία έκανε με το Valentino (3η στο IMF του 78). Μετείχε σε πολλά φεστιβάλ, ενώ έλαβε βραβεία και ως ηθοποιός. Το 1989 παντρεύτηκε τον ντέντεκτιβ, πρώην πράκτορα των μυστικών υπηρεσιών Udi Herschkovitz. Αφού απέκτησαν δύο παιδιά, χώρισαν το 1994. Το 1996 υιοθέτησε ένα κοριτσάκι. Από το 1999 ήταν σε σχέση με τον εστιάτορα Yoram Yarzin, χωρισμένο και πατέρα μίας κόρης. Παντρεύτηκαν το 2019 στην Κύπρο. Το Hallelujah είχε υποβληθεί πρώτη φορά στο IMF 78, αλλά απερρίφθη. Το τραγούδι προτάθηκε αρχικά στους Habibi (ISR 81), αλλά η τραγουδίστριά τους έπαθε ηλεκτροπληξία σε μία από τις συναυλίες τους και έπρεπε να αναρρώσει. Μετά προτάθηκε στη Yardena Arazi, η οποία όμως έπρεπε να διαλέξει και προτίμησε τελικά να παρουσιάσει τον διαγωνισμό. Τέλος δόθηκε στη Gali Atari, η οποία σχημάτισε το γκρουπ, μαζί με τον παραγωγό Shlomo Zach, ειδικά για τον διαγωνισμό. Ένα χρόνο μετά έφυγε και μήνυσε τον παραγωγό για δικαιώματα που δεν της είχε καταβάλει. Κέρδισε το δικαστήριο το 1994. Το 2003 ο παραγωγός μήνυσε τον συνθέτη, με τον ισχυρισμό ότι έπρεπε κι εκείνος να δώσει χρήματα στην Atari. Τελικά, έγινε συμβιβασμός το 2009. Τα αγόρια είναι ο Shmulik “Shmuel” Bilu, ο Reuven Gvirtz (φωνητικά ISR 86, 88) κι ο Yehuda Tamir (φωνητικά 88). Από τους τρεις ο Gvirtz που είχε ήδη κάποιες επιτυχίες με τους Field Trio από το 1975, έκανε μια μικρή σόλο καριέρα, αν και στο τέλος κατέληξε να κάνει φωνητικά στους δίσκους της Gali Atari. Ο Tamir είναι ενεργός στη δισκογραφία, επίσης ως χορωδός (π. χ. της Sarit Hadad-ISR 02), ενώ εργάζεται και ως ηθοποιός. O Bilu εργάστηκε ως μουσικός παραγωγός σε σώου και φεστιβάλ, αλλά και παραγωγός διαγωνισμών ομορφιάς. Πέθανε παραμονή Πρωτοχρονιάς του 2024, μετά από μακροχρόνια μάχη με την επάρατη νόσο. Το τραγούδι ηχογραφήθηκε σε 28 γλώσσες, γνώρισε γύρω στις 400 διαφορετικές βερσιόν, που εκτιμώνται ότι πούλησαν συνολικά γύρω στα 10 εκατομμύρια αντίτυπα. Δούλεψαν και στο εξωτερικό, αλλά τους έλειπε το Ισραήλ. Το 1980 ψηφίστηκαν συγκρότημα της χρονιάς. Αντικαταστάτρια της Atari ήταν η Lea Lupatin (ISR 76). Με τραγούδια του Kobi Oshrat ήρθαν 4οι το 1981 και 8οι το 1989 (αν και είχαν διαλυθεί επίσημα το 1984). Η Atari έκανε επιστροφή στα μουσικά δρώμενα το 1986. Συνεργάστηκε και με ροκ συγκροτήματα. Η νίκη τους ίσως σχετίζεται με το γεγονός ότι το Ισραήλ μόλις είχε υπογράψει συμφωνία ειρήνης (του Camp David) με την Αίγυπτο. Την πρωταπριλιά του 1979 ανακοινώθηκε από το ραδιόφωνο ότι το Hallelujah επελέγη ως… εθνικός ύμνος!
Για την Anne-Marie David, βλ. 1973.
Micha Marah (BEL 79-Aldegonda Leppens): Γεννήθηκε το 1953 κι έγινε σταρ ήδη από τα εφηβικά της χρόνια. Έγινε διάσημη, όταν μετείχε στην επιλογή του 1971. Το κοινό την αποκαλούσε «Η μαριονέττα». Μετά από ολική μεταμόρφωση διαγωνίστηκε στην επιλογή του 1975. Εργάστηκε κι ως τηλεπαρουσιάστρια σε παιδικές εκπομπές. Η ίδια μισούσε το Hey Nana, για το οποίο η Sandra Reemer της είπε ότι ήταν αντιγραφή του hit των 70΄ς Auntie, ένα τραγούδι του 1972 για τα 50 χρόνια του BBC, όπου τραγουδούν η Hildegard Knef, o Enrico Macias, οι Sandra & Andres (NL 72), η Alice Babs (SWE 58), o Demis Roussos και η Vicky Leandros (LUX 67, 72). Πήγε από μόνη της στο δικαστήριο, για να το αποκλείσει και να πει το Comment ça va. Το δικαστήριο όμως δεν προλάβαινε να αποφασίσει κι έτσι πήγε στη Γιουροβίζιον, γνωρίζοντας ότι το αποτέλεσμα δεν θα είναι καλό. Έχει ακουστεί ότι δεν την ήθελε η επιτροπή και γι’ αυτό της έδωσε επίτηδες αυτό το τραγούδι, προκειμένου να την ρεζιλέψει. Ο συνθέτης του, Charles Dumoulin, διέδιδε ότι δεν ήθελε να ανέβει στη σκηνή, κάτι τέτοιο δεν μπορούσε βέβαια να γίνει, καθώς η Marah είχε συμβόλαιο με το κανάλι BRT. Είχε λοιπόν ετοιμάσει ως αντικαταστάτριά της τη Nancy Dee, μια από τις κοπέλες στα φωνητικά.Αργότερα, βρήκε ένα νέο έρωτα στην Ιρλανδία, πήγε εκεί και τραγούδησε κέλτικα τραγούδια. Υπήρξε μάνατζερ και συνεργάτιδα της Sandra Kim (BEL 86). Εδώ και λίγα χρόνια, κάνει ραδιοφωνική εκπομπή.
Jeane Manson (Jean Ann Manson-LUX 79): είναι Αμερικανή, μοντέλο, τραγουδίστρια και ηθοποιός, γεννημένη το 1950 στο Cleveland, με πολλές επιτυχίες στις γαλλόφωνες χώρες και διάσημη για το διαφορετικό χρώμα των δύο ματιών της (το ένα πράσινο, το άλλο καφέ). Έζησε τα πρώτα 12 χρόνια της ζωής της στο Μεξικό, ενώ έμεινε για αρκετά χρόνια και στη Γαλλία. Και η κόρη της Shirel είναι τραγουδίστρια, όπως ήταν και η Πολωνο-Εβραία μητέρα της Jeane, Chris Stevens. Αυτός που «γαλλοποίησε» το όνομά της είναι ο συνθέτης Jean Renard. Η μεγαλύτερή της επιτυχία είναι το κλασσικό Avant de nous dire adieu. Ο θάνατος του Jo Dassin το 1980 την κατέβαλε. Πολλά χρόνια αργότερα παραδέχτηκε ότι είχαν μακροχρόνια ερωτική σχέση. Είναι διάσημη για τα μουσικά θεάματα που έδινε πάνω σε άλογο. Παραμένει ενεργή. Έχει δύο κόρες, την Jennifer ή Shirel από τη σχέση της με τον κινηματογραφικό παραγωγό Αndré Djaoui (και τρία εγγόνια), καθώς και τη Marianne από τη σχέση της με τον ακτιβιστή σκηνοθέτη Allain Bougrain-Dubourg. Είχε σχέσεις με τον δημοσιογράφο και ραλίστα Bernard Giroux και τον Αμερικανό ηθοποιό Robert Viharo, ενώ υπήρξε παντρεμένη για δύο χρόνια με τον ηθοποιό και σκηνοθέτη Richard Berry. Ζει πλέον στην Peralada της Ισπανίας, όπου άνοιξε μαγαζί με οσουβενίρ. Το 2020 βρέθηκε στην εντατική με απόφραξη της μηριαίας αρτηρίας. Είχε παραλύσει το πόδι της και κινδύνευε ακόμα και με ακρωτηριασμό. Το 2021 μηνύθηκε από την προγονή της Coline Berry-Rotjman, η οποία κατηγορεί για αιμομιξία τον πατέρα της Richard Berry και για συνενοχή τη Jeane Manson.
Xandra (NL 79). Για τη Sandra Reemer (NL 72, 76, 79-Barbara Alexandra “Xandra” Reemer), βλ. 1972. Το τραγούδι έγραψαν οιοι αδελφοί Bolland (συνθέτες της παγκόσμιας επιτυχίας In the Army now), που δεν είναι άλλοι από τον σύζυγο (Ferdi) και τον κουνιάδο (Rob) της Sandra Reemer. Οι Bolland ήταν μάλιστα 2οι στην επιλογή του 1976 (με το Souvenir), πίσω από τη Sandra…
Ted (SWE 79-Ted Gärdestad): Γεννήθηκε το 1956 στην πόλη Sollentuna. Υπήρξε ακορντεονίστας, ηθοποιός, αλλά και πολλά υποσχόμενος τενίστας (ως έφηβος ήταν 2ος στη Σουηδία πίσω από τον θρυλικό Björn Borg). Ξεκίνησε την καριέρα του το 1972. Το 1973, ήρθε στο Melodifestivalen 4ος, το 1975 7ος και το 1980 5ος. Έκανε πολλά χιτ κατά τη δεκαετία του ’70, έγινε αμέσως είδωλο των εφήβων, αλλά εξαφανίστηκε για πολύ καιρό, μετά από την επιλογή του 1980. Παραλίγο να μη συμμετάσχει, διότι το Satellit κατηγορήθηκε ως αντιγραφή του Hold the Line των Τoto, γεγονός που προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων στα Μ.Μ.Ε.. Τελικά, αφενός το τραγούδι των Toto δεν είχε κυκλοφορήσει ακόμα, αφετέρου ο συνθέτης τους Jeff Porcaro παραδέχτηκε ότι και εκείνος είχε μιμηθεί μοτίβα και ακόρντα της δεκαετίας του ΄50… Διαταραγμένος ψυχικά ήδη από τη νεαρή του ηλικία, προσχώρησε στην αίρεση των Bhagwan, αποκήρυξε το παρελθόν του, πήγε να μείνει στα καταλύματα της αίρεσης στο Όρεγκον για τρία χρόνια και πήρε το όνομα «Swami sangit Upasani», μέχρι τη διάλυση των Bhagwan το 1986 λόγω κατηγοριών για οικονομικά σκάνδαλα, φοροδιαφυγή και τρομοκρατικές επιθέσεις. Το 1986 κυκλοφόρησε η φήμη ότι είχε δολοφονήσει τον πρωθυπουργό Olof Palme, κάτι που τον οδήγησε στην τρέλα και την νοσηλεία του σε άσυλο για χρόνια. Έκανε comeback το 1993 μετά από 13 χρόνια απουσίας με το smash-hit Ge en sol. Ο κόσμος σοκαρίστηκε ευχάριστα. Αφότου πήρε εξιτήριο και ενώ είχε θεραπευτεί, νέες φήμες ότι ήταν ο ληστής τραπεζών και κατά συρροή δολοφόνος με το ψευδώνυμο Lasermannen, τον βύθισαν ξανά στην κατάθλιψη. Αν και απαλλάχτηκε από όλες τις κατηγορίες, η σχιζοφρένειά του τον οδήγησε στο να αυτοκτονήσει το 1997, στα 41 του, πέφτοντας στις γραμμές του τραίνου, στο Häggvik… Δύο χρόνια πριν είχε χτυπήσει το κεφάλι του, όταν έχασε τον έλεγχο του αυτοκινήτου του. Παλιότερα, άκουγε φωνές που τον είχαν ωθήσει σε αυτοτραυματισμό με τρίφτη τυριού. Εϊχε τη συνήθεια να απολυμαίνει τα πάντα και να πηγαίνει στην τουαλέτα με χειρουργικά γάντια. Είχε δύο παιδιά από τη σύντροφό του Αnn Zacharias. Ο γιος του, ακολουθώντας τα χνάρια του, άλλαξε το όνομά του σε Moische Zacharevsky και έζησε πολλά χρόνια στο Ισραήλ.
Για την Anita Skorgan, βλ. 1977.
Black Lace. Το συγκρότημα ήταν μετεξέλιξη των The Impact. Ιδρύθηκαν επίσημα το 1976, αλλά έγιναν διάσημοι χάρη στη Γιουροβίζιον. Επί σκηνής είδαμε τους Alan Barton (Alan Leslie Barton), Terence “Terry” Dobson, Colin Routh (Colin Gibb) και Stephen “Steve” Scholey. Μετά από πολλές διεθνείς επιτυχίες, από το 1981 και μετά, όταν πλέον είχαν μείνει μόνο ο Gibb και ο Barton, όπως Agadoo, Superman, Do the Conga και άλλες, σήμερα έχουν χωριστεί στα δύο, ένα γκρουπ υπό τον Colin Gibb που κάνει περιοδείες σε όλον τον κόσμο και ένα μικρότερο γκρουπ υπό τον Dene Michael με έδρα το Ηνωμένο Βασίλειο. Ο Alan Leslie Barton (1953 –1995), δηλαδή ο βασικός τραγουδιστής στη Γιουροβίζιον (κανονικά είναι ο Scholey, αλλά ήθελαν πιο βραχνή φωνή για το εν λόγω τραγούδι), υπέκυψε στα τραύματά του στα 41 του χρόνια. Είχε προηγηθεί σφοδρή σύγκρουση λόγω χαλαζοθύελλας του λεωφορείου που μετέφερε τους Smokie (το νέο γκρουπ στο οποίο μετείχε) στην Κολωνία. Ο Terry Dobson (1952-) κλήθηκε να μεγαλώσει μόνος του τον μοναχογιό του, όταν η σύντροφός του Tricia πέθανε από κρίση άσθματος. O Colin Gibb (1953-) ζούσε από το 2002 στην Τενερίφη, όπου εμφανιζόταν σε ξενοδοχεία, είτε παίζοντας τραγούδια των Black Lace, είτε συμμετέχοντας σε τοπικά συγκροτήματα. Είχε νυμφευτεί την Αγγλίδα φίλη του Sue Kelly. Βίωσε την οικονομική καταστροφή, έτσι αναγκάστηκε να πουλήσει το σκάφος και το πολυτελές αυτοκίνητό του και να βάλει ενέχυρο ένα πανάκριβο ρολόι. Πέθανε στις αρχές Ιουνίου του 2024, λίγες εβδομάδες (13/5) αφότου ανακοίνωσε ότι αποσύρεται. Και παλαιότερα, όταν τους εγκατέλειψε ο Scholey (δεξιά στην ομαδική φωτό) άφησε πίσω τους τεράστια χρέη που πλήρωσαν οι υπόλοιποι…
Christina Simon (AUS 79-Christina Ganahl): Γεννήθηκε το 1954 και ήταν γνωστή ερμηνεύτρια μιούζικαλ στη Βιέννη. Αργότερα, παντρεύτηκε τον συνθέτη Peter Wolf, και μετονομάστηκε και η ίδια σε Ina Wolf. Μαζί έμειναν στο Los Angeles, εμφανιζόταν όμως συχνά σε Αυστρία και Γερμανία. Εκείνος ήταν ο παραγωγός γνωστών συγκροτημάτων, όπως οι Starship και οι Commodores. Εκείνη έγραψε στίχους για ονόματα, όπως οι Starship (στη διεθνή επιτυχία Sara), οι Chicago, o Paul Young, η Natalie Cole, οι Pointer Sisters και ο Nik Kershaw. Το 1994, μετά από τον σεισμό του Northridge επέστρεψαν στην Αυστρία με τα δύο τους παιδιά και το 1995 χώρισαν. Εκείνη έγινε δασκάλα στο τζαζ τραγούδι, δίνοντας σεμινάρια στο Dornbirner και δουλεύοντας παράλληλα ως πρώτη φωνή στο Voralberg, όπου είναι αναγνωρισμένη μουσικός. Συνεχίζει να γράφει στίχους, μεταξύ άλλων για τον Thomas Anders (πρώην μέλος των Modern Talking και υποψήφιο το 2006).
Betty Missiego (SPA 79-Beatriz Teresa Missiego Campos): Ρομά στην καταγωγή, γεννήθηκε στη Λίμα του Περού το 1938. Ξεκίνησε ως χορεύτρια, αλλά ένας τραυματισμός την ανάγκασε να εγκαταλείψει. Εν συνεχεία έγινε διάσημη τηλεπαρουσιάστρια, πριν αποφασίσει να μεταναστεύσει στη Μαδρίτη το 1968, για να γίνει τραγουδίστρια. Στη Γιουροβίζιον τη συνόδευσαν τέσσερα παιδιά που αποτελούσαν ένα επιτυχημένο συγκρότημα της εποχής, τους Los Caramelos (Javier “Javi” Glaria, Alexis Carmona, Beatriz Carmona και Rosalía Rodríguez), οι οποίοι σχηματίστηανε την ίδια χρονιά, με αφορμή τον εορτασμό του έτους του παιδιού. Στα τέσσερα παιδιά προστέθηκε ένα ακόμα, o David. Την επόμενη χρονιά, έγιναν τρίο, με εντελώς νέα σύνθεση. Διαλύθηκαν το 1981. Κατέχουν δύο ρεκόρ: α) είναι η μία και μοναδική παιδική χορωδία που εμφανίστηκε στον διαγωνισμό (μια ιδέα που έκλεψαν από τη νίκη της Νικαράγουας στο φεστιβάλ ΟΤΙ 1977 με τον Guayo González και πέντε παιδιά), β) έχουν πει 157 “la”. Υπέβαλε τραγούδι και το 1980, αλλά δεν πέρασε στον τελικό. Μετείχε σε πολλά φεστιβάλ και ήταν ενεργή δισκογραφικά μέχρι το 1999. Έδωσε την αποχαιρετιστήρια συναυλία της το 2015, ωστόσο κάνει κάποιες παροδικές εμφανίσεις. Είναι παντρεμένη με τον συνθέτη Fernando Moreno Medina. Ο γιος της Joaquin Missiego, γνωστός ως Missiego είναι γνωστός τραγουδιστής. Το 2012 ο μικρότερός της γιος, Fernando, σκοτώθηκε σε ατύχημα με τη μοτοσυκλέτα του. Με κάθε επιφύλαξη ανεβάσαμε τις φωτογραφίες κάποιων προσώπων που ενδεχομένως αντιστοιχούν στα παιδιά. Αν δεν πρόκειται για συνωνυμία, τότε η Rosalía Rodríguez είναι στο σήμερα διευθύντρια εταιρείας, ο Javier Glaria αρχιτέκτονας, ο Alexis Carmona, με καταγωγή από τη Βενεζουέλα, μουσικός και η Beatriz (Betty) Carmona ειδικεύεται στον χώρο της τεχνολογίας.
Μια μικρή διορθωσουλα: ο αδερφός της Ελπίδας είναι ο τραγουδιστής Κώστας Καράλης και όχι ο συνθέτης Γιάννης Καραλής. Όπως και η αδερφή του έχει υπέροχο μέταλλο φωνής και είχε κάνει σπουδαίες επιτυχίες (“Σπασμένο καράβι” στη πρώτη εκτέλεση, “Άννα “, κλπ).
Όσο για το 1979, πολλές επιτυχίες και μεγάλα ονόματα αρκετοί συμμετέχοντες στις χώρες τους. Πόσο λατρεύω το μέταλλο της φωνής της Katri Helena, και άδικη η 15η θέση αυτού του ωραίου τραγουδιού (το 1993 ήταν πολύ μέτριο). Πάντως ειναι πολύ παρήγορο που κάποιοι καλλιτέχνες που λοιδορηθηκαν οπως ο Tommy Seebach η ο Ted από τη Σουηδία (τι θλιβερή αλήθεια ή ιστορία της σχιζοφρένειας του), έχουν αποκατασταθεί στη μνήμη των fan τους ως καλλιτέχνες. Ο Seebach έχει πια cult status στη Δανία.
Φαντάζομαι η αναφτρα του 79 Δημήτρη είναι η Jean Manson ε? Εκεί είχε πάει το μυαλό μου όταν με προετοιμασες στο αφιέρωμα του 1977. Την μεγάλη της επιτυχία Avant de nous dire adieu την ειχε διασκευάσει κ ο Γιάννης Πάριος στα ελληνικά (“Μη φεύγεις μη” λεγόταν το κομμάτι), σε – δυστυχώς- πιο λαικο ύφος
Ο “δαίμων” του τυπογραφείου χτύπησε τον εξαιρετικό Κώστα Καράλη!
Συμφωνώ με όλες τις παρατηρήσεις σου. ΦΟβερά αδικημένη η Katri Helena. Ευτυχώς οι φαν έχουν αναδείξει τους άλλους δύο αδικοχαμένους καλλιτέχνες.
Και η ανάφτρα, ναι, φυσικά είναι η Jeane Manson, η οποία δεν άφησε αρσενικό για αρσενικό στη Γαλλία!
Τραγική πραγματικά η περίπτωση του Tommy Seebach.
Λατρεύω Katri Helena!
Όσο για την Ελπίδα, έχω την εντύπωση ότι το Σωκράτη Εσύ Σούπερ Σταρ πρέπει να είναι από τις ελληνικές συμμετοχές οι οποίες άφησαν το στίγμα τους όσο λίγες στη Γιουροβίζιον.
Είναι επό τις ελάχιστες συμμετοχές που αναφέρονται στα βιβλία που ασχολούνται με την ιστορία της Γιουροβίζιον (μαζί με του 1977). Γενικά, οι ξένοι θεωρούν ότι η Ελλάδα άρχισε να έχει σημαντική παρουσία από τους Antique και μετά, παρότι μπήκαμε στη δεκάδα κάποιες φορές. Οι φαν, από την πλευρά τους, ξεχωρίζουν το “Δικό σου αστέρι”. Το είχαν ψηφίσει κάποτε καλύτερη ελληνική συμμετοχή πριν από το 2000.
Κάτι ιδιαίτερα ενδιαφέρον που βρήκα είναι ότι το 2018 κυκλοφόρησε μια σουηδική ταινία με τη βιογραφία του Ted Gardestad με τίτλο “Ted’s Love”. Θα ψάξω σε πρώτη ευκαιρία να τη βρω, εάν υπάρχει κάπου για κατέβασμα (έστω κ με αγγλικούς υπότιτλους) η ακομα καλύτερα εάν υπάρχει σε κάποια live streaming platform.
Σίγουρα θα έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον αυτή η ταινία.
Μια μικρή διόρθωση: ο τίτλος της ταινίας είναι “Ted: For Love’ sake”, οπως βρήκα σε αυτό το link
https://en.m.wikipedia.org/wiki/Ted:_F%C3%B6r_k%C3%A4rlekens_skull