Γιούροσταρ κατατρεγμένοι από τη μοίρα. 22. 1977

Estimated read time 6 min read

Οι καλλιτέχνες της χρονιάς

The Swarbriggs Plus Two (IRL 77). Για τους αδελφούς Swarbrigg, βλ. 1975. Οι δύο κοπέλες που τους συνόδευσαν είναι η Alma Carroll και η Nicola Kerr. Η πρώτη είχε ήδη διαγωνιστεί σε εθνικούς τελικούς, το 1968 (4η) και το 1973 (2η). Ξεκίνησε από καμπαρέ ήδη στα 15 της πριν την εντοπίσει ο Bing Crosby και την πάρει στις συναυλίες του. Μετά από αρκετά καλή καριέρα στο τραγούδι (1954-1982) αποσύρθηκε, όταν παντρεύτηκε τον μεγιστάνα του λιανικού εμπορίου Arthur Ryan (έχει την αλυσίδα Penney’s and Primark). Παράλληλα, χρημάτισε διευθύντρια της UNICEF στην Ιρλανδία, ενώ ίδρυσε δική της εταιρεία PR. Η δεύτερη ξεκίνησε με το συγκρότημα Chips, ενώ μετά τη Γιουροβίζιον έγινε μέλος πρώτα της τζαζ μπάντας Stacc (2οι στην επιλογή του 1978) και έπειτα των New Seekers (UK 72). Ασχολήθηκε και με την τηλεπαρουσίαση. Το 1981 επέστρεψε σε εθνικό τελικό (5η), όπως και το 1989 (3η). Ζει πλέον στο Λονδίνο, όπου διακρίνεται στο μουσικό θέατρο. Έχει δε κάνει φωνητικά σε δίσκους αρκετών καλλιτεχνών, όπως ο Johnny Logan (IRL 80, 87).

Για τη Michèle Torr (LUX 66, MON 77), βλ. 1966. Να προσθέσουμε ότι, όταν χώρισε από τον σύζυγό της Jean Vidal (ο οποίος αναγνώρισε ως δικό του το εξώγαμο που έκανε με τον τραγουδιστή Christophe), ανακάλυψε ότι είχε χρέη πέντε εκατομμυρίων. Έκανε ακόμα έναν γάμο με τον Jean-Pierre Murzilli, ο οποίος κράτησε μόλις δύο χρόνια. Αν και διαζευγμένοι, μένουν ακόμα μαζί. Ο γιος της, Romain Vidal, καθηλωμένος σε αναπηρικό αμαξίδιο, παλεύει με τη σκλήρυνση κατά πλάκας.

Heddy Lester (NL 77-Heddy Affolter): γεννήθηκε το 1950 στο Άμστερνταμ. Ξεκίνησε ως μέλος του ντουέτου April Shower, μαζί με τον Gert Balke. Στο ρεστοράν/night club του πατέρα της γνώρισε τον τραγουδιστή Ramses Shaffy, ο οποίος την πήρε στις περιοδείες του. Το 1974 ξεκίνησε σόλο καριέρα, την οποία εγκατέλειψε το 1987, για να γίνει ηθοποιός, τόσο σε μιούζικαλ, όσο σε έργα πρόζας. Συνεργάστηκε πολλές φορές με τον αδελφό της Frank Affolter, ο οποίος μάλιστα έγραψε τη συμμετοχή της στον διαγωνισμό. Οι γονείς της, εβραϊκής καταγωγής, γνωρίστηκαν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Vught. Η μητέρα της, κορυφαία Ολλανδή τραγουδίστρια, Louise van de Montel, όπως ήταν το καλλιτεχνικό της όνομα, ήταν γνωστή ως «το αηδόνι του Vught» (De Vughste Nachtegaal). Πέθανε τον Ιανουάριο του 2023 από καρκίνο της ουροδόχου κύστεως.

Schmetterlinge (AUS 77): Οι «πεταλούδες», όπως είναι το όνομά τους ιδρύθηκαν το 1969 και διαλύθηκαν επίσημα το 2013 (αν και ουσιαστικά αυτό έχει γίνει από το 1989, εκτός από κάποιες επανενώσεις). Έγιναν πολύ γνωστοί στις γερμανόφωνες χώρες, όταν έγραψαν τραγούδια ενάντια στα πυρηνικά όπλα. Πήγαν στη Γιουροβίζιον ως αντίδραση στη βιομηχανία της κουλτούρας και των άπληστων δισκογραφικών εταιριών. Οι –σε πολλά σημεία ακατάληπτοι– στίχοι του τραγουδιού είναι δηκτικοί. Ουσιαστικά αντικατοπτρίζουν την άποψη που είχε το ίδιο το κανάλι, μερίδα του Τύπου, αλλά και της κοινής γνώμης στην Αυστρία για τον διαγωνισμό και την ελαφρότητα ορισμένων τραγουδιών του, με τις αντιδράσεις της χώρας να εκφράζονται με πολλαπλές αποχές. Έκαναν μεγάλη εμπορική επιτυχία με τραγούδια καμπαρέ, πολιτικού περιεχομένου, αντιμιλιταριστικά και προλεταριακά. Είναι ειρωνεία το γεγονός ότι ψηφίστηκαν από το Μονακό, τον παράδεισο των πλουσίων. Για την Beatrix Neundlinger και τον Günther Grosslecher, βλ. 1972 στους Milestones. Οι υπόλοιποι είναι ο Lukas Resetarits (πολύ γνωστός και αμφιλεγόμενος καλλιτέχνης κυρίως τη δεκαετία του ’80 σε Αυστρία και Γερμανία-γεννημένος το 1947), ο αδελφός του Wilhelm «Willy» Resetarits (ο πιο γνωστός από όλους, μέγας ακτιβιστής και υπέρμαχος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ο οποίος έκανε σόλο καριέρα, ως εκπρόσωπος της Austropop, με το ψευδώνυμο Ostbahn-Kurti-1949. Έμελλε να σκοτωθεί τρεις μήνες αφότου κάναμε αυτό το αφιέρωμα, πέφτοντας από τη σκάλα του σπιτιού του στη Βιέννη), παιδιά εργατικής οικογένειας, με τον δεύτερο να μιλά για πρώτη φορά σχεδόν στα τέσσερα του χρόνια, ο φυσικός και φιλόσοφος Georg ή Schurli Herrnstadt (1948) κι ο Herbert-Zöchling-Tampier (1948). Μετά από τη διάλυσή τους, δουλεύουν μαζί (εκτός από τα δύο αδέλφια) σε δουλειές για παιδιά. Διευθυντής ορχήστρας ο Christian Kolonovits, μέλος, επίσης των Milestones (AUS 72). Πολύ εντυπωσιακή η σκηνική τους παρουσία με τις δίχρωμες στολές (άσπρες στη μια πλευρά και μαύρες στην άλλη) και τις μάσκες που συμβολίζει την ποπ ανέμελη εμφάνιση από τη μία και τη «μαυρίλα» των δισκογραφικών εταιρειών από την άλλη. Η Beatrix και ο Willy είχαν αποκτήσει έναν γιο και μία κόρη εκτός γάμου.

Anita Skorgan (NOR 77, 79, 82, φωνητικά 81, 83, συνθέτης 79, 83, 88): τα επτά πρώτα χρόνια της ζωής της τα έζησε στο Γκαίτεμποργκ της Σουηδίας. Ξεκίνησε στα 14 της ως πιανίστα και έχει βγάλει πάρα πολλά άλμπουμ ως συνθέτης και ερμηνεύτρια. Σπούδασε μουσική και μπαλέτο, ενώ μετείχε αρχικά σε χορωδία κοριτσιών. Όπως έχει δηλώσει είχε κλειδωθεί σε μια τουαλέτα και αρνιόταν να δει τη βαθμολογία. Επί μιάμιση ώρα ο αρχηγός της Νορβηγικής αποστολής προσπαθούσε να την πείσει, εκείνη όμως επέμενε, υποστηρίζοντας ότι κανείς δεν θα καταλάβαινε την απουσία της Νορβηγίας. Το 1979 δεν είχε πάει μόνο ως τραγουδίστρια, αλλά και ως φωτογράφος μεγάλου νορβηγικού περιοδικού, εξασφαλίζοντας συνεντεύξεις από τους άλλους καλλιτέχνες. Μετείχε δε επτά φορές σε εθνικούς τελικούς μεταξύ 1976 και 1985. Έχει μία κόρη από τον Jahn Teigen, την τραγουδίστρια Sara Skorgan Teigen, ενώ για πολλά χρόνια ήταν σύντροφος του τραγουδοποιού Freddy Dahl. Οι postcards του 1977 είχαν γυριστεί στο μαγαζί “The Cockney”. Όμως, η Anita Skorgan εμφανιζόταν να χορεύει πάνω σε ένα τραπέζι. Επειδή απαγορευόταν το αλκοόλ σε τέτοιες ηλικίες, ακυρώθηκαν όλα τα φιλμ. Το συγκεκριμένο κλαμπ φαίνεται, πάντως, στο διάλειμμα. Μεταξύ των τραγουδιών έδειχναν λοιπόν –με αμήχανο τρόπο– πλάνα από το κοινό, υπό τους άνευρους ήχους ενός πιάνου…

Silver Convention (GER 77): Το αρχικό τους όνομα ήταν Silver Bird και ήταν ενεργές από το 1974 μέχρι το 1979. Στη Γιουροβίζιον είδαμε τις Ronda Heath, Penny McLean και Ramona Wulf. Είχαν ήδη στο ενεργητικό τους τις κορυφαίες, διεθνείς επιτυχίες Save me, Get up and boogie και Fly, Robin, Fly, στις οποίες όμως, αντί για τη Ronda τραγουδούσε η Linda G. Thompson. Η τελευταία έγινε αργότερα μέλος των Les Humphries Singers (GER 76) ως το 1977, οπότε ξεκίνησε σόλο καριέρα. Η Αυστριακή Penny McLean (Gertrude Wirschinger), γεννημένη το 1948, έκανε παράλληλα με την καριέρα της στο συγκρότημα και σόλο προσπάθειες, με μεγαλύτερές της επιτυχίες το Lady Bump και το 1-2-3-4 Fire. To 1979 κατάφερε να έρθει 2η στην επιλογή του Λουξεμβούργου, με το Tutenchamun (= Τουταγχαμών). Περιστασιακά υπήρξε και ηθοποιός. Οπαδός του εσωτερισμού και της αριθμολογίας, έχει γράψει σχετικά βιβλία. Ως εκ τούτου εμφανίζεται συχνά στην τηλεόραση και μιλά γι’ αυτά. Την αντικατέστησε η Zenda Jacks. Όσο για τη Ramona Wulf (γεννημένη το 1954-Ramona Kraft), κόρη Αφρο-Αμερικανού πατέρα και Γερμανίδας μητέρας που μεγάλωσε σε ανάδοχη οικογένεια, δεν κατάφερε να φτάσει ποτέ με τη σταδιοδρομία της στα ύψη που είχε κατακτήσει με το συγκρότημα, κάνοντας μόνο ένα μικρό χιτ το 1971. Λόγω έκρηξης χειροβομβίδας με την οποία έπαιζε ένα αγόρι στο Hanau το 1964, απέκτησε δύο θραύσματα στα γόνατα που δεν μπορούσαν να αφαιρεθούν. Σήμερα ζει με τον σύζυγο και τα τρία της παιδιά στο Βερολίνο, ασχολείται με την τοπική καθολική ενορία και έχει εκπαιδευτεί στη φυσιοπαθητική (μέθοδος εναλλακτικής ιατρικής). Η Αμερικανή Ronda Heath (γεννημένη το 1956) σπούδασε μουσική και ηθοποιία. Ξεκίνησε από κλαμπ της Νέας Υόρκης. Σταμάτησε να δισκογραφεί το 1983, παντρεύτηκε και ζει στο Μόναχο. Έκανε φωνητικά στον Gary Lux (AUS 85) και τις Mekado (GER 94), φορώντας ένα κίτρινο φιόγκο στα μαλλιά και παίζοντας κήμπορντς. Είναι αυτή που λέει το 1985 τη φράση «Τα παιδιά» στο ένα από τα μόλις τέσσερα τραγούδια σε όλη την ιστορία της Γιουροβίζιον που περιλαμβάνουν Ελληνικά (εκτός Ελλάδας και Κύπρου, φυσικά). Βρέθηκαν στο «μάτι του κυκλώνα», όπως και το Βέλγιο, όταν επέστρεψε ο περιορισμός στις εθνικές γλώσσες, διότι τους επετράπη –κατ’ εξαίρεσιν– να τραγουδήσουν στα Αγγλικά, επειδή ήσαν οι μόνες που δεν είχαν προνοήσει να ηχογραφήσουν μια βερσιόν στη γλώσσα της χώρας τους. Το τραγούδι εξέδωσαν τουλάχιστον 12 δισκογραφικές εταιρείες ανά τον κόσμο, μέχρι τη Βολιβία και τη Νέα Ζηλανδία.

Anne-Marie B. (LUX 77-Anne-Marie Besse): Τη δεκαετία του ’70 έβγαλε αρκετά singles, αλλά δεν έγινε ποτέ διάσημη. Παράτησε αμέσως μετά το φιάσκο στον διαγωνισμό το τραγούδι για χάρη της κωμωδίας. Σήμερα μένει σε μια φάρμα στην κεντρική Γαλλία. Ακόμα ηχογραφεί θεατρικά για το ραδιόφωνο και παίζει σε τηλεοπτικές σειρές. Ήταν παντρεμένη με τον ηθοποιό Sylvain Joubert, ο οποίος απεβίωσε το 2000. Η συμμετοχή της είναι εμπνευσμένη από το παραδοσιακό παιδικό τραγούδι Frère Jacques και περιέχει πολλά σεξουαλικά υπονοούμενα και λογοπαίγνια που παραπέμπουν σε ομαδικό σεξ. Η μουσική, αλλά και οι αμφίσημοι στίχοι γράφτηκαν από τον επιφανή τραγουδοποιό Pierre Cour, καθώς και από τον πασίγνωστο –εβραϊκής καταγωγής– τραγουδιστή Guy Béart.

            Os Amigos (POR 77) : Είναι οι Ana Bola (φωνητικά POR 81-Ana Bela dos Santos Simões), Luísa Basto (Úrsula Lobato), Paulo de Carvalho (POR 74), Fernanda Piçarra, Edmundo Silva και Fernando Tordo (POR 73). Οι άνδρες του γκρουπ ήταν ουσιαστικά τα μέλη των θρυλικών Os Sheiks, μαζί με τον Carlos Mendes (POR 68, 72) και δύο ακόμα μουσικούς, αλλάζοντας συχνά line-up. Στον εθνικό τελικό το είπαν και οι Gemini (POR 78), οι οποίοι επίσης το ηχογράφησαν. Η δισκογραφία τους περιλαμβάνει μόνο το εν λόγω τραγούδι (στο B-side του single είναι το Cantiga de Namorar), καθώς και μια συμμετοχή σε ένα single της Júlia Babo. Την ίδια χρονιά διαλύθηκαν και συνέχισαν τις σόλο καριέρες τους. Για τον Fernando Tordo, βλ. 1973 και για τον Paulo de Carvalho, βλ. 1974. Ο Edmundo Silva απεβίωσε στα τέλη Νοεμβρίου 2021 μετά από παρατεταμένη ασθένεια. Σπούδασε μηχανολόγος, ενώ έμαθε κιθάρα στα 22 του, όταν έγινε  μέλος των Nova Onda. Υπήρξε μέλος και των Masquarilhas. Ακολούθησαν συνεργασίες με πολλούς καλλιτέχνες, όπως ο Luis Waddington, δηλαδή ο πατέρας του Jay Kay, τραγουδιστή των… Jamiroquai. Η Ana Bola ήταν δακτυλογράφος και ηθοποιός, επάγγελμα το οποίο ουσιαστικά άσκησε, όπως και εκείνο της σεναριογράφου, καθότι υπήρξε τραγουδίστρια μόνο περιστασιακά. Η Luísa Basto είναι ενεργό μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος και φεμινιστικών οργανώσεων. Γεννήθηκε σε πάμφτωχη οικογένεια, η οποία εκδιώχτηκε από τη δικτατορία. Ως εκ τούτου, ζούσαν παράνομα και τύπωναν αντιφασιστικά φυλλάδια, μέχρι που οι γονείς της συνελήφθησαν και εκείνη φυγαδεύτηκε 13 ετών στην Ε.Σ.Σ.Δ.. Εκεί υιοθέτησε το ψευδώνυμό της, για να μην αποκαλυφθεί η ταυτότητά της και ηχογράφησε τον εμβληματικό κομμουνιστικό ύμνο Avante Camaradas. Μετά από ένα πέρασμα από το Παρίσι, επέστρεψε στην Πορτογαλία με την πτώση της χούντας και ηχογράφησε επαναστατικά τραγούδια, όπως το É Para Ti Mulher Esta Canção ύμνο του Δημοκρατικού Κινήματος των Γυναικών. Ήταν υποψήφια και το 1982 (έμεινε στα ημιτελικά). Μελοποίησε πολλούς ποιητές. Είναι πλέον καθηγήτρια μουσικής σε σχολεία. Για την Fernanda Piçarra δεν εντοπίσαμε άλλες πληροφορίες. Πιθανότατα δεν ασχολήθηκε περαιτέρω με το τραγούδι. Αν δεν πρόκειται για κάποια συνωνυμία, ασχολείται με τον αθλητισμό (futsal).

Lynsey De Paul (Lynsey Monckton Rubin) & Mike Moran (UK 77) Εκείνη γεννήθηκε το 1948 και ήταν αρκετά γνωστή τη δεκαετία του ΄70, με μεγαλύτερή της επιτυχία το No Honestly. Είναι επίσης η συνθέτης της γνωστής επιτυχίας Sugar me. Έκανε πολύ μεγάλη καριέρα ως τραγουδίστρια κι ακόμα σημαντικότερη ως συνθέτης. Εβραϊκής καταγωγής, υπήρξε θύμα κακοποίησης από τον πατέρα της, όπως και ο αδελφός της. Μία φορά τη χτύπησε τόσο πολύ, ώστε πήγε με διάσειση στο νοσοκομείο. Αμέσως μετά εγκατέλειψε το σπίτι της. Έχει εκδώσει ένα βιβλίο αλλά και βίντεο πάνω στην αυτοάμυνα, το “Flying down the stairs”. Μάλιστα μόνη της απέκρουσε δύο διαρρήκτες, οι οποίοι προσπαθούσαν να εισβάλουν στο σπίτι της. Δεν παντρεύτηκε ποτέ, ωστόσο είχε σχέσεις με ονόματα, όπως: Dudley Moore, Sean Connery, Ringo Starr, George Best, David Frost και πολλοί άλλοι. Της έκαναν πέντε προτάσεις γάμου, μία εκ των οποίων από τον… Πρίγκιπα Κάρολο. Σταμάτησε την καριέρα της μεταξύ 1990 και 2001, για να γηροκομήσει την άρρωστη μητέρα της. Το 2014 πέθανε η ίδια από εγκεφαλική αιμορραγία. Εκείνος γεννήθηκε το 1948. Διακρίθηκε κυρίως ως μουσικός, συνθέτης και ενορχηστρωτής. Ήταν ο πιανίστας των Queen, στις περίφημες εμφανίσεις που έδωσαν με τραγουδιστή τον George Michael. Επανέκαμψε ως συνθέτης στην επιλογή του 1990 με το That old feeling again, ερμηνευμένο από τον Stephen Lee Garden (5ο). Για χρόνια έγραφε μουσική για δημοφιλή παιδική εκπομπή. Είναι παντρεμένος και έχει δύο παιδιά.

Οι Εκπρόσωποι της Ελλάδας-Ελπίδες για νίκη

Πασχάλης, Μαριάννα, Ρομπερτ, Μπέσσυ (GRE 77-Πασχάλης Αρβανιτίδης, Μαριάννα Δημωνάκου-Τόλη, Robert Williams, Βασιλεία Αργυράκη): Η Μαριάννα Τόλη γεννήθηκε το 1952 στον Πειραιά και πέθανε από την επάρατη νόσο. Πέρασε τα παιδικά της χρόνια στο Λονδίνο με πατέρα Ναυτικό Ακόλουθο στην Ελληνική Πρεσβεία. Φοίτησε στο Κεντάκι θέατρο, πιάνο, ρυθμική και μπαλέτο. 16 ετών, έμαθε μόνη της κιθάρα. Φοίτησε και στη Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, αλλά και κλασικό τραγούδι. 1ο της signle το Ζητάς, ενώ πρώτο άλμπουμ το «Πάμε για δουλειά». Επί δικτατορίας αλλά και μετά έκανε πολλές μουσικές εκπομπές και σώου κατά τις γιορτές. Εποχή άφησαν οι διαφημίσεις της για την εταιρεία «Αιγαίον», αλλά και η εκπομπή της «Μουσικές Μεταμφιέσεις» στην Υ.ΕΝ.Ε.Δ. Ειδικεύτηκε στα μιούζικαλ, ενώ αργότερα επανήλθε με παραστάσεις παιδικού θεάτρου. Έγραψε και μετέφρασε πολλά έργα για παιδιά. Το 2018 έμελλε να γίνει η πρώτη εκπρόσωπος της Ελλάδας στη Γιουροβίζιον που έφυγε από τη ζωή.

Η Μπέσσυ Αργυράκη ήταν τότε 19 ετών. Ήδη στα 14 της βραβεύθηκε σε διαγωνισμό τραγουδιού. Μετά από εξετάσεις στη Ραδιοφωνία και ένα Βραβείο στη Θεσσαλονίκη, με το Σαν ένα όνειρο (ντουέτο με τον τότε φίλο της, Ρόμπερτ), έβγαλε το άλμπουμ «Ηλεκτρονική Εποχή» το 1976. Παίζει κιθάρα και ζωγραφίζει. Έκανε πολλές επιτυχίες, ακόμα και στη μακρινή Ιαπωνία. Το 1979 ήταν 5η με το Αθήνα (μάνα μου), ενώ επιχείρησε πολλές ακόμα φορές για Ελλάδα και Κύπρο. Είναι η πιο βραβευμένη ελληνίδα καλλιτέχνιδα σε διεθνή φεστιβάλ. Μάλιστα είχε στείλει κάποτε για το Λουξεμβούργο (και για την Ελλάδα το 2002, αλλά αποκλείστηκε), το Pourquoi, σε σύνθεση Σπύρου Βλασσόπουλου (από το ντουέτο των ‘70’ς Λήδα-Σπύρος). Το 2002 εγκατέλειψε τις εμφανίσεις της, για να γίνει ασφαλίστρια, επάγγελμα που εξασκούσαν τόσο ο πατέρας της, όσο και η αδελφή της, επανήλθε όμως δριμύτατη στα πράγματα.

Ο Πασχάλης ήταν τότε 25 ετών. Από τα 15 του με τους Οlympians, με τον Τρόπο πούλησε 150.000 δίσκους και προκάλεσε το πανδαιμόνιο στη νεολαία. Το 1969 διαλύεται το συγκρότημα, έχοντας 40 δισκάκια ως τότε. Από το 1972 αρχίζει θεαματική σόλο καριέρα, η οποία κρατά μέχρι σήμερα. Το 1975 ηχογράφησε τέσσερεις δίσκους στη Γερμανία με παραγωγό τον Λέανδρο, πατέρα της Βίκυ Λέανδρος (LUX 67, 72). Χόμπυ του η ζωγραφική και τα ηλεκτρονικά. Έκανε τεράστια σόλο καριέρα (εκτός από ένα διάστημα, όπου συνεργάστηκε με τους Μπλα-Μπλα). Αποκορύφωμα υπήρξε η εμφάνισή του το 2000 στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης με τη Συμφωνική Ορχήστρα του Δήμου Αθηναίων, με guest star τη Τζίνα Φωτεινοπουλου (επιλογή 2000) και στα φωνητικά την κόρη του, Ζίνα. Έχει ακόμα έναν γιό από τη σύζυγό του Αλίκη, καθώς και έναν ακόμα από την εξωσυζυγική του σχέση με την Ουρανία Τουτουντζή, η οποία απασχόλησε για μήνες τα Μ.Μ.Ε.

Ο Ρόμπερτ Ουίλιαμς ήταν ως το 1973 μέλος των Poll. 26 ετών το 1977, είχε ήδη πάρει το 1ο δημοσιογραφικό βραβείο στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για το τραγούδι Ελπίδα. Ήθελε να κάνει διεθνή καριέρα. Επανέκαμψε το 1998 με το τρίο έκπληξη του Προμηθέα. Νωρίτερα είχε συνθέσει τον ύμνο της Νεας Δημοκρατίας και τη μουσική της «Λάμψης», όπως και πολλά διαφημιστικά. Από το 1999 έκανε ένα πετυχημένο τρίο με τον Γιώργο Πολυχρονιάδη (GRE NF 80, 91) και τον Λάκη Τζορντανέλλι. Έχει τρία παιδιά μεταξύ των οποίων η τραγουδίστρια και παρουσιάστρια Ιλένια Ουίλιαμς. Το 1978 είχε νικήσει -ως συνθέτης – με το Να ξέρεις σ’ αγαπώ. Ο Δώρος Γεωργιάδης (2ος συνθέτης με το Μίστερ Νόμπελ, που είναι γνωστό και ως Κύριος Νόμπελ), μαζί με τη στιχουργό του, Σώτια Τσώτου, έκαναν ένσταση ότι ο Ρόμπερτ είναι και αλλοδαπός (έχει Άγγλο πατέρα) και εκπρόθεσμος, αφού η συμμετοχή του κατέφθασε στην ΕΡΤ τρεις ημέρες μετά τη λήξη της προθεσμίας. Από την πλευρά του έκανε ένσταση ο  Ουίλλιαμς ότι και ο Γεωργιάδης είναι αλλοδαπός, ως Κύπριος. Τραγουδίστρια και στα δύο πρωτεύσαντα τραγούδια ήταν η Άννα Βίσση. Δεν είναι ξεκάθαρο αν το Να ξέρεις σ’ αγαπώ, το οποίο ηχογράφησε μόνο ο Ρόμπερτ Ουίλλιαμς, το ερμήνευσε μόνη της ή σε ντουέτο μαζί του. Μετά από τις αμοιβαίες ενστάσεις, ή θα έκαναν νέα κρίση των συνθέσεων ή θα ακύρωναν το διαγωνισμό (όπερ και εγένετο). Πέθανε από καρκίνο τον Αύγουστο του 2022.

Το περίφημο βίντεο-κλιπ είχε γίνει από την εταιρεία Αρώνης-Ευθυμιάδης και είχε γυριστεί στην Αυστρία. Οι στίχοι θεωρήθηκαν ιδιαίτερα ευρηματικοί, αν και δεν αποκλείεται πηγή έμπνευσης να αποτέλεσε μια ιταλική διαφήμιση της εποχής (της εταιρίας SIA). Ο Γιώργος Χατζηνάσιος συνέλαβε την ιδέα σε 1 λεπτό, το συνέθεσε σε δύο ώρες και το έστειλε την τελευταία μέρα της προθεσμίας. Φημολογείται ότι εκπρόσωποι της EBU είχαν επισκεφθεί την Ελλάδα, για να ελέγξουν αν και κατά πόσον ήμασταν ικανοί να διοργανώσουμε το διαγωνισμό, σε περίπτωση νίκης, αλλά η κυβέρνηση είπε πως δεν ενδιαφερόταν. Ο Φρέντυ Γερμανός σε εκπομπή του είχε φέρει μέντιουμ, για να προβλέψει το αποτέλεσμα. Προέβλεψε την 4η θέση, κάτι που θα είχε συμβεί, αν η ελληνική επιτροπή δεν είχε ψηφίσει το outsider Μονακό, αντί για το Ηνωμένο Βασίλειο, επειδή ήταν ο κύριος αντίπαλος.

Οι υπόλοιποι καλλιτέχνες

Για την Ilanit (ISR 73, 77), βλ. 1973.

Pepe Lienhard Band (SWI 77): Το εξαμελές αυτό ανδρικό συγκρότημα που ύμνησε τις Ελβετίδες (πρβ. το τραγούδι της Ισπανίας το 1988, για τις Ισπανίδες) είχε το πρώτο του χιτ το 1971 το Sheila Baby. Το 1973 προσέθεσαν στο γκρουπ το αλπικό κόρνο. Έχουν κάνει τουρνέ με ονόματα όπως ο Frank Sinatra, ο Paul Anka, ο Sammy Davies Jr. και ο Udo Jürgens (AUS 64, 65, 66) σε όλη την Ευρώπη. Είναι ακόμα δραστήριοι, αλλά με κάποιες αλλαγές στη σύνθεσή τους. Στην Ελβετία έγινε πλατινένιο και για δεκαετίες ήταν η ελβετική συμμετοχή που έχει πουλήσει τα περισσότερα αντίτυπα. Η σύνθεση της Γιουροβίζιον αποτελείται από τους: Pepe Lienhard (Peter Rudolf Lienhard), Pino Gasparini (SWI 85), Mostafa Kafai Azimi, George Walther, Christian von Hoffmann και Bill von Arx. O Pepe Lienhard, ιδρυτής του γκρουπ, γεννήθηκε το 1946 και έκανε σπουδές στη τζαζ μουσική.  Από το 1995 έως το 2011 ήταν μαέστρος της μεγάλης στρατιωτικής μπάντας της Ελβετίας. Ο Pino Gasparini γεννήθηκε στην Ιταλία το 1946, αλλά μένει μόνιμα στην Ελβετία. Έχει τέσσερις αδελφούς. Έγινε πολύ δημοφιλής ως μέλος του συγκροτήματος The Sevens, ειδικευμένου στα swings τη δεκαετία του ’60 (πριν από αυτούς ήταν στους κάπως γνωστούς The Cannonballs). Μετά τη διάλυσή τους, το 1968, πέρασε από πολλά συγκροτήματα, γυρίζοντας όλη τη χώρα. Το 1969 έγινε μέλος του Pepe Lienhard Band σαν τραγουδιστής και μπασίστας. Σήμερα περιοδεύει σε όλη τη χώρα με τη συνεργάτιδα και σύζυγό του, ενώ ήταν για χρόνια μόνιμο μέλος στην ορχήστρα του Udo Jürgens, ως χορωδός. Ο Mostafa Kafai Azimi γεννήθηκε το 1949 στην Τεχεράνη. Παίζει πολλά όργανα, αλλά θεωρείται βιρτουόζος του αλπικού κόρνου. Για λόγους υγείας έπαψε να εργάζεται ως μουσικός· δουλεύει σε ένα κατάστημα μουσικών ειδών στο Schlieren. O George Walther έχει χρηματίσει κημπορντίστας και συνθέτης σε πολλά τραγούδια του Udo Jürgens. Ο Christian von Hoffmann (1945-) έκανε καριέρα ως ντράμερ και με τους Vita Nova. Ο Bill von Arx (1946-) υπήρξε κιθαρίστας και ενορχηστρωτής μεγάλων ονομάτων της γερμανόφωνης μουσικής σκηνής και όχι μόνο (Donna Summer, Sammy Davies Jr.).

Forbes (SWE 77): Ο Αγγλοσουηδός τραγουδιστής τους, Peter Forbes (τρομπέτα, κρουστά), είναι σήμερα εστιάτορας και μουσικός σύμβουλος. Οι υπόλοιποι στη σκηνή (οι οποίοι ακόμα ασχολούνται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο με τη μουσική) ήσαν οι εξής: Peter Björk (μπάσο), Claes Bure (αρμόνιο), Roger Capello (ντραμς), Anders Hector (τρομπόνι) και Chino Mariano (κιθάρα). Από το 1980 μέχρι το 2015, οπότε διαλύθηκαν επίσημα, πήραν το όνομα Varning. Συνολικά 14 μουσικοί πέρασαν από τους κόλπους τους. Ο Chino Mariano (Franco Enzo Carl Mariano, 1955-) ξεκίνησε ως επαγγελματίας χορευτής, αλλά ήδη από τα 16 του στράφηκε στη μουσική. Πέρασε από συγκροτήματα, όπως οι Björn Skifs & Vision και οι Zkiffs. Για τον Anders Hector δεν εντοπίσαμε δισκογραφία (ούτε και… φωτογραφίες) πέρα από τους Forbes και τους Varning μετά από το 1980. Ο Roger Capello έγινε ηθοποιός. O Claes Bure (Klas Erik Emanuel Lind, 1950-) είναι γνωστός μουσικός και κυρίως συνθέτης για άλλους καλλιτέχνες. Συζούσε με την κατά επτά χρόνια μεγαλύτερή του Eleonor Zeidlitz, με την οποία απέκτησαν δύο παιδιά, ενώ τώρα συζεί με την Christina Carlsten. Ο Peter Björk δισκογραφεί μέχρι το 1983 και μετά εξαφανίζεται.

Micky (SPA 77-Miguel Ángel Carreño Schmelter): ξεκίνησε το 1962 με τους πολύ επιτυχημένους Micky y Los Tonys. Υπήρξε, επίσης θεατρικός και τηλεοπτικός ηθοποιός, αλλά και ραδιοφωνικός παραγωγός. Το 1970 ξεκίνησε σόλο καριέρα. Το 1976 είχε ένα πανευρωπαϊκό χιτ, το Bye bye fräulein. Κάνει περιοδείες με παλιές δόξες του ισπανικού τραγουδιού. Είναι γνωστός με το παρατσούκλι El Hombre de Goma (Ο άνθρωπος από λάστιχο), λόγω των περίεργων χορευτικών του κινήσεων. Έχει γράψει αρκετά τραγούδια για τους Desperados, τους οποίους μανατζάρει η γυναίκα του. Τελευταία του δισκογραφική δουλειά το 2010. Έκανε καριέρα σε Γερμανία, Ολλανδία και Λουξεμβούργο. Ο συνθέτης του, Fernando Albex, μπλέχτηκε σε υπόθεση ναρκωτικών.

Mia Martini (Domenica Rita Adriana Bertè-ITA 77, 92):κόρη εκπαιδευτικών, γεννήθηκε το 1947 και ήδη στα 11 της χρόνια κατείχε ένα ρεπερτόριο 60 τραγουδιών και έκανε εμφανίσεις σε ιδιωτικά πάρτυ και εκδηλώσεις. Μεγαλύτερη αδελφή της επίσης γνωστής τραγουδίστριας Loredana Berté, μάλιστα γεννήθηκαν την ιδια μέρα, αλλά και δύο ακόμα γυναικών. Άρχισε να τραγουδά επαγγελματικά το 1964 ως Mimi Berté. Το 1970 αλλάζει το όνομά της και βγάζει το πρώτο της άλμπουμ. Για δύο χρόνια έκανε τουρνέ με τον Charles Aznavour, ενώ μετά γνώρισε τον σύντροφό της, τραγουδοποιό Ivano Fossati. Η βραχνή της φωνή οφείλεται σε δύο εγχειρήσεις πολύποδα από τις φωνητικές της χορδές το 1980. Πήγε σε πολλά φεστιβάλ, κέρδισε πλήθος βραβείων, έκανε δε εγχώριες και διεθνείς επιτυχίες. Για 11 χρόνια (1978-1988) τη μποϋκόταρε η Ιταλική show-business, διότι αρνήθηκε να υπογράψει δια βίου συμβόλαια (άλλες πηγές ισχυρίζονται ότι οι άνθρωποι του χώρου τη θεωρούσαν… «γρουσούζα» και έκαναν ολόκληρη εκστρατεία εναντίον της). Το διάστημα αυτό εξέτρεφε κότες και κουνέλια σε ένα χωριό, το Calvi dell’Umbria. Έκανε comeback το 1989 στο Σαν Ρέμο (9η). Κολλητή της φίλη ήταν η Dori Ghezzi (ITA 75). Πέθανε το 1995 από καρδιακή προσβολή, λόγω υπερβολικής δόσης ναρκωτικών. Έπασχε για χρόνια από ινομυώματα στη μήτρα, τα οποία δεν ήθελε να αφαιρέσει. Λίγο πριν από τον θάνατό της, κατά τη διάρκεια περιοδείας, εισήχθη δύο φορές στο νοσοκομείο με στομαχόπονο και πόνο στο αριστερό της χέρι. Τη βρήκαν νεκρή λίγες μέρες μετά, σε ένα διαμέρισμα που είχε νοικιάσει. Η σορός ήταν γεμάτη μελανιές, για τις οποίες η αδελφή της κατηγορεί τον πατέρα τους, ο οποίος χτυπούσε εκείνες και την πρώτη του σύζυγο για χρόνια. Μετά τον θάνατό της, το San Remo Press Award μετονομάστηκε σε Mia Martini Award.

Monica Aspelund (FIN 77-Monica Helena Aspelund-Holm): γεννήθηκε από σουηδόφωνη οικογένεια το 1946 στη Vaasa της Φινλανδίας. Ξεκίνησε ως χορεύτρια σε διαγωνισμούς ταλέντων. Ήδη από τα 14 μπήκε στη δισκογραφία. Το 1973 έγινε για ένα διάστημα μέλος των Family Four (SWE 71, 72). Ήταν υποψήφια το 1975 και 1976. Ηχογράφησε τη συμμετοχή της σε έξι γλώσσες, ως εκ τούτου ακούστηκε σε πολλές χώρες, ακόμα και εκτός Ευρώπης. Στις 30 Σεπτεμβρίου 1978 και ενώ επέστρεφε από συναυλία στο Oulu, βρέθηκε σε πτήση της Finnair, στην οποία έγινε ένοπλη αεροπειρατεία. Αφέθηκε ελεύθερη μαζί με τους υπόλοιπους επιβάτες και το πλήρωμα, όταν ο αεροπειρατής αποχώρησε από το αεροσκάφος. Μαζί της ήταν ο τότε συνεργάτης της και συνθέτης του Lapponia Aarno Raninen (είναι ο πιανίστας που τη συνόδευσε), ο οποίος πήρε ειδική άδεια από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, προκειμένου να τελέσει τον πρώτο από τους τρεις γάμους του, καθότι ήταν ακόμα ανήλικος. Πέθανε στο σπίτι του το 2014, το οποίο πήρε φωτιά, όταν ξέχασε ένα τσιγάρο αναμμένο στον καναπέ. Το 1980, για να επιστρέψουμε στη Monica, οπότε σταμάτησε και η δισκογραφία της, έχοντας μόλις πάρει διαζύγιο, μετακόμισε με τoν δύο ετών γιο της στη Φλόριντα. Έκανε εμφανίσεις εκεί, αλλά και σε κρουαζιερόπλοια, κάτι που είχε κάνει και παλιότερα στη χώρα της (εξάλλου είχε μετάσχει σε διαφημιστικό της Silja Line), στην οποία επέστρεψε το 2010. Εν τω μεταξύ έκανε σποραδικές εμφανίσεις σε Φινλανδία και Σουηδία. Συνεργάστηκε πολλές φορές και με την αδελφή της Ami (FIN 83).

Dream Express (BEL 77): Ιδρύθηκαν το 1976. Πρόκειται για τον Luc Smets (Luc Jan Frans Smets, ο δημιουργός του τραγουδιού) και τις αδελφές Patricia, Stella και Bianca Maessen, οι οποίες εκπροσώπησαν την Ολλανδία το 1970 με το όνομα Patricia and The Hearts of Soul (βλ. 1970 για πληροφορίες). Ήταν το μεγάλο φαβορί, μαζί με την Αγγλία. Το 1978 κέρδισαν στο φεστιβάλ του Sopot στην Πολωνία.Αμέσως μετά έκαναν τουρνέ στις ανατολικές χώρες για συναυλίες και τηλεοπτικές εμφανίσεις. Ήσαν μαζί μέχρι το 1981, οπότε ο Luc με τη Bianca πήραν διαζύγιο. Ο Luc ξεκίνησε ως ακορντεονίστας, πριν γίνει μελος των Peebles και αργότερα των Shampoo, οι οποίοι έκαναν φωνητικά στις Hearts of Soul. Είναι ακόμα παραγωγός δίσκων και συνθέτης για άλλους καλλιτέχνες, ενώ έχει, επίσης, γράψει μουσική για πολλές παιδικές σειρές. Το 2009 έπαθε σοβαρό ατύχημα με τη μηχανή του, αλλά ανέρρωσε. Απεβίωσε μετά από ασθένεια τον Αύγουστο του 2023.

Marie Myriam (FRA 77): Myriam Lopes Elmosnino): Πορτογαλικής καταγωγής, γεννήθηκε στο Βελγικό Κογκό. Στα έξι της εγκαταστάθηκαν οικογενειακώς στο Παρίσι. Άφησε την καριέρα της, για να κάνει οικογένεια. Για πολλά χρόνια εμφανιζόταν κατά καιρούς σε μουσικές εκπομπές και σώου. Στη Γιουροβίζιον είχε φοβερό άγχος, διότι τραγουδούσε τελευταία. Θυμάται την προηγούμενη να φεύγει από τη σκηνή εξαντλημένη. Μια κοπέλα προσπάθησε να την εμψυχώσει, λέγοντάς της ότι τη βλέπουν 600 εκατομμύρια τηλεθεατές, κάτι που την τρομοκράτησε. Μετά τη νίκη της (η οποία συνέπεσε την παραμονή των 20ων γενεθλίων της) έκλαιγε, σήκωσε και έναν κάμεραμαν που είχε πέσει κάτω. Όταν βγήκε στη σκηνή έψαχνε παντού το μικρόφωνο και δεν σκεφτόταν ότι τη βλέπουν μέσα από τις κάμερες. Κατά καιρούς συνεργάζεται με τη γαλλική κρατική τηλεόραση. Μαζί με τον άνδρα της, Michel (ο οποίος πέθανε το 2013), καλλιτεχνικό διευθυντή στην Polydor, διηύθυνε ένα πορτογαλικό εστιατόριο, το οποίο παρέλαβε από τους γονείς της. Το έλεγαν “L’Auberge de Marie”, ενώ το πρώτο του όνομα ήταν “Ribatejo” και βρισκόταν στο 20ο διαμέρισμα του Παρισιού. Εκεί την άκουσε ο Jean-Paul Cara (συνθέτης FRA 76, 77, 81-είναι ο “πιγκουίνος” στο Le papa Pinguin) και την έκανε τραγουδίστρια. Το έκλεισε το 2008, για να επιστρέψει στο τραγούδι και την ηθοποιία. Έχει έναν γιο και μία κόρη. Προηγουμένως υπήρξε αρραβωνιασμένη με τον γνωστό μίμο και τηλεπαρουσιαστή Patrick Sébastien.

7Comments

Add yours
  1. 1
    Θάνος

    H Eurovision του 1977 θεωρώ πως αποτέλεσε το αποκορύφωμα μιας μάλλον περίεργης-κατά τη γνώμη μου- τάσης στο διαγωνισμό: της ισχύος εν τη ενώσει τραγουδιστών με σκοπό τη νίκη. Τί εννοώ? Το γεγονός ότι στις 3 προηγούμενες διοργανώσεις είχαν κερδίσει συγκροτήματα, έκανε πολλές χώρες να αναζητούν μια παρόμοια φόρμουλα. Και επειδή σε πολλές – ας πούμε μικρότερες- χώρες δεν υπήρχαν και πολλά ενεργά συγκροτήματα με καριέρα (ή εάν υπήρχαν μπορεί να μην ενδιαφέρονταν για τη Eurovision), οδήγησε πολλές χώρες στο να “παντρέψουν” τραγουδιστές που ούτως ή άλλως είχαν τις solo καριέρες τους, εν είδει συγκροτήματος, με σκοπό τη νίκη. Κάτι τέτοιο στην ουσία έκανε και η Ελλάδα. Η τάση αυτή είχε ήδη διαφανεί από το 1976, ήταν εντελώς κραυγαλέα το 1977 και συνεχίστηκε νομίζω σε μικρότερο βαθμο και την επόμενη χρονιά
    Είναι όμως πολύ διαφορετικό το να στείλεις ένα συγκρότητημα per se που κανει καριέρα ως συγκρότημα, και άλλο 3, ή 4 τραγουδιστές και να τους βαπτίζεις κάπως (Εμείς μάλιστα ούτε καν τους βαπτίσαμε- εντελώς άτοπο μαρκετινίστικα). Και μάλλον ίσως δεν είναι τυχαίο που την παράσταση έκλεψε η solo Marie Myriam με την όμορφη μπαλάντα της.
    Και ένα ακόμα σχόλιο: Η Lynsay De Paul θεωρώ ότι είναι μια από τις ωραιότερες γυναίκες (εάν όχι ίσως η ωραιότερη) που πέρασαν από τη σκηνή της Eurovision. Το να βλέπεις άντες σαν το George Best (από τους μεγαλύτερους ποδοσφαιριστές που γνώρισε η υφήλιος), τον Ringo Star των Beatles, και τον Sean Connery (My name is Bond, James Bond!) να “σφάζονται στην ποδιά της” λέει πολλά νομίζω!

    • 2
      Dimitrios Mantzilas

      Έχεις απόλυτο δίκιο σε αυτά που λες για τα “με το ζόρι” συγκροτήματα. Ήταν φαινόμενο που το βρίσκουμε σε αρκετές χώρες. Θεωρώ εξίσου γελοίες τις περιπτώσεις των “Sea Lovers”, “Wave”, “Θάλασσα”, δηλαδή ανύπαρκτων γκρουπ που βαφτίζονταν έτσι για τη Γιουροβίζιον. Η Lynsay de Paul ήταν όντως πανέμορφη, σου έχω όμως ακόμα μία “ανάφτρα”, το 1979, η οποία δεν άφησε “celebrity” για “celebrity” (αν και όχι τόσο μεγάλου βεληνεκούς, όσο εκείνοι της Lynsay). Λίγη υπομονή…

      • 3
        Θάνος

        Χαχαχα…κάπου πάει το μυαλό μου για το σε ποιά συμμετέχουσα το 1979 αναφέρεσαι. Αλλά θα κάνω υπομονή μέχρι την ανάρτηση του άρθρου. Και θα απαντήσω τότε τίμια εννοείται εάν όντως είναι αυτή που έχω στο μυαλό μου τώρα…

    • 4
      όχι άλλο κάρβουνο

      Πέρα από την τάση με τα “συγκροτήματα” που αναφέρεις, εκείνη την περίοδο (1975-1980 περίπου) εμφανίστηκε στην Ελλάδα και μια άλλη, εξίσου ενοχλητική κατά τη γνώμη μου: να βάζουν ελληνικούς στίχους σε μεγάλες διεθνείς επιτυχίες. Ευτυχώς δεν κράτησε πολύ.

  2. 6
    όχι άλλο κάρβουνο

    ” Έκαναν μεγάλη εμπορική επιτυχία με τραγούδια καμπαρέ, πολιτικού περιεχομένου, αντιμιλιταριστικά και προλεταριακά. Είναι ειρωνεία το γεγονός ότι ψηφίστηκαν από το Μονακό, τον παράδεισο των πλουσίων.”
    Εμπρός της γης οι κολασμένοι!!! 😀 😀 😀

    Διαβάζοντας στο άρθρο για την Anita Skorgan, συνειδητοποιώ ότι με τόσες συμμετοχές τη λες και βετεράνα! 🙂
    Στη γιουροβίζιον του 77 πήραν μέρος δύο τραγούδια που θεωρώ ότι ταυτίστηκαν για πολλά χρόνια με το brandname γιουροβίζιον: της Γαλλίας και το δικό μας.
    Όσο για τις Silver Connection, το Fly Robin Fly ήταν όντως τεράστια επιτυχία στα κλαμπς της εποχής.

    Ευχαριστούμε για άλλο ένα καταπληκτικό άρθρο/αφιέρωμα!

Comments are closed.